Β. ΦΙΟΡΑΒΑΝΤΕΣ
ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ: ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ –
ΑΡΝΗΣΕΙΣ. ΣΥΝΘΕΣΗ;1*
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ
Η αρχική σύλληψη της σημασίας των αντιθέσεων ως
τέτοιων για τη σύγχρονη διαλεκτική σκέψη στην περίοδο συγγραφής της διατριβής
μας προήλθε από μια επισήμανση του Α. Λεφέβρ. Έτσι αντιμετώπισα ως ένα
ειδικότερο θέμα έρευνας τις αντιθέσεις πρώτιστα στον χώρο της αισθητικής αλλά
και γενικότερα όσον αφορά την Κριτική θεωρία, και μάλιστα με έναν αμυντικό
τρόπο, χωρίς να βιάζομαι να προτάσσω τις πιθανές πάντοτε δυνατότητες σύνθεσης, σε αντίθεση με την αισιοδοξία του
επίσημου σταλινικού ή και γενικότερα σταλιονογενούς μαρξισμού. Επιπλέον
προσπάθησα ν’αναδείξω την ιδιαίτερη σημασία, ακόμη και την ιδιομορφία της (Αισθητικής) στον χώρο της μοντέρνας τέχνης,
μιας τέχνης εξ ορισμού σύνθετης, αντινομικής, πολύπλοκης. Έτσι η όλη προσπάθεια μου κατέτεινε προς την αισθητικοποίηση
των αντιθέσεων, ή τουλάχιστον των εντάσεων. Υπονοείται πάντοτε των κοινωνικών
αντιθέσεων και των διανοητικών, πνευματικών κ.α. προεκτάσεων, επιπτώσεων,
συνεπαγωγών, αποκρυσταλλώσεων (όπως έλεγε ο Χορκχάϊμερ) κ.α. Με το ξέσπασμα όμως
της κρίσης του 2008 τα πράγματα άλλαξαν ριζικά.
Ενώ η Μοντέρνα τέχνη έχοντας ήδη υποχωρήσει συνεχίζει την καθοδική πορεία
της, την εκ των πραγμάτων πορεία της προς την περιθωριοποίηση, χωρίς δυστυχώς
μέχρι τώρα να έχει εμφανιστεί μια νέα μοντερνικότητα, ένας νέος και
επιβεβλημένος ιστορικά μοντερνισμός. Οπότε, παρά την αδυνατότητα εκ των
πραγμάτων στήριξης της ανασυνθετικής ανάγκης της σύγχρονης κριτικής σκέψης,
αποτολμήσαμε να ανασυγκροτήσουμε μετακριτικά τη σύγχρονη κριτική θεωρία με
κύρια αναφορά την έκταση και την ένταση που πήγαν σε υπέρτατο πλέον βαθμό οι
αντιθέσεις που προκάλεσε η βαθειά κρίση της παγκοσμιοποίησης, που ξέσπασε ακριβώς το 2008. Βασικό πλέον καθοδηγητικό νήμα,
βασική, ίσως και η μόνη αναφορά που μας έμεινε ήταν πλέον ο ιστορικός
ανθρωπισμός, τον οποίο προσπαθήσαμε να επικαιροποιήσουμε επίσης μετακριτικά.
Απέναντι στην
συνολική κατάρρευση της κοινωνίας και του πολιτισμού που επιφέρει η περιπέτεια
της κατάρρευσης της παγκοσμιοποίησης και η αποπαγκοσμιοποίηση που άρχισε
αβέβαια και τραγικά, μόνο το κοινό ενωποιητικό στοιχείο από τη φάση του και με
βάση το ιστορικό ανθρωπιστικό πρόταγμα μπορεί να προσφέρει μια προοπτική. Να
αποτελέσει την βάση, στο βαθμό που ριζοσπαστικοποιείται για την ανίχνευση μιας νέας και σωτήριας ρωγμής της
κυριάρχησης. Και απέναντι σε αυτό το ύψιστο θεωρητικό και πρακτικό καθήκον η Κριτική θεωρία δεν μπορεί να
παραμείνει απαθής, κρίνοντας την τραγική σύγχρονη ανθρώπινη συνθήκη σαν
δημοσιολόγος. Έτσι και εμείς όλες μας
τις ερευνητικές και θεωρητικές προσπάθειες τις κατευθύνουμε προς τη σύλληψη
ενός νέου επικαιροποιημένου κριτικού κοινωνικού και αισθητικού σχεδίου2*. Ο αγώνας συνεχίζεται.
ΠΡΟΣ ΜΙΑ ΣΥΝΘΕΤΙΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ
Ι.
Η διαλεκτική είναι κατά βάση, δομικά συνθετική, συνθεσιακή. Αποσκοπεί πάντοτε
στις μεγάλες συνθέσεις. Η θεωρητική κατάκτηση-κληρονομιά του Χέγκελ, με
επίκεντρο, αναφορά τη σύνθεση. Τη μεγάλη σύνθεση, ιστορική, ιδεολογική,
θεωρητική.
- Αντιθέσεις – Αρνήσεις
- Συνθέσεις;
- Σύνθεση;
Θ. Αντόρνο: Η καθορισμένη άρνηση
Μαρκούζε: Η μεγάλη άρνηση
Α. Λεφέβρ: Η διαλεκτική των αντιθέσεων
Οι
έρευνες του Λεφέβρ1 με αυτές του Αντόρνο
στο χώρο της Λογικής, της Μεθοδολογίας και της Επιστημολογίας: Δεν υπάρχει
πλέον μια αντίθεση, αλλά αντιθέσεις, μια διαλεκτική αλλά διαλεκτικές: Σύνθεση;
Συνθετική – πολύπλοκη προσέγγιση
Το πρόβλημα των ΑΝΤΙΝΟΜΙΩΝ2
- Th.
Adorno: Η κρίσιμη σύλληψη του της αδυνατότητας ολικών
διαλεκτικών συνθέσεων στον μονοπωλιακό καπιταλισμό. Η αντινομία στην καρδιά της
ολότητας. Βλ. Η επικαιρότητα της Φιλοσοφίας (L’ actualité de la philosophie3).
- H
καντιανο-χεγκελιανή ιδεαλιστική «διαλεκτική» των κατηγοριών, των μορφών και εννοιών, αλλά και των δομών (structures),
και κατά τον Λ. Γκολντμάν, των σημαντικών δομών, ως προέκταση του καντιανο-χεγκελιανισμού
και συγχρόνως ως ξεπέρασμά του.
- Η μαρξική διαλεκτική. Πριν και πάνω από όλα όμως
προέχει η μαρξική κριτική. Κριτική γενικά και πρώτιστα της ιδεολογίας.
Από την κριτική της ιδεολογίας στην ιδεολογική
κριτική4 και
στη συνέχεια στη διαλεκτική φιλοσοφία5 (Κ. Κόρς).
Κ. Μαρξ: η φιλοσοφία ακομη και η πιο διαλεκτική δεν
παύει να είναι ιδεολογία6.
Αντι-ιδεολογικές διαμεσολαβήσεις7.
- Ιστορικά εξετάζοντας το θέμα, οι αντιθέσεις
συνυπάρχουν με τις αρνήσεις. Από τον Όμηρο μέχρι σήμερα, μυθολογικά πρώτα,
πρωτοφιλοσοφικά στη συνέχεια μέχρι τους προσωκρατικούς, φιλοσοφικά στη συνέχεια
από τον Σωκράτη και εδώ. Μεταφιλοσοφικά από τον Μαρξ μέχρι σήμερα.
- Ο κρίσιμος αγώνας σήμερα της (μετα-)φιλοσοφίας
ενάντια στην ενιαία σκέψη.
ΙΙ. Αντίθεση-Εναντίωση
αντι+θέση
Φιλοσοφική ορολογία από τα γερμανικά: Antithese
- Αντιθέσεις: - Κοινωνικές
Πολιτικές
Ιδεολογικές
Γαιοστρατηγικές
Πολιτισμικές
- Αντιθέσεις και διαφορετικότητα-Διαφορετικότητα και
Αντιθέσεις
Ηράκλειτος: «Εναντιοδρομία»: Η επιτακτική ανάγκη
συνένωσης των αντιθέσεων. Όμως όλα τα πράγματα βρίσκονται σε σύγκρουση.
Αυτή (εναντιοδρομία) όμως είναι ουσιώδης για τη ζωή,
άρα δεν είναι κακή – δεν τίθεται εξάλλου καν θέμα αξιολογικής ηθικής ή άλλης
κρίσης. Πρόκειται για θεμελειακό νόμο της κοινωνίας, της φύσης, του κόσμου όπως
έλεγαν τότε.
Ως εκ τούτου ο Ηράκλειτος θεωρούσε το πυθαγόρειο
ιδεώδες ενός ειρηνικού και αρμονικού κόσμου ως ανεδαφικό. Το απέρριπτε κι ακόμη
περισσότερο το θεωρούσε ως ένα ιδεώδες θανάτου. Για τον Ηράκλειτο «τα πάντα
ρει», θα λέγαμε ότι υπονοεί, αντιθετικά «και ουδέν μένει».
Το τετράγωνο της Αντίθεσης.
Η προέλευση του τετραγώνου ανάγεται στον Αριστοτέλη:
Υπάρχει διάκριση μεταξύ δύο αντιθέσεων: της αντίφασης και τα εναντιότητας.
Το τετράγωνο σχεδιάστηκε από τον Apuleius
και τον Boethius
αιώνες αργότερα.
III. Α.
Kατά τον Μ. Ποντύ9 στην όλη προσπάθεια
της σύγχρονης κριτικής θεωρίας για να κατανοήσει διαλεκτικά, βαθύτερα και
ουσιωδέστερα το αλλοτριωμένο πραγματικό, σημαντική κατάκτηση συνιστούν οι Significations:
Σηματοδοτήσεις, σημασιολογήσεις. Κατά
τον Λ. Γκολντμάν, οι σημαντικές δομές (structures significatives),
με πεδίο αναφοράς την ολότητα του σύγχρονου ιστορικο-κοινωνικού, καλλιτεχνικού
και πολιτισμικού γίγνεσθαι, χωρίς τομές μεταφυσικού ουσιαστικά χαρακτήρα, όπως
είχε εισηγηθεί ο νεοαντιδραστικός στρουκτουραλισμός του Αλτουσέρ, διαχωρισμός,
αξιολογικές κρίσεις, στεγανά ή ξεκομμένες ή ακόμη χειρότερα μονοδιάστατες
αντιλήψεις, τις οποίες είχε καταγγείλει ο Μαρκούζε ως σύμπτωμα του μονοπωλιακού
καπιταλισμού, και οι οποίες ουσιαστικά αναπαρήγαγαν το ίδιο μονοδιάστατα διανοητικά μοντέλα του, αλλά και
γενικότερα τη μονοδιάστατη και δομικά ολικά αλλοτριωτική ιδεολογία του.
Οι σηματοδοτήσεις ωθούν την όλη κριτική θεωρητικοποίηση σε νέο
επίπεδο συνθετότητας: Δεν έχει νόημα η όποια θεωρητικοποίηση, παρά μόνο η
σημασία, η σηματοδότησή τους. Με τη συνδρομή της γλωσσιολογίας και σημειολογίας
που θα αναπτυχθούν λίγο-πολύ αυτόνομα στα νεώτερα χρόνια, μπορούμε να
μεταθέσουμε την έρευνα σε επίπεδο σημασίας – σηματοδότησης και έτσι η κριτική
θεωρία να φθάσει σε πιο έγκυρα συμπεράσματα, όσο και σε ουσιαστικά. Προσοχή
όμως: Υπάρχει ο κίνδυνος του φορμαλισμού, της αποκοπής από την θεωρητικοποίηση
του πάντοτε αλλοτριωτικού πραγμαιτκού, αλλά δυστυχώς πραγματικού, που καμία
σημειολογία δεν μπορεί να αλλάξει τη φύση του, ούτε να την εξωραΐσει, ούτε να
την ωραιοποιήσει, και ακόμη λιγότερο να την αλλάξει. Όμως μπορεί να δώσει
μεγάλη ώθηση στην κριτική θεωρητικοποίησή του, να την εμπλουτίσει, να την
διευρύνει, να την μοντερνοποιήσει, να τη συνθετοποιήσει, υπό την οπτική πάντοτε
της ριζικής αλλαγής του.
Β. Κατά τον Αντόρνο,
στη συνέχεια του νεαρού Λούκατς, οι μορφές, ειδικά στη μοντέρνα τέχνη,
εκφράζουν και συμπυκνώνων τις κοινωνικές – ιδεολογικές αντιθέσεις με έναν
ενιαίο μάλιστα τρόπο, όντας συγχρόνως και συγκεκριμενοποίηση του ξεπεράσματός
τους (αντιθέσεων) σε επίπεδο αισθητικής.
Γ. Ιδεατός τύπος, ιδεότυπος ή ιδεατός τύπος: Μ.
Βέμπερ. Αυτή η νέα έννοια του Βέμπερ δίνει άλλη διάσταση στη θεωρητικοποίηση
των αντιθέσεων, περιορίζοντάς την και στην ουσία αποκόβοντάς την από το
κοινωνικό. Όμως ως συμπύκνωση στο επίπεδο των ιδεών κάποιων αντιθέσεων (όχι
όλων, δεν πρόκειται για ολική σύλληψη
των ανιθέσεων), εισάγει μια αφαιρετική διάσταση στη μοντερνιτέ, στη θεωρία της
μοντερνιτέ, η οποία θα επηρεάσει τον νεαρό Λούκατς. Στην ολική προσέγγιση του
κοινωνικού γίγνεσθαι ο Λούκατς με βάση και την βεμπερική έννοια του ιδεατού
τύπου, συλλαμβάνει την όλη ιστορικοκοινωνική διαδικασία σε ένα επίπεδο
αφαίρεσης. Έτσι τέθηκαν οι βάσεις της γενικότερης, της συστηματικότερης
κριτικής θεωρητικοποίησης των νέων Χορκχάϊμερ, Αντόρνο, Μπένζαμιν και Μαρκούζε.
IV. Κατά
τον Π. Ναβίλ, άριστο γνώστη του έργου του Μαρξ, νέου, ώριμου και γέρου, η μεγαλειώδης αντίθεση10 μεταξύ των
προλεταρίων (που δεν έχουν τίποτα) και της αστικής τάξης και του κράτους,
σύμφωνα με το νεαρό, μη οικονομολόγο Μαρξ (βλ. την Κριτική της
Φιλοσοφίας του δικαίου του Χέγκελ, του
Μαρξ)11,
συνιστά την κινητήρια δύναμη της ιστορίας, και ειδικότερα της νεώτερης12.
Αυτή η αντίθεση, που θα διερευνηθεί συστηματικότερα
από τον Μαρξ στη συνέχεια, βρίσκεται στο κέντρο της μετατροπής του Μαρξ σε
επαναστάτη-κομμουνιστή, από ριζοσπάστη ανθρωπιστή. Η σύλληψη, η κατανόηση της
σημασίας, της λειτουργίας αυτής της αντίθεσης δημιουργεί τις βάσεις σύλληψης
της επανάστασης ως ολότητας από τον Μαρξ. Η συνειδητοποίηση της θέσης του
προλεταριάτου από τον ίδιο του δίνει όλη τη δύναμη για τη μετατρεπτική πράξη,
για την ιστορική πραγματοποίηση της απελευθέρωσης. Η σύλληψη αυτή της
θεμελειώδους συγχρόνως αντίθεσης (μιλούμε και για αντίφαση, ακόμη και για
αντινομία) οδηγεί στην συγκρότηση από τον Μαρξ της κατηγορίας, ακομη και της
έννοιας (concept) της εμμενούς τάσης της
κοινωνίας προς την επανάσταση, κάτι που θα επιβεβαιωθεί και από την ιστορικά μοναδική
επανάσταση του 1848 στο Παρίσι και σχεδόν σε όλη την Ευρώπη συγχρόνως που
επακολούθησε ως αποτέλεσμα της συνειδητοποίησης του προλεταριάτου της μίζερης
ύπαρξής του, που του δημιούργησε καταναγκαστικά ο συγκροτημένος πλέον
καπιταλισμός. Έκτοτε η κοινωνική επανάσταση μέχρι στις αρχές της δεκαετίας του
1920 γίνεται η νέα οργανική κατάσταση του συστήματος ανεξάρτητα από τις
επιτυχίες ή τις αποτυχίες της. Στη συνέχεια βέβαια με τη μονοπωλιοποίηση του
καπιταλισμού αλλάζουν τα πράγματα, και
το σύστημα ρέπει προς την αντεπανάσταση, με την έννοια των αναλύσεων του
Μαρκούζε13,
ο οποίος επικαιροποιεί και συστηματοποιεί την ιστορική ανάλυση της Ρ.
Λούξεμπουργκ14
για τις σχέσεις της επανάστασης με την εξέγερση και την αντεπανάσταση.
Μετά το διάλειμμα της γενικευμένης αμφισβήτησης των
δεκαετιών 1960 και 70 με την κυριάρχηση της παγκοσμιοποίησης, η αντεπανάσταση
έγινε πλέον η κυρίαρχη νέα κατάσταση πραγμάτων, ενώ με την μεταπαγκοσμιοποίηση που επακολούθησε η αποσύνθεση κάθε κριτικής
σκέψης, η αποξένωση και η γενικευμένη ερημοποίηση του υποκειμένου έγιναν η νέα
κυρίαρχη κατάσταση, έτσι ώστε να απαιτείται μια νέα σύλληψη, ή τουλάχιστον μια
ανασυγκρότηση της ίδιας της αρχικής
μαρξικής έννοιας της κοινωνικής επανάστασης των αρχών και των στόχων της ριζοσπαστικοποιημένης δεκαετίας του 1840.
ΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗ-ΕΡΓΑΣΙΑ-ΟΛΙΚΗ ΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗ
Ι. - Αλλοτρίωση:
Χεγκελο-μαρξική έννοια: η γενικευμένη αποξένωση που δημιουργεί ο νεο-εμφανιζόμενος
και ανερχόμενος καπιταλισμός, αποξένωση που σε διάφορες μορφές ιστορικά φθάνει
μέχρι τον Όμηρο και τον Ησίοδο, και ίσως πολύ πριν.
- Αλλοτρίωση: μαρξιστική έννοια, που μετά το 1948-50
συναρθρώνεται με αναφορά και γύρω από την εργασία στον σταθεροποιημένο πλέον
καπιταλισμό, με κύρια έκφανση το εμπόρευμα ή μορφή - εμπόρευμα.
- Αλλοτρίωση στον μονοπωλιακό καπιταλισμό. Η
βιομηχανία της κουλτούρας.
- Αλλοτρίωση στον ύστερο καπιταλισμό. Η ολική
φενακιστική φάση της κοινωνίας της ευημερίας.
- Η
αλλοτρίωση στην παγκοσμιοποίηση της δομικής κρίσης και της τοξικότητας.
- Η αλλοτρίωση στη μεταπαγκοσμιοποίηση της
γενικευμένης αυτοκαταστροφής της κοινωνίας, του ανθρώπου, του πολιτισμού.
Οι διάφορες μορφές ιστορικής αλλοτρίωσης παραπέμπουν
και στις αντίστοιχες μορφές αντιθέσεων και αρνήσεων.
Η αντορνική καθορισμένη άρνηση, ως σύνθεση και
συγκεκριμενοποίηση ολων των υπαρκτών, αλλά και των δυνατών αρνήσεων που είναι
εμμενείς στον ύστερο καπιταλισμό (εποχή συγγραφής της Dialectique négative15),
αλλά και αναφορά για τις νέες αρνήσεις που εμφανίζονται στην παγκοσμιοποιημένο
καπιταλισμό. Η καθορισμένη άρνηση ως βασική αναφορά για την κριτική υπό την
οπτική του αναγκαίου και επιβαλλόμενου ξεπεράσματος του παγκοσμιοποιημένου
καπιταλισμού.
Η ιδέα της Μεγάλης άρνησης του Μαρκούζε, ως
συγκεκριμενοποίηση της γενικευμένης πλέον, ακόμη και της καθολικής καθορισμένης
άρνησης του Αντόρνο σε μαζικό, κινηματικό επίπεδο με στόχο την Απελευθέρωση.
Παγκοσμιοποίηση-Μεταπαγκοσμιοποίηση: Αντιθέσεις –
αρνήσεις ολικές, συστημικές, αποδομητικές. Αναγκαία σύνθεση, ξεπέρασμα και
συνείδηση της ανάγκης του ξεπεράσματος του συστήματος.
H κρίσιμη ανάγκη της νέας και
συνειδητοποιημένης υποκειμενικότητας ( J.-
P. Sartre):
Η στράτευση του υποκειμένου.
Ο μοντερνισμός και η πρωτοπορεία ως η μεγάλη άρνηση
στον ΧΧο αι., κοινωνική-ιδεολογική και συνάμα Αισθητική – καλλιτεχνική.
Προς μια συστηματική ερμηνευτική της ιστορίας από
τον Όμηρο16 μέχρι
σήμερα με βάση την θεωρία της αλλοτρίωσης-αποξένωσης: Η διαλεκτική του
πολιτισμού, η κρίση του πολιτισμού…
Στη μεταπαγκοσμιοποίηση όμως αλλάζουν οι προκλήσεις,
οι αντιθέσεις κ.α. Αλλάζει και η βασική αντίθεση;
Αλλοτρίωση και κοινωνική διαίρεση της εργασίας: η
ιστορική διαλεκτική της Αλλοτρίωσης με την κοινωνική διαίρεση της εργασίας.
Απελευθέρωση: Ξεπέρασμα και κατάργηση και των δύο: κοινωνικής
διαίρεσης της εργασίας και της αλλοτρίωσης17.
Η πρωτοπορία (Avantguard):
Ο ιστορικός ρόλος της πρωτοπορίας των αρχών του ΧΧου. αι. για το
μορφικό-μορφολογικό-αισθητικό ξεπέρασμα προηγούμενων και ιστορικά νεκρών – τελειωμένων μορφών. Για τη
συνειδητοποίηση μέσα από αυτή τη διαδικασία της ανάγκης ξεπεράσματος των
αντιθέσεων μέσω της αισθητοκαλλιτεχνικής πράξης.
Το ίδιο ισχύει εκείνη την περίοδο και για τις
κοινωνικές πρωτοπορίες σε σχέση με τη συνειδητοποίηση του αναγκαίου
ξεπεράσματος των κοινωνικο-πολιτικών ιδεολογικών αντιθέσεων.
Η διπλή αυτή κίνηση των πρωτοποριών είναι
συγχρονική, και στην προεπαναστατική και την επαναστατική στη συνέχεια Ρωσία και συγκροτεί ένα ενιαίο
πρόταγμα. Ένα ιστορικό πρόταγμα ολικής μεταμόρφωσης της κοινωνίας προς το ξεπέρασμα της αλλοτρίωσης
και της εκμετάλλευσης σε όλες τις μορφές τους. Όμως η σταλινική νύχτα που
προέκυψε και επιβλήθηκε βάρβαρα διέκοψε αυτή την πορεία. Στη δύση συνεχίστηκε ο
αγώνας από τις πρωτοπορείες μέχρι τα μέσα περίπου της δεκαετίας του 1970 με
αλληλοσυνδέσεις και αλληλο-επιδράσεις, με ανοδικές τάσεις και με υποχωρήσεις,
αλλά ήταν ένας αγώνας μόνον ή κυρίως των πρωτοπορειών. Ποτέ δεν κατόρθωσε να
γίνει κοινωνικός ευρύτερα αγώνας, όπως στην προεπαναστατική και στην
επαναστατική Ρωσία μέχρι το 1923. Έτσι οι αντιθέσεις, οι αντιφάσεις, οι
αντινομίες αισθητοποιούνται ως τέτοιες
από τη δυτική πρωτοπορία, μέχρι ακόμη και σε βαθμό υποκαταστατισμού, με
αποτέλεσμα ένα ιστορικό αισθητικό έργο. Τα μεθοδολογικά – επιστημολογικά
προβλήματα όμως παραμένουν, ενώ η αναζήτηση της απελευθέρωσης περισσότερο
υποθετική-αισθητική παρά πραγματική-κοινωνική.
Με αυτά τα δεδομένα, η αβεβαιότητα είναι η μόνη
πλέον λογική του συστήματος, που πολλές φορές είναι κρυμμένη πίσω από την
επίσημη βεβαιότητα των επικυρίαρχων. Έτσι ο κοινωνικο-θεωρητικός και ο αισθητικο-μορφικός
αντίστοιχα αγώνας για το επίμαχο
ξεπέρασμά τους, που θα σήμαινε συγχρόνως και ξεπέρασμα της αλλοτρίωσης, έχει
ατονήσει, χαμένος μέσα στους μαιάνδρους της συστηματικής αβεβαιότητας.
Χωρίς μάλιστα ένα γενικευμένο κίνημα
κοινωνικο-ιδεολογικής και αισθητο-καλλιτεχνικής πρωτοπορίας είναι αδύνατο να
γίνει το παραμικρό προχώρημα προς το ξεπέρασμά τους, αναγκαία προϋπόθεση για
την πραγματοποίηση της ανθρώπινης απελευθέρωσης δια της πράξης.
Η αντιθεσιολογία δεν οδηγεί πουθενά όσο και να
φωτίζει διαρκώς πτυχές και κρυμμένες διαστάσεις της ενιαίας κυριάρχησης, της κυρίαρχης λογικής, της
κυρίαρχης ιδεολογίας. Εισφέρει μεν μέσα, εργαλεία, επιχειρήματα, βελτιώνει
μεθόδους και διευρύνει τη διαλεκτική έρευνα γενικότερα, αλλά μόνο μέσω αυτής
ποτέ δεν πρόκειται να πραγματοποιηθεί το αναγκαίο βήμα προς την απελευθέρωση.
Μόνο μια νέα πρωτοπόρα ολική πράξη θα έχει καταλυτικό ρόλο για την
πραγματοποίηση του ιστορικού αυτού βήματος και μάλιστα όχι απλώς διεθνώς που
λέγαμε κάποτε, αλλά παγκόσμια, λόγω της παγκοσμιοποίησης.
Οι ενύπαρκτες αντιθέσεις, μορφικές και άλλες, ξεπεράστηκαν
από την πρωτοπορία των αρχών του ΧΧου αι. Έτσι και σήμερα οι ενύπαρκτες – βαθύτερες
και οξύτερες αντιθέσεις του συστήματος, που προβάλλονται και αναπαράγονται και
στη σκέψη, θα ξεπεραστούν μόνο μέσω της συνειδητής δράσης, της καθορισμένης
ολικής άρνησης των πρωτοποριών, αισθητοκαλλιτεχνικών και κοινωνικο-ιδεολογικών.
Μέσω της συνειδητής πράξης ξεπεράσματός τους. Μέσω της αναγκαίας και
επιβαλλόμενης νέας μεγάλης ρήξης. Της ιδέας αλλά και της πράξης της ολικής Άρνησης.
Διαφορετικά θα αντιθετικολογούμε καντιανά, νεοκαντιανά, χεγκελιανά, μαρξιστικά,
χεγκελο-μαρξιστικά, καντιανο-χεγκελομαρξιστικά, υπαρξιστικά, κριτικά και δεν
έχει τελειωμό…
ΙI. Αντιλογίες,
Αντιθέσεις, Αντιφάσεις. Αντινομίες, νοηματικές, λογικές, θεωρητικές, πολιτικές,
ιδεολογικές, κοινωνικές, πολιτισμικές. Η πρόκληση του ξεπεράσματος, της
σύνθεσης (ή των συνθέσεων). Σε κάθε περίπτωση των συνθεσιακών δυνατοτήτων και
τουλάχιστον καταστάσεων. Η διάδραση, η αλληλόδραση και η αλληλεπίδραση όλων
αυτών των καταστάσεων, που κατά κανόνα ποτέ δεν υπάρχουν μόνες, αυτόνομα ή
καθαυτές, ως νέες καταστάσεις της
σύγχρονης σύνθετης ανθρώπινης συνθήκης18.
Η άρνηση, και μάλιστα η καθορισμένη άρνηση ως αναγκαία και επιβαλλόμενη προϋπόθεση για την
πραγματοποίηση των όποιων πιθανών ή ακόμη και δυνατών ξεπερασμάτων. Και το
όποιο ξεπέρασμα πραγματοποιείται ως
θετική λύση, ως υλοποίηση – συγκεκριμενοποίηση της άρνησης, της αρνητικής
διαλεκτικής, της καθορισμένης άρνησης.
Το ξεπέρασμα ως σύνθετο αποτέλεσμα μιας
ριζοσπαστικής και ρηξικέλευθης αρνητικής διαδικασίας, διανοητικής, θεωρητικής,
νοηματικής, ιδεολογικής.
Τη στιγμή του ξεπεράσματος δημιουργείται κατά τρόπο
λιγότερο ή περισσότερο αυτόνομο η έκφραση, μορφική, αισθητική, ιδεολογική, η
οποία και αυτή με τη σειρά της είναι ξεπέρασμα με όρους πρωτοπορείας.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1*. Σημειώσεις, κείμενα, θεματικές που εντάσσονται στην προβληματική που παρουσιάζουμε για την Κριτική θεωρία σε μια σειρά διαλέξεων μας στον Παρνασσό (Ελεύθερο Πανεπιστήμιο). Ημ. 31-5-23, 22-11-23 και 13-12-23.
2*. Βλ. τα συλλ. βιβλία που επιμεληθήκαμε, Κριτική της τέχνης - Κριτική της κοινωνίας, Νησίδες, Νέα ανθρωπολογία και μοντέρνα τέχνη, Ζήτη, Προς τη Νέα
ανθρωπολογία, Αρμός και τα δικά μας, Προς τη μεταπαγκοσμιοποίηση, Ζήτη, Η εποχή της καθορισμένης άρνησης, Αρμός, τα διάφορα κείμενα
που αναρτήσαμε έκτοτε στο blog
μας nktkpblogspot.gr
και fioravantesf.blogspot.gr και αυτόθι. Όμως,
παρά τη συστηματική προσπάθεια που καταβάλαμε για την επαναφορά της
ριζοσπαστικής αριστεροχεγκελιανής-μαρξιστικής-ανθρωπιστικής προβληματικής
επικαιροποίησης, με αναφορά το έργο της Σχολής της Φρανκφούρτης και των
νεομαρξιστών θεωρητικών, πολλά μένουν να γίνουν για την αναγκαία και
επιβαλλόμενη μετακριτική αναδόμηση της ανθρώπινης σκέψης με σύγχρονους όρους
μέσα σε συνθήκες διαρκώς μεταβαλλόμενες δυστυχώς προς το χειρότερο, προς την
όλο και μεγαλύτερη απροκάλυπτη και τυφλή βαρβαρότητα του παγκοσμιοποιημένου
συστήματος και των κύριων πρωταγωνιστών του.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1.
Βλ.
μεταξύ άλλων, H. Lefebvre,
La Somme et le Reste, Méridiens/Klincksieck.
2.
Βλ.
Th. Adorno, Dialectique négative, Payot και Trois études sur Hegel, Payot.
3.
Εκδ. Rue d’Ulm.
4.
Βλ. Β. Φιοραβάντες, Ιδεολογική κριτική και αισθητική, Praxis και P. Naville, Le nouvau Leviathan, Anthopos, τ. Ι.
5.
Βλ. Κ. Κorsch, Marxisme et philosophie, Minuit.
6.
Βλ.
Κ. Μarx - Fr.
Engels, Η γερμανική ιδεολογία,
Gutenberg τ.2.
7.
Βλ.
Β. Φιοραβάντες, Θεωρία πολιτισμού, Ψηφίδα, τ.Ι, κεφ. «Αντι-ιδεολογικές
διαμεσολαβήσεις».
8.
Βλ.
και το περιοδικό Αντιθέσεις που εκδιδόνταν από πρώην μέλη της Σοσιαλιστικής πορείας.
9.
Βλ. Μ.
Merlau-Ponty, Les aventures de la dialectique, Gallimard, μ.σ. Idées.
10.
Βλ. P. Naville, Le nouvau Leviathan, Anthropos, σ. 88.
11.
Εκδ. Αναγνωστίδη.
12.
Για
την καλύτερη και πληρέστερη γνώση και κατανόηση της μεγάλης, της επαναστατικής
καμπής της σκέψης του Μαρξ από τον αριστερό χεγκελιανισμό στον μαρξισμό της
νεότητάς του (νεαρός Μαρξ) βλ. ακόμη, Ι. Μεσσάρος, Η θεωρία του Μαρξ για την αλλοτρίωση,
Κουκκίδα και Ε. Hobsbaoum, Πώς ν’αλλάξουμε τον
κόσμο, Θεμέλιο.
13.
Βλ.
Χ. Μαρκούζε, Ο μονοδιάστατος
άνθρωπος, Παπαζήσης, Αντεπανάσταση και εξέγερση, Παπαζήσης.
14.
Βλ.
Ρ. Λούξεμπουργκ, Μεταρρύθμιση ή
επανάσταση;, Δ. Βιβλιοθήκη.
15.
Εκδ.
Payot.
16.
Βλ. Μ.
Horkheimer-Th. Adorno, Dialectique de la raison, Gallimard, μ.σ. TEL.
17.
Βλ.
ακόμη και τις ιστορικές αναλύσεις για την κοινωνική διαίρεση της εργασίας του G. Freedmann και του P. Naville για την αλλοτρίωση.
18.
Βλ.
τις προσεγγίσεις μας, που προσπαθούμε να είναι διαλεκτικές με σύγχρονους,
δηλαδή σύνθετους, όρους ήδη από το Θεωρία πολιτισμού
(Ψηφίδα, 2 Τ.) και εδώ. Παρόλα αυτά ο δρόμος είναι ακόμη μακρύς για τη σύλληψη
και συγκρότηση με πιο ολοκληρωμένο τρόπο της σύγχρονης σύνθετης διαλεκτικής,
ενώ η βαθύτερη κατανόηση του Dialectique de la Raison (Gallimard)
μάλλον ωθεί προς τη συνειδητοποίηση ότι οι αντινομίες του καπιταλισμού και
συνακόλουθα και του πολιτισμού δύσκολα θα ξεπεραστούν διαλεκτικά, όσο συνθετικό
και να είναι το όλο εγχείρημα, αν θέλει να είναι και να παραμείνει διαλεκτικό.
ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ: ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ – ΑΡΝΗΣΕΙΣ. ΣΥΝΘΕΣΗ
Το ερώτημα παραπέμπει σε τραγικότητα και οπωσδήποτε σε
αγωνία για την πραγματοποίηση της αναγκαίας
σύνθεσης, παρόλα αυτά αβέβαιης. Ερώτημα ακόμη και υπαρξιακό για την σύγχρονη
κριτική σκέψη και θεωρία1
.
Ι
Προσωκρατικοί: άρνηση της άρνησηςà Χέγκελà Μαρξ – Αυτοάρνηση
Προσωκρατικοί: Χέγκελ-Μαρξ, Αντόρνο, Μαρκούζε –
Λεφέβρ.
Αντόρνο-Μαρκούζε-Λεφέβρ.
Αντόρνο – Μαρκούζε.
Αντόρνο – Λεφέβρ.
Α. Λεφέβρ.
Αντόρνο – Μαρκούζε – Γκολντμάν και Λεφέβρ.
Μαρκούζε – Γκόρζ, Γκολντμάν και Λεφέβρ.
Από τη θέση, αντίθεση, σύνθεση στην αντίθεση
Ή ακόμη καλύτερα, στις αντιθέσεις, στις δύσκολα
συνθέσιμες αντιθέσεις.
Πυθαγόρας, ο πρώτος που θεώρησε τον εαυτό του
φιλόσοφο.
Πρώτος εισήγαγε τον όρο φιλοσοφία ήταν ο Πυθαγόρας:
φίλος της σοφίας.
Θεωρία: θεώμαι.
Σήμερα: Κριτική θεωρία ως βασική φιλοσοφική σχολή
στην εποχή των αντιθέσεων, της διερεύνησης, της αναζήτησης μορφών ξεπεράσματός τους,
με έμφαση στην (κριτική) θεωρία και όχι πλέον στη φιλοσοφία, η οποία από τον
Χέγκελ και εδώ είναι ιστορικά πλέον ξεπερασμένη.
Αριστοτέλης: Δύο αντιθέσεις: της αντίφασης και της
εναντιότητας
Ο πυρήνας της μαρξικής κριτικής (κριτική της
αλλοτρίωσης) – κριτική της εργασίας) ως η πρώτη ιστορικά προσπάθεια
ξεπεράσματος των αντιφάσεων κ.τ.λ. με έναν ενιαίο τρόπο μέσω της ιδεολογικής
κριτικής. Από τον Χέγκελ στον Μάρξ.
Οι επιστημολογικές θεωρητικές και επιστημονικές
επαναστάσεις του τέλους του 10ου αι. αρχών των ΧΧου ως βάση της σύλληψης μιας
νέας μορφικής-αισθητικής έκφρασης-πρωτοπορίας-Διαίσθηση.
Γκράμσι: ιδεολογία
Λούκατς: μορφή – ολότητα.
Η ιδεολογική κριτική ως μία νέα ουσιαστικά αναζήτηση
ήταν η καμπή της έρευνάς μας στα πλαίσια του διδακτορικού μας στη Σορβόννη για
την αισθητική της μοντέρνας γλυπτικής και του Σκλάβου.
Το ερευνητικό πρόγραμμα του CNRS:
«Τεχνολογία και τέχνη» με ώθησε στην πρώτη σύλληψη της Ιδεολογικής κριτικής και της
σχέσης της (ρητής και υπόρρητης) με την Αισθητική.
- Η έκδοση στη συνέχεια του Ιδεολογική κριτική και αισθητική2.
- Η συνέχιση της έρευνας μου για την ιδεολογική
κριτική με την οργάνωση σεμιναρίων, στρογγυλών τραπεζιών κ.α. με τη συμμετοχή
των: Νούτσος, Καψωμένος, Δαμιανάκος, Πρέβε,
Μπαγιόνας, Ζουράρης, Βεργόπουλος, Μεταξάς, Πάμπλο, Παγουλάτος, Μαρκής,
Μπιτσάκης, Δεμαθάς. Η πολεμική μου με τον Μεταξόπουλο στο συνέδριο για τον
σοσιαλισμό στα Χανιά το 1988, σχετικά με το θέμα της αλλοτρίωσης στο νεαρό Μαρξ.
Υπονοούνται ακόμη στα πλαίσια της έρευνάς μου αυτής και οι συνεχείς συζητήσεις
μου με τον Ρεβώ ντ’ Αλλόν, τον Σατλέ, τον Βεμπέρ και κατά περίπτωση με τον Σαμί
Ναίρ.
Αντιθέσεις-Αρνήσεις è Ανοιχτό σύστημα: Η.
Levebvre:
Οι έρευνες για τη λογική3
(ή της λογικής) του H.
Lefebvre
ανέδειξαν την πολυπλοκότητα του θέματος και ότι κάτω από τη σταλινική «ενότητα
σκέψης» κρυβόνταν οι άλυτες αντιθέσεις του συστήματος που ωθούσαν σε
εκτροχιασμούς.
Ηρακλήτεια αντίληψη: Κίνημα
Παρμενίδης (Ελεάτης): Το απόλυτο Ον είναι και δεν
μπορεί παρά να είναι.
Πρωταγόρας: Σταθερότητα
Η κίνηση ως αποτέλεσμα των αντιθέσεων.
Εγκυκλοπαίδεια: ομόκεντροι κύκλοι.
Χέγκελ: Κάθε φορά που κάποιος διατυπώνει μια σαφή
και ξεκάθαρη θέση, δεν αργεί να παρουσιαστεί και η αντίθεσή της. Αυτή την
αντίθετη θέση ο Χέγκελ την ονομάζει άρνηση.
Θέση – Αντίθεση – Σύνθεση.
Ανώτερο επίπεδο. Aufhebung
- Ανύψωση – Αναίρεση – υπέρβαση – κατάργηση.
Διατήρηση της ανύψωσης σε κάτι ανώτερο.
Μαρξ – Χέγκελ.
Νεαρός Μαρξ – Ώριμος Χέγκελ.
1844-8 – Επιστροφή του Μαρξ στον νεαρό Χέγκελ.
Είναι: απόλυτο μηδέν.
Μια παραπέρα εμβάνθυση μέσα στο Μηδέν αποκαλύπτει το
γίγνεσθαι.
Είναι – μηδέν – γίγνεσθαι.
Άρνηση – θέση – σύνθεση.
Η σημασία του στοχασμού ή του αναστοχασμού (Réflection).
H διαλεκτική του όλου.
Η κομβική σημασία της συνείδησης.
Τριαδικό σύστημα:
Θέση
Αντίθεση που αναιρεί, αρνείται τη θέση.
Σύνθεση αναιρεί την Αντίθεση.
(Άρνηση της Άρνησης).
Γίγνεσθαι – εναλλαγές εν τω χρόνω.
Κίνηση-Αντίθεση-Σύνθεση è Τα πάντα βρίσκονται σε
κίνηση
Ο Λόγος: Η ίδια η φύση είναι πνεύμα.
Διαλεκτικό προτσές è
Πνεύμα.
Αντιθέσεις – Αντινομίες – Χρονικότητα.
Όλα τα μεγάλα έργα. Ιδίως από το 1840 και εδώ, είναι
αντιθετικά, εμπεριέχουν δομικά τις αντιθέσεις, ακόμη και τις αντινομίες σε μια
δυναμική μετεξέλιξη προς άλλα στυλ, τεχνοτροπίες, μορφοποιήσεις.
Τα μεγάλα έργα: Ολυμπία,
Οι δεσποινίδες της Αβινιόν
συνιστούν συγκεκριμενοποιήσεις της αντινομικής κίνησης της ιστορίας, της
ιστορίας της τέχνης και του πολιτισμού ειδικότερα, σε μια δεδομένη χρονική περίοδο
(1870-1907), ακόμη και με στάδια, αντιφάσεις, εκδοχές κ.α στη διάρκεια της
δημιουργίας του. Η αντινομική δυναμική της ιστορίας της τέχνης προς το άλλο, το
μοντέρνο. Ο καταλυτικός ρόλος της πρωτοπορίας.
Από μερικά μεγάλα αντινομικά έργα τέχνης βγαίνουν
διαφορετικά ρεύματα στη συνέχεια.
Σύνθεση: Η αντινομική έκφραση.
Σύνθεση;
Λόρεντζ: Μετασχηματισμός
Ξεπέρασμα των αντιφάσεων των 2 φυσικών.
Ενωποιητικό στοιχείο: Εξισώσεις
Συστημική σταθερότητα- Σταθερότητα σκέψης
Συστημική αστάθεια.
Συστημική ισορροπία.
Μόνιμη, διαρκής ασταθής ισορροπία των συστημάτων.
Παγκόσμιo
σύστημα, θεωρητικό και επιστημονικά συστήματα σκέψης από τις αρχές του ΧΧου,
δομική, αστάθεια πολύμορφη, πολυεπίπεδη,
ολική. Κατά τον Λόρεντς, κάθε σύστημα περικλείει, εμπεριέχει δομική αστάθεια. Η
δομική ισορροπία είναι αποτέλεσμα διαρκών ασταθών μεταβολών στο εσωτερικό του
συστήματος.
Αντιθέσεις: Ο ενωποιητικός ρόλος της ιδεολογίας: Α.
Γκράμσι.
Ιδεολογική κριτική, ως άρνηση κατεστημένων
ιδεολογικών αντιλήψεων, πρακτικών και συγχρόνως ή προετοιμασία δυνατών ξεπερασμάτων,
μέσω της άρνησης.
Η αρνητική στιγμή της πράξης ως προϋπόθεση του
ξεπεράσματος.
Αντιθέσεις ιδεολογικές – ιδεολογική κριτική (1842-4)
Αντιθέσεις κοινωνικές 1844-8.
Κ. Μαρξ: Πρόλογος της εισαγωγής της κριτικής της
πολιτικής οικονομίας.
Η Μεγάλη Άρνηση (Η. Μarcuse).
Η καθορισμένη άρνηση (Th.
Adorno).
Oι αντιθέσεις απορρέουν από
τις δομές, τη φύση τους.
Ξεπερνιούνται μόνο με αλλαγή τους, με τη δημιουργία
νέων και απελευθερωμένων-απελευθερωτικών δομών.
Η διαπίστωση – παραδοχή της ύπαρξης αντιθέσεων,
κρυμμένων, καλυμμένων από την κυρίαρχη σταλινική
ιδεολογία απελευθέρωσε τη σκέψη και τη δράση προς πολλαπλές κατευθύνσεις.
Η διαπίστωση ήλθε από τις ανέλπιστες εξεγέρσεις στις
Ανατολικές χώρες (πρώτα στην Ανατολική Γερμανία το 1953 και μετά από τις άλλες)
που ράγισαν την πίστη σε μια παντοδύναμη υπέρτατη ιδεολογική-σταλινική αρχή.
Αλλά και από την εσωτερική εξέλιξη των κοινωνικών
και θετικών επιστημών, αλλά και της λογικής, που οδήγησαν στο τέλος της
βεβαιότητας και στην ανάγκη σύλληψης και δημιουργίας εναλλακτικών, ακόμη και
ανατρεπτικών λογικών, και σε κάθε περίπτωση ανοιχτών…
Η επέκταση με ενιαίο τρόπο της ανθρωπιστικής
(αντι-αλλοτριωτικής) μαρξικής προβληματικής σύλληψης του νεαρού Μαρξ (χωρίς την
οικονομική-επιστημονική μεταλλαγή του μοντέλου από τον Πρόλογο4 και μετά) από την Κριτική θεωρία.
Ο μονοπωλιακός και στη συνέχεια ο ύστερος
καπιταλισμός αλλοτρίωσε όλη την κοινωνία, όχι μόνο το προλεταριάτο.
Νέα στρώματα και ομάδες που ανέδειξε ιδίως ο ύστερος
καπιταλισμός, νέοι, γυναίκες, φοιτητές, μειονότητες, μαζικά
πολιτιστικά-καλλιτεχνικά κινήματα, με δομικά αρνητικά ιδεολογικά – και όχι μόνο
– χαρακτηριστικά και με έντονα τα φυγόκεντρα στοιχεία.
Απόρριψη και ενσωμάτωση.
Η ισοπεδωτική
ενιαία σκέψη οδήγησε τον ταξηφιλελευθερισμό και στον αυταρχισμό,
περιορίζοντας κάθε στοιχείο δομικής αμφισβήτησης, άρνησης, ανυπακοής.
Λογικές αντιθέσεις:
Συνθετικότητα.
Αναγέννηση
Αρχή της ανθρωπιστικής σύλληψης υπό τη νέα πλέον
οπτική του αναγκαίου ξεπεράσματος.
Δάντης, Βοκκάκιος, Πετράρχης, Πετραρχισμός.
Η αλλαγή, η διαφοροποίηση της κοινωνικής συγκρότησης
(σύνθεσης) της εργατικής τάξης.
Μέσο του 198ου αι: Ο λεγόμενος φιλελεύθερος
καπιταλισμός είναι στην περίοδο της ακμής του μέσα από μια διαδικασία διαρκούς
εκβιομηχάνισης στις μεγάλες χώρες της Ευρώπης: Αγγλία – Γαλλία. Αντίστοιχα
διαμόρφωσε και το προλεταριάτο ως αυτοτελή, αυτόνομη και κοινωνιολογικά ενιαία
τάξη. Επανάσταση του 1848. Διαρκείς κρίσεις-διαρκείς επαναστάσεις – Κομμούνα
του 1879.
Μονοπωλιακός καπιταλισμός-αρχές του ΧΧου αι. Ο
καπιταλισμός των Καρτέλ και των Τραστ.
Το κέντρο βάρους του καπιταλισμού μετατίθεται στην
Αμερική. Γιγάντωση και μετασχηματισμός της δομής του:
Η κορυφή, η ιδιοκτησία αλλάζει. Από τον ατομικό
καπιταλιστή πάμε στους συνασπισμένους και συγχρόνως αλληλο-υποσκάπτοντες
καπιταλιστικές. Η καπιταλιστική αντίθεση
γενικεύεται πλέον και γίνεται καθεστώς και στο εσωτερικό της κυρίαρχης
καπιταλιστικής τάξης, με ότι αυτό συνεπάγεται. Συγχρόνως η εργατική τάξη
διασπάται από τον φορντισμό σε δύο κύριες κατηγορίες:
ειδικευμένους-ανειδίκευτους, ενώ συγχρόνως μαζικοποιείται και διεθνοποιείται η
συγκρότησή της, όπως διεθνοποιείται και η συγκρότηση του καπιταλισμού.
Αυτές οι δομικές αλλαγές γενικεύονται στη συνέχεια
σε όλο τον κόσμο, ωθούν στην ακατάσχετη ανάπτυξη, η οποία καταλήγει στην μεγάλη
κρίση του 1929 (Κραχ). Έκτοτε ο καπιταλισμός προσπαθεί να ρυθμίσει τις κρίσεις
και τις αντιθέσεις του, της εσωτερικές ανισορροπίες του.
Η αλλαγή της
δομής της εργατικής τάξης έχει ως σημαντική επίπτωση την αλλαγή της
συμπεριφοράς, της συνείδησής της κ.α. Είμαστε πλέον πολύ μακριά από τον μάστορα
(Ξυλουργό, ράφτη, τσαγκάρη, τυπογράφο, βυρσοδέψη του εργαστηρίου κ.α. από την
εμφάνιση του καπιταλισμού μέχρι το 1848) και το προλετάριο στα μέσα του 19ου
αι.
Η άμεση σχέση του εργάτη με τα αντικείμενα, τα
εργαλεία, τα μέσα της παραγωγής, ο έλεγχος του προϊόντος, της παραγωγής κ.τ.λ. αλλάζουν.
Έχουμε πλέον τον εργάτη – μάζα5, με δομική αδυναμία
ιστορικής συνειδητοποίησης.
Το γενικότερο πρόβλημα της υποκειμενικότητας και της
συνειδητοποίησης.
Οι μεγάλες άγριες απεργίες. Μάης του ’68, κ.α.
Η διαρκής αλλαγή της δομής με την υιοθέτηση της
πολιτικής του μοιράσματος του οικονομικού ρίσκου μεταξύ των μεγαλοκαπιταλιστών,
οδηγεί σε μια δομική ανισορροπία την
κορυφή του συστήματος, στην ανάγκη διαρκών – εσωτερικών - αλλαγών και
ανταγωνισμών.
Το ρίσκο του συστήματος μπαίνει στην καρδιά της κυρίαρχης
μεγάλης καπιταλιστικής τάξης, η οποία με τη διαρκή επέκταση και διεύρυνση, όλο
μεγαλώνει κι αυτή αριθμητικά, αλλά και οικονομικά. Από τον ένα Ροκφέλερ φθάσαμε στους πολλούς συνασπισμένους Ροκφέλερ
και στα Funds.
Η κοινωνική αντίθεση έτσι αποκτά έναν πολύμορφο και διάχυτο χαρακτήρα, έτσι
ώστε να δημιουργείται μια ενδογενής και προς τη διαρκή σύγκρουση και στην
ανάγκη νέας ρύθμισης, μέχρι το 2008, όπου η κρίση γενικεύεται και ξεσπά πόλεμος όλων εναντίον όλων: Κεφαλαιοκρατικών μεταξύ τους, κεφαλαίου
και εργασίας, με σαφή την τάση σύνθλιψης των μεσαίων τάξεων, που είχε
δημιουργήσει ο καπιταλισμός ως ανάχωμα στις μικρές κρίσεις του, αλλά και πόλεμος
μεταξύ των εξαρτημένων τάξεων.
Από την άποψη
αυτή η αναγκαστικά γενικευμένη μετανάστευση απειλεί να τινάξει στον αέρα το σύστημα
από τα κάτω.
Αντιθέσεις δηλαδή βασικές, δομικές, γενικευμένες, σε
διαρκή μετασχηματισμό και στον ίδιο διαρκή έκρηξη, αλλά χωρίς δυνατότητα
συνειδητοποίησης της ανάγκης εναλλακτικών πολιτικών λύσεων, καταστάσεων.
Ο εργατικός έλεγχος έχει στην ουσία εξαφανιστεί και το κεφάλαιο κινείται για να λύσει το πρόβλημά του ανενόχλητο.
Αντιθέσεις κοινωνικές σε διαρκή μεταλλαγή χωρίς
μέχρι τώρα να έχει κατορθώσει να δημιουργηθεί ένα συνολικό εναλλακτικό
ανθρωπιστικό-σοσιαλιστικό σχέδιο για τη δημιουργία ενός συστήματος δυνατότερου
και ειρηνικότερου διεθνώς, παρά την τεράστια τεχνολογική πρόοδο, την απίθανη
ανάπτυξη της παραγωγικότητας της εργασίας, τη διαρκή κρίση του συστήματος, που
είναι πλέον μόνιμα απορρυθμισμένο…
Αντιθέσεις που διαπερνούν τη σύγχρονη κοινωνία στο σύνολο τους, και που
ωθούν στην απομόνωση, στην υποβάθμιση, στην περιορισμό ακόμη και στον
αυτοπεριορισμό του ατόμου. Οι ομάδες είναι πλέον μόνο τυπικές οντότητες,
ενώ οι εξαρτημένες τάξεις έχουν χάσει
κάθε αναφορά ή σύνδεση με την ιστορία, με το ιστορικό γίγνεσθαι.
Αντιθέσεις πολλαπλές, πολύμορφες που δεν οδηγούν σε
καμία σύνθεση. Ο θρυμματισμός, κοινωνικός και ιδεολογικός κόσμος είναι πλέον
μόνιμη κατάσταση.
Μοντερνισμός-Πρωτοπορία στις αρχές του ΧΧου
αι.: Ξεπέρασμα του ποζιτιβισμού και των αβεβαιοτήτων του Ιμπρεσιονισμού προς
μια νέα ενωποιητική – συνθετική – μοντέρνα και αφηρημένη έκφραση.
Η υποκειμενικότητα σε όλες τις εκφάνσεις της: κοινωνική,
πνευματική, καλλιτεχνική, θεωρητική και πρωτοπορείες.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1.
Βλ.
H. Lefebvre,
Η εποχή της περιφρόνησης, Ύψιλον, -Χ. Μαρκούζε, Αρνήσεις, Ύψιλον, Ι. Μεσάρος, Η θεωρία του Μαρξ για την αλλοτρίωση, Κουκκίδα.
2.
Εκδ. Praxis.
3.
Βλ. H. Lefebvre, Logique formelle et logique
dialectique,
Anthopos.
4.
Bλ. Κ. Μαρξ, Πρόλογος στην Εισαγωγή στην Κριτική της Πολιτικής
Οικονομίας, Αναγνωστίδης.
5.
Βλ. M. Trondi, Quvriers et Capital,
Ed. Entremonde.
ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ-ΑΡΝΗΣΕΙΣ-ΑΝΑΣΤΟΧΑΣΜΟΣ
H κριτική θεωρία με συνεχείς έρευνες και
μελέτες προσπαθεί να κάνει ένα στοχασμό και αναστοχασμό (réflexion)
πρωταρχικά για τη φύση των αντιθέσεων στον μονοπωλιακό και στον ύστερο
καπιταλισμό, υπό την οπτική πάντοτε του δυνατού ξεπεράσματός του μέσω της
άρνησης, της διαρκούς, της μόνιμης, της δομικής, της καθορισμένης άρνησης.
Οι αντιθέσεις καθαυτές ή ως τέτοιες ελάχιστη σημασία
έχουν, ούτε εξάλλου μπορούν να φωτιστούν διαλεκτικά χωρίς την οπτική του
ξεπεράσματος. Επιβάλλεται η ενδελεχής έρευνα και μελέτη τους, έχοντας
συνείδηση μετά την ήττα των επαναστάσεων του 1920-23, την τραγική εμπειρία του Βου
Παγκοσμίου Πολέμου και την εξέγερση
αρχικά στις πρώην ανατολικές χώρες, ότι το νέο οικονομικό-κοινωνικό σύστημα που
διαμορφώθηκε βασίζεται στον έλεγχο των οξύτατων δομικών αντιθέσεών του, παρά
την προσπάθεια της συγκάλυψής τους. Και αυτές είναι μάλιστα περίπου ίδιες,
ίδιες ποιότητες στη δύση και την τότε ανατολή, αφού βασίζονται και απορρέουν
από την ίδιας μορφής κοινωνική διαίρεση της εργασίας, στο βαθμό που έχει
διαδοθεί και επιβληθεί παντού ο τεϋλορισμός και ο φορντισμός. Οπότε οι
κοινωνικές αντιθέσεις τέμνονται και ανατέμνονται συνέχεια από τους θεωρητικούς
της Σχολής της Φρανκφούρτης, και με βάση πάντοτε τη θεμελειώδη θέση τους, όπως
αυτή διατυπώθηκε από τον Χορκχάϊμερ στο ιστορικό κείμενό του, Παραδοσιακή και κριτική θεωρία1, η φιλοσοφία ή είναι κοινωνική πλέον ή δεν είναι
φιλοσοφία, εντάσσουν την όλη κριτική των
θεωρητικών συστημάτων, των πολιτικών, ιδεολογιών, των νέων μορφών του
αναπτυσσόμενου δυναμικά, εποικοδομήματος σε αυτή την οπτική. Παραγωγή και
αναπαραγωγή σε διαρκώς νέες και πιο απάνθρωπες μορφές της κοινωνικής διαίρεσης
της εργασίας. Αυτή είναι η πεμπτουσία του ύστερου καπιταλισμού και του ανατολικού σοσιαλισμού. Ο δεύτερος
υπό τις επιπτώσεις της έκρηξης των αντιθέσεών του και του γενικότερου
αντιπαραγωγικού χαρακτήρα του κατέρρευσε
επί Γκορμπατσόφ. Ο ύστερος καπιταλισμός, παγκοσμιοποιημένος πλέον πρώτος συνεχίζει και επιβιώνει μέσω
συνεχών νέων προκλήσεων και αντιθέσεων που οδηγούν σε νέες διαδοχικές κρίσεις
και πλέον σε μικρούς προς το παρόν πολέμους, όπως ο ολιγαρχικός καπιταλισμός
της Ρωσίας, αλλά κανείς δεν ξέρει τι μέλει γενέσθαι.
Η Κριτική θεωρία προσέγγισε συστηματικά τις
αντιθέσεις του νεοκαπιταλισμού υπό την οπτική της αλλαγής του, της ριζικής
ανατροπής του μέσω της καθορισμένης άρνησης ή σε μια πιο μαζική μορφή της Νέας
μεγάλης άρνησης. Έτσι έδωσε τις
ιδεολογικές βάσεις της Νέας επαναστατικής αριστεράς της δεκαετίας του 1960,
συνεχίζοντας να στοχάζεται και ν’αναστοχάζεται πάνω στις δυνατότητες και τις
προϋποθέσεις ξεπεράσματος ενός συστήματος που έχει κάνει απόλυτη αρχή την όλο
και πιο εκμεταλλευτική, καταπιεστική, ολοκληρωτική κοινωνική διαίρεση της
εργασίας. Η Κριτική θεωρία προέταξε τις αρνήσεις γενικά, στο αλλοτριωμένο και
καταπιεστικό σχολείο – καρδιά της αναπαραγωγής του συστήματος – ειδικώτερα,
στην κουλτούρα, στο εργοστάσιο: παντού, καθολικά. Στόχος είναι πάντοτε το ξεπέρασμα δια της πράξης. Η
κριτική του δομικά αντιθετικού, άδικου, ολοκληρωτικού συστήματος είναι ολική,
ξεκάθαρη, χωρίς αμφιταλαντεύσεις και υποχωρήσεις. Και μέχρι την πραγματοποίηση
της άρνησης, ιδεολογική κριτική, ολική, ρηξικέλευθη, ριζοσπαστική, δηλαδή να
φθάνει μέχρι τη ρίζα της κυριάρχησης.
Όλες οι φιλοσοφικές και κοινωνιολογικές σχολές
αντιμετωπίζονται κριτικά από την Κριτική θεωρία, με στόχο τη διεύρυνση του
μοντέλου, τον εμπλουτισμό του, τη μετακριτική-ιστορική στερέωσή του, με στόχο
τον διαλεκτικό φωτισμό όσο πιο σύνθετα ήταν δυνατό της πράξης: Κριτική θεωρία ως πράξη και ως
προσπάθεια στοχαστικής και αναστοχαστικής συστηματικής ιδεολογικής κριτικής, με
στόχο πάντοτε την πράξη, το ξεπέρασμα: το ξεπέρασμα δια της πράξης.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Eκδ.
Έρασμος.
ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ – ΑΡΝΗΣΕΙΣ-ΑΝΤΙΝΟΜΙΕΣ.
ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΣ
1953: Πρώτη εξέγερση στην Αν. Γερμανία-Σπάσιμο του
πάγου, της μονολιθικότητας του Σοβιετικού μαρξισμού.
Δεκαετία 1950: Ο Α. Λεφέβρ πραγματοποιεί την πρωτοποριακή
έρευνα του για τη σχέση μεταξύ της διαλεκτικής και της τυπικής λογικής1. Συμπέρασμα: Τέλος η
παραδοχή της μονοδιάστατης και μονοκατευθυντικής σχέσης, θέση-άρνηση-σύνθεση. Η
θέση αυτή υποκρύπτει πλήθος άλυτων αντιθέσεων, τουλάχιστον φαινομενικά, και οι
οποίες πρέπει να διερευνηθούν πολύπλευρα ως τέτοιες.
Μέσα της δεκαετίας του 1950: 1956 εξέγερση στην
Βουδαπέστη.
Ο Μαρκούζε δημοσιεύει το ιστορικό βιβλίο του Σοβιετικός μαρξισμός2, μετά από πολύχρονη
συστηματική μελέτη των σοβιετικών ιδεολογικών σχημάτων, προταγμάτων,
προπαγαντιστικών και άλλων διακηρύξεων και κειμένων. Σε αυτό το βιβλίο ο
Μαρκούζε δείχνει για πρώτη φορά ότι δεν πρόκειται για κανέναν μαρξισμό, για
καμία μαρξιστική διαλεκτική και θεωρία, αλλά για την αντιστροφή τους, την εκχυδάϊση,
την παραμόρφωση και κυρίως την αντιδραστική ιδεολογικοποίηση –απολογητική της
νέας κατεστημένης τάξης που αναδείχθηκε μέσα από τη επανάσταση του 1917 και με τον Στάλιν έγινε η
νέα κυρίαρχη κατάσταση.
Το κείμενο αυτό του Μαρκούζε αποτελεί την
ιδρυτική πράξη της δημιουργίας της Νέας
επαναστατικής Αριστεράς, η οποία πλέον επεκτείνει την κριτική της από το
καταπιεστικό ανατολικό μπλοκ και στο δυτικό μονοπωλιακό καπιταλισμό, ουσιαστικά
θεωρώντας τον το ίδιο καταπιεστικό, αυταρχικό, ολοκληρωτικό, παρά τη μασκαράδα των
εκλογών ειδικά στην Αμερική.
Οι ενύπαρκτες ακραίες κοινωνικές κατά πρώτο λόγο,
αλλά και κατ’ επέκταση και πολιτικές και ιδεολογικές, ακόμη και πολιτισμικές αντιθέσεις
συνειδητοποιούνται ευρύτερα από τη διεθνή πρωτοπορία και θεωρητικοποιώνται
κριτικά, απελευθερωτικά.
Συγχρόνως, μέσα από τη συνειδητοποίηση της βαθειάς
κρίσης που άφησε πίσω του ο Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος από την Αμερικάνικη και την
ευρωπαϊκή εικαστική – πρώτιστα πρωτοπορεία αναδύονται δύο νέα κριτικά και
ριζοσπαστικά κινήματα της μοντέρνας τέχνης: Ο Αμερικάνικος αφηρημένος
εξπρεσιονισμός (Σχολή της Ν. Υόρκης) και η Ανήμορφη τέχνη (Σχολή του Παρισιού).
Η κριτική, ακόμη και η άρνηση του νεο-αναδυόμενου καπιταλισμού, του
νεοκαπιταλισμού της ευμάρειας και της τεχνητής ευφορίας, είναι πλήρης από την
καλλιτεχνική ευρύτερα πρωτοπορία
(λαμβάνοντας υπόψη και τον νέο αναδυόμενο σινεμά του δημιουργού, το θέατρο του
παράλογου κ.α.). Έτσι η ιστορία δια της πράξης της πρωτοπορίας αποκτά νόημα-κατεύθυνση:
Ριζοσπαστική κριτική και άρνηση. Η νέα Μεγάλη άρνηση που εισηγείται ο Μαρκούζε
διαδίδεται παγκόσμια και γίνεται ο
νέος συστηματικός πόλος θεωρητικής και
ιδεολογικής ολικής κριτικής του συστήματος. Οι αντιθέσεις έτσι μεταπλάθονται σε
συνείδηση της πρωτοπορίας και μετασχηματίζονται λιγότερο ή περισσότερο
συνειδητά σε θέληση για το ξεπέρασμα, για την απελευθέρωση.
Δεν έχουν πλέον νόημα καθαυτές, αλλά μόνο ως βάση
του συνειδητού ξεπεράσματος δια της πράξης της πρωτοπορείας, κοινωνικής,
αισθητικής και πολιτισμικής.
Μέσα σε αυτές τις νέες συνθήκες κριτικής και άρνησης
που διαμορφώνονται για πρώτη φορά με σύγχρονους όρους, και πρωταρχικά για πρώτη
φορά με όρους εποικοδομήματος και σε επίπεδο εποικοδομήματος μαζικά στις
ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις, η ξεχασμένη κριτική θεωρία αναβιώνει,
ανασυγκροτείται, επικαιροποιείται, επεκτείνεται, προσθέτοντας και νέα πεδία
ερευνών στα ενδιαφέροντά της, και ουσιαστικά αναδεικνύοντας την κριτική στον
πολιτισμό πλέον σε πρωταρχική.
Οι θεωρητικοί της Σχολής της Φρανκφούρτης, αλλά και
του ευρύτερου κριτικού πεδίου του δημοσιεύουν συνέχεια νέα και σημαντικά
κείμενα, δείχνοντας ακόμη καλύτερα ότι η κριτική θεωρία στις νέες συνθήκες
ανασυγκροτημένη μεθοδολογικά και επιστημολογικά, μπορεί ν’αποτελέσει τη νέα
θεωρία αλλαγής.
Συγχρόνως δημιουργείται και ο γαλικός νέος
ουμανιστικός μαρξισμός ως απόρροια της βαθειάς κρίσης συνείδησης που αφήνει πίσω
του ο Β΄ παγκόσμιος πόλεμος, και ο οποίος συναντάται με την Κριτική θεωρία,
συγκροτώντας ένα διεθνές πρωτόγνωρο πολύμορφο θεωρητικό κριτικό κίνημα ανοιχτό
στη συζήτηση και τον διάλογο, αλλά με την ίδια στόχευση: Την καταγγελία της
απάνθρωπης αλλοτριωμένης ολικά και ολοκληρωτικής πλέον νέας καπιταλιστικής
τάξης πραγμάτων και την αναζήτηση της απελευθέρωσης.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Βλ. H. Lefebvre, Logique formelle, logique diclectique, Anthropos.
2. Εκδ. Καστανιώτης.
ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ-ΑΡΝΗΣΕΙΣ-ΞΕΠΕΡΑΣΜΑ
Υπάρχουν δύο τάσεις στην Κριτική θεωρία, από τις
απαρχές της μέχρι το 1975-80, που τελειώνει η ιστορική της διαδρομή, με τη
δεύτερη περίοδο του J.
Habermas.
(Η τρίτη, δηλαδή η παρούσα περίοδος του Χάμπερμας,
δεν θεωρείται πλέον ως Κριτική θεωρία αλλά ως αναθεωρητισμός).
Η πρώτη τάση συγκεκριμενοποιείται μέσω των δοκιμίων,
αρχής γενομένης από τα δοκίμια του Ζίμελ και κυρίως του νεαρού Λούκατς Η ψυχή και οι μορφές1, και Ιστορία και ταξική συνείδηση2.
Στη συνέχεια τα πρώτα κείμενα των φρανκφουρτιανών,
Μπένζαμιν, Χορκχάϊμερ, Αντόρνο, Μαρκούζε, έχουν έναν δοκιμιακό χαρακτήρα, υπό
την ισχυρή πάντοτε επίδραση του νεαρού Λούκατς.
Ο νεαρός Λούκατς, μεγάλος μαιτρ του λόγου,
δημοσιεύει και άλλα ιστορικά κείμενα, όπως το Θεωρία
μυθιστορήματος3,
πρωθύστερο από το Η ψυχή και οι μορφές4,
πιο άμεσο, πιο πρωτόλειο, στο οποίο συλλαμβάνει τη βασική μορφή της μοντέρνας
αισθητικής, ή της αισθητικής της μοντέρνας τέχνης με έμφαση και αναφορά στο νέο
τότε (μοντέρνο) μυθιστόρημα1*.
Το παράδειγμα του νέου μυθιστορήματος, το οποίο έχει
ήδη σπάσει τις μορφές της παραδοσιακής μορφολογίας, ανοίγει το δρόμο για τη
συγκρότηση της μοντέρνας αισθητικής, ή της Αισθητικής της μοντέρνας τέχνης, με
έναν θετικό τρόπο: Προσπάθεια εμμενούς κατανόησης της νέας και ξεπεσμένης
ανθρώπινης συνθήκης που δημιούργησε ο μονοπωλιακός καπιταλισμός, υπό την οπτική
της ριζικής αλλαγής της.
Ενώ έχουν υπάρξει ακόμη και τα ιστορικά κινήματα του
μοντερνισμού (ή της μοντέρνας τέχνης) από το 1907 μέχρι τότε (1916), δεν έχει
ακόμη μιλήσει κανείς για τη νέα αισθητική θεωρία που αναδύεται. Όλοι οι
κριτικοί τέχνης, κινούμενοι περισσότερο
εμπειρικά-εμπειριστικά καταγράφουν με κάθε λεπτομέρεια το νέο πολιτισμικό
φαινόμενο, το περιγράφουν, το αναλύουν όπως μπορούν σύμφωνα με την νέα θεώρηση
του κόσμου που αναδυόνταν, αλλά κανείς δεν έφθασε στην καρδιά του θέματος. Νέες
ιστορικές, καινοτόμες, ριζοσπαστικές μορφές ως σύμπτωμα-έκφραση λέει ο νεαρός
Λούκατς-ενός νέου κόσμου που αναδύεται κριτικά μέσα από τα συντρίμμια του παρελθόντος «ξεπεσμένου κόσμου».
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες ισχυροποιείται,
διαδίδεται, γενικεύεται η νέα μοντέρνα τάση, η αισθητική δεν αποχωρίζεται το
δοκίμιο ως μορφή συγγραφής. Το δοκίμιο κινείται πάντοτε μεταξύ δύο πόλων, είναι
μια διαρκής πνευματική και θεωρητική ταλάντωση, καταγράφει και αναδεικνύει τις
εντάσεις μεταξύ κοινωνικής πραγματικότητας και αισθητικής μορφής. Δεν
παρασέρνεται σε εύκολες συνθέσεις. Παραμένει πιστό στο πραγματικό. Εντάσεις,
αντιθέσεις, αντιφάσεις, ακόμη και αντινομίες, κοινωνικές και συνακόλουθα και πνευματικές, διανοητικές,
ψυχικές, ακόμη και υπαρξιακές, τις καταγράφει, τις επισημαίνει, κατά κανόνα
πάντοτε με τραγικό τρόπο, αναδεικνύοντας την ενύπαρκτη τάση προς την αβεβαιότητα ως την κύρια τάση
του μοντερνισμού. Η πολιτισμός πλέον είναι σε μόνιμη σε δομική κρίση. Αυτό
είναι συνοπτικά το κύριο μοτίβο του μοντερνισμού ειδικά στο χώρο του μυθιστορήματος.
Μόνον η ιστορική αφηρημένη τέχνη κυρίως στη Ρωσία θα
αποτολμήσει ένα μοναδικό ξεπέρασμα προς τη σύλληψη – σε επίπεδο εννοείται
μορφής – ενός άλλου κόσμου, περισσότερο η κυρίως πνευματικού, ως ριζική άρνηση
του υπάρχοντος ξεπεσμένου και αλλοτριωμένου ολικά κόσμου. [Δυστυχώς αυτή η
ιστορικής σημασίας αισθητική και μορφή-μορφολογική τάση δεν αντιμετωπίστηκε
ικανοποιητικά από τον τότε μαρξισμό, με προεξάρχοντα τον Λένιν, ο οποίος είχε
περισσότερο κλασικές-συντηρητικές απόψεις].
Το κίνημα ΛΕΦ5, από την άποψη αυτή, στη Ρωσία είναι
ιστορικά μοναδικό. Προσπαθεί να συνδέσει διαλεκτικά, ενιαία την τάση προς την
απελευθέρωση της κοινωνίας με την απελευθέρωση τότε (1914-1920-22) της
μοντέρνας τέχνης και ιδίως της αφηρημένης.
Οι εντάσεις της σκέψης βέβαια με μια λιγότερο ή
περισσότερο δοκιμιακή μορφή διατύπωσης και έκφρασης διατηρήθηκαν σε όλα τα
κείμενα των θεωρητικών της Σχολής της Φρανκφούρτης μέχρι τέλους, ιστορική
κληρονομιά των εντάσεων και των αντιθέσεων που ανέδειξαν με οξύ τρόπο ο
ιμπρεσιονισμός πρώτα και με πιο εμφατικό τρόπο τα κινήματα της ιστορικής
πρωτοπορίας στη συνέχεια μέχρι τέλους. Έτσι έγιναν ακόμη περισσότερο δομικό
στοιχείο της φρανκφουρτιανής μορφής έκφρασης, η
οποία είναι ιδιότυπη, ακόμη και ιστορικά μοναδική.
Ως σύνθετο προϊόν της συνειδητοποίησης των αντιθέσεων
του νέο – του μονοπωλιακού – καπιταλισμού τα κείμενα των φρνκφουρτιανών φέρουν
πάντοτε την αποτύπωση της τραγικότητας της σύγχρονης ανθρώπινης συνθήκης, που
παρά τις μεταλλαγές της δεν έπαψε πάντοτε να παραμένει τραγική, με διαρκώς
βέβαια νέες μορφές. Και γενικότερα, άλλη η μορφή έκφρασης του νεαρού Μαρξ, του
ώριμου και του γέρου Μάρξ, και άλλη, σύγχρονη, μοντέρνα πλέον η μορφή έκφρασης
των θεωρητικών της Κριτικής θεωρίας, έκφραση
συγχρόνως και αποτέλεσμα της συνειδητοποίησης της νέας εποχής σκέψης και
πράξης που ανέδειξε ο μοντερνισμός στην τέχνη και όχι μόνον. Και όσο διατηρούνται
οι εντάσεις στην έκφραση, διατηρούνται κατά τρόπο ομόλογο όπως έλεγε ο Γκολντμάν,
και η αβεβαιότητα για το επιβαλλόμενο,
άλλα δύσκολα πραγματοποιούμενο αναγκαίο ξεπέρασμα του συστήματος.
Ξεπέρασμα γενικότερα σε όλα τα επίπεδα σκέψης και πράξης. Η δυνατότητα, όσο
εξέλειπε ο Λόγος, για να παραφράσουμε τον Χορκχάϊμερ, πραγματοποίησης ξεπερασμάτων,
έστω και μερική, όλο και απομακρυνόνταν από τον ορίζοντα της Κριτικής θεωρίας.
Έτσι, η Κριτική θεωρία αυτοεγκλειόνταν
όλο και περισσότερο σε ένα ιδεατό, αυθεντικό και γνήσιο πάντοτε, κατά το δυνατό
αλώβητο, πλην όμως όλο και περισσότερο
ιδεατό κόσμο, για να μη πούμε ιδεαλιστικό, και μάλιστα από ένα σημείο και μετά
χωρίς την όποια (δια)σύνδεση με την πραγματικότητα (τέλος της δεκαετίας του 1950, όταν η ενσωμάτωση, δομική και λειτουργική
είχε γίνει η νέα κυρίαρχη κατάσταση).
Από το 1956 με τη δημοσίευση του ιστορικού Μονοδιάστατου ανθρώπου6 από τον Μαρκούζε διαμορφώθηκε μια άλλη λιγότερο εντασιακή
τάση ως προς τη δομή, τη μορφή, ακόμη και την ίδια την υπόσταση των κειμένων
κυρίως του Μαρκούζε. Τα κείμενα του πλέον, χωρίς να εγκαταλείπουν τη μορφή του
δοκιμίου, με βάση πιο πολύ τη χεγκελο-μαρξιστική μέθοδο του ίδιου του Μαρξ,
ανάδειξαν τις υπαρκτές, πάντα κατά τον Μαρκούζε, δυνατότητες αλλαγής, ακόμη και
ξεπεράσματος. Ο καπιταλισμός της οργάνωσης, παρά και εξ αιτίας
του βαθειού, του ολικού του ανορθολογισμού, αφήνει κάποια περιθώρια δράσης, κινητοποίησης, ώστε να μπορέσει να
δημιουργηθεί κάποιο έστω και μικρό ρήγμα
στην κυριάρχηση. Η δυνατότητα άρνησης
μπορεί να αποκτήσει υλική υπόσταση, να γίνει δύναμη ιδεών, όπως θα έλεγε ο
Γκράμσι. Και αυτό γιατί υπάρχουν πάντοτε
υποκείμενα, που αν συνειδητοποιήσουν την ολικά αρνητική κατάσαση στα οποία τα
έχει καταδικάσει ο νεοκαπιταλισμός, μπορούν να φθάσουν στην ιδέα της Μεγάλης
άρνησης, στην ιδέα της Απελευθέρωσης.
Η ολικά αρνητική διαλεκτική κατά τον Μαρκούζε,
πάντοτε έγκυρη και επίκαιρη, δεν πρέπει να αυτοεγκλεισθεί στους τοίχους που η
ίδια δημιουργεί και να αυτοπεριοριστεί
στην απόλυτη αλλά άνευ αντικειμένου πλέον αρνητική κατάστασή της, καθαρή
μεν, αλλά περισσότερο μια απλή θεωρητική κατασκευή, δηλαδή χωρίς κάποια έστω
και πιθανή ή ακόμη καλύτερα και δυνατή δυναμική (αρνητική-θετική) σύνδεση με
την αλλοτριωμένη πάντοτε ολικά πραγματικότητα. Ο Αντόρνο βέβαια μέσα στον απέραντο πεσιμισμό
του, μη βλέποντας καμία διέξοδο από την πλευρά της κοινωνίας, ακόμη και στην
περίοδο των μεγάλων κινητοποιήσεων από το 1956 και μετά, αυτοπεριορίστηκε στην
αισθητική έρευνα, η οποία κατέληξε στη συγγραφή της ιστορικής Αισθητικής θεωρίας7 ,
αν και παρέμεινε ημιτελής. Το υποκείμενο, απαραίτητο πάντοτε κατά τα αριστερά χεγκελο-μαρξιστικά
σχήματα της αισθητικής αλλαγής και αναβάθμισης, της μεγάλης μοντερνιστικής
τέχνης στην πέννα του Αντόρνο
περιορίζεται πλέον μόνον στις ιστορικές και στις νεώτερες αισθητικές και καλλιτεχνικές
πρωτοπορίες, οι οποίες έφθασαν ακόμη μέχρι και να υποκαταστήσουν την τέχνη.
Ο Μαρκούζε, πάντοτε προσεκτικός αναγνώστης του
Αντόρνο, συνεχίζει έκτοτε (1956) την προσπάθειά του θετικής θεωρητικοποίησης
των νέων προοπτικών που διανοίκτηκαν από τη μαζικοποίηση της παγκόσμιας πλέον
κινητοποίησης της νεολαίας και όχι μόνο, του ιστορικού κινήματος της
αμφισβήτησης γενικά της υπεραλλοτριωμένης κοινωνίας του ύστερου καπιταλισμού,
της κοινωνίας της ευμάρειας, της ψευτοευημερίας και του καταναλωτισμού ειδικότερα,
παραμένοντας πάντοτε βαθύτερα απαισιόδοξος.
Γνώριζε και από τη συμμετοχή του στην επανάσταση του
Σπάρτακου στη Γερμανία το 1918 ότι ο μονοπωλιακός καπιταλισμός δεν θα αλλάξει
εύκολα. Παρόλα αυτά έπρεπε να γίνει κάθε δυνατή προσπάθεια, κάθε δυνατή κινητοποίηση
και μάλιστα και η τέχνη έπρεπε να
στρατευθεί προς αυτή την κατεύθυνση: την ιδέα της Μεγάλης άρνησης.
Έκτοτε πολύ νερό κύλησε κάτω από το γεφύρι. Ο καπιταλισμός
αντεπιτέθηκε, αναδιοργανώθηκε, κυριάρχησε απόλυτα, και με την πρωτοβουλία των
κινήσεων που πήρε περιθωριοποιώντας το κίνημα μετά το 1975, παγκοσμιοποιήθηκε
ουσιαστικά ανενόχλητος. Κυρίως ιδεολογικά ανενόχλητος, καθόσον ο κόσμος πίστευε
ότι εν πολλοίς η παγκοσμιοποίηση θα μοίραζε διαρκώς χρήματα και μάλιστα εύκολο,
δημιουργώντας μια μόνιμη «ευτυχισμένη παγκοσμιοποίηση», όπως έλεγε ο Α. Μανκ,
κυρίως μέσω της τεχνιτής αύξησης της πλατειάς
κατανάλωσης.
Η κρίση όμως του 2008 ανέδειξε άλλα θέματα, τραγικά μάλιστα.
Βγαίνουν στην επιφάνεια τα καλυμμένα έντεχνα μέχρι τότε τραγικά αδιέξοδα του παγκοσμιοποιημένου
ανεξέλεγκτα καπιταλισμού: Παντού δυστυχία, εξαθλίωση, εξαντραποδισμός του
ανθρώπου, πόλεμοι, ανταγωνισμοί, τοξικότητα. Ασύμμετρες απειλές, αντινομίες που
εκρίγνυνται (δεν βρίσκω άλλη λέξη για να αποδώσω την κατάσταση). Δημιουργούνται
νέα αδιέξοδα και με υπαρκτό πλέον τον κίνδυνο του εκφασισμού, λόγω κυρίως της
αυξανόμενης και της γενικευόμενης εξαθλίωσης, αλλά και λόγω του εκφυλισμού, της
χρεωκοπίας, της συνθηκολόγησης και του ξεπουλήματος των παραδοσιακών πολιτικών.
Οι αντιθέσεις μέσα σε αυτό το νέο πλαίσιο ξαναπροβάλουν
ανεξέλεγκτα, απειλώντας να διαλύσουν τον πολιτισμό ολόκληρο.
Η αρνητική διαλεκτική βέβαια παραμένει πάντοτε
επίκαιρη, καταγράφοντας και
αναδεικνύοντας τις νέες κυρίως αντιθέσεις του συστήματος, οι οποίες πολλές
φορές δεν παύουν να είναι αναπαλαιωμένες αντιθέσεις του παρελθόντος, αλλά κατά
πολύ οξύτερες.
Προσωπικά έδωσα έμφαση στις αντιθέσεις, κρυφές και
φανερές του συστήματος μέχρι το 2008, στην καταγραφή, στη διερεύνηση, τη μελέτη
τους. Από το 2008 πριμοδότησα την ανάγκη μιας θετικής και συνάμα αρνητικά
καθορισμένης απάντησης (όσο παράδοξη και αν φαίνεται η θέση αυτή, αλλά απόλυτα
διαλεκτική σήμερα, εποχή των άκρων, για να παραφράσουμε και τον Χομπσμπάουμ) στην
καθολική κρίση του συστήματος, του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού.
Ως προσωρινό συμπέρασμα πιστεύω βάσιμα ότι το
νεοανθρωπιστικό – θετικό πρόταγμα που ανέδειξε ο Μαρκούζε, επικαιροποιημένο,
διευρυμένο και δυναμικό, είναι η μόνη λύση, ακόμη και αν αποτύχουμε. Δεν θα
υπάρξει ποτέ ξεπέρασμα του πιο άδικου, τοξικού, ακόμη και εγκληματικού
συστήματος που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα, χωρίς την πράξη. Ας θυμηθούμε και
τον Παβέζε2*.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1*. Ο Γκ. Λούκατς την ίδια
περίοδο είχε επεξεργαστεί και άλλα κείμενα εξαιρετικής σημασίας, όπως Η φιλοσοφία της μοντέρνας τέχνης (Klincksieck),
το οποίο δημοσιεύτηκε πολύ αργότερα λόγω του πολέμου και Η συγκεκριμένη φιλοσοφία, γενικότερα άγνωστο, αλλά όχι λιγότερο σημαντικό.
Στο πρώτο εισάγει για πρώτη φορά στην ιστορία της σκέψης την έννοια-ιδέα ότι η
καλλιτεχνική πρωτοπορία δημιουργεί το μοντέρνο, μορφικά, μορφολογικά, αισθητικά
έργο της με βάση την θεωρησιακή συνείδηση που έχει ως μοντέρνα πρωτοπορία ή ως
πρωτοπορία του μοντέρνου κινήματος. Η
θέση αυτή συνιστά μιας ύψιστης σημασίας ορθολογική ερμηνεία της δομικά αντιθετικής
ιστορικογενετικής διαδικασίας σύλληψης και δημιουργίας του μοντερνισμού. Το
κείμενο αυτό, από όσα είναι γνωστά και μέχρι σήμερα, δυστυχώς μάλλον δεν το γνώρισε ποτέ ο Αντόρνο.
Έτσι οι όλες έρευνες της
Κριτικής θεωρίας για τη μοντέρνα δημιουργία, την κατανόηση, την ερμηνεία και
γενικότερα για την αισθητική της, ενώ θα μπορούσαν να ήταν κατά πολύ πιο
ολοκληρωμένες, και παρά το συστηματικό και προχωρημένο χαρακτήρα της, είναι
πολύ μακρυά από αυτή τη μοναδική διαπίστωση-θέση του νεαρού Λούκατς, που λύνει
ένα μέγιστης σημασίας θέμα: την ορθολογική εξήγηση του μοντέρνου έργου τέχνης
εν μέσω αμέτρητων αντιθέσεων ακόμη και αντινομιών, ως ξεπέρασμα
θεωρητικό-διανοητικό-στοχαστικό τους.
Το δεύτερο κείμενο του
νεαρού Λούκατς του 1927, φαίνεται ότι μελετήθηκε από τους Χορκχάϊμερ και
Αντόρνο, και τούτο γιατί λίγα χρόνια αργότερα διατυπώνουν την πρωτότυπη όσο και
κρίσιμης σημασίας θέση, σύμφωνα με την οποία, ενώ η φιλοσοφία έχει μπει πλέον
στη μετα-Χέγκελ εποχή, δηλαδή στην εποχή του τέλους της, και ειδικά στην εποχή του
τέλους της ως ιδεαλιστική ή μεταφυσική φιλοσοφία, ο αναγκαίος και επιβαλλόμενος
πλέον εκ των πραγμάτων πρακτικός χαρακτήρας της (δηλαδή δομικά, αφετηριακά
αντι-ιδεαλιστικός), δεν θα πρέπει να ξεπέσει και σε ένα συγκεκριμενισμό άνευ
αξίας, άνευ πνεύματος, άνευ νοήματος, ιστορικού βάθους κ.α.
2*. Mετά τον Χέγκελ, ζούμε το τέλος της φιλοσοφίας, αλλά όχι της
θεωρίας, ειδικά της μετακριτικής, της μετα-αισθητικής.
Η κριτική θεωρία είναι
πάντοτε, από τη φύση της μια θεωρησιακή
(spéculative)
και κατά τούτο θα επιβιώνει στοχαζόμενη και αναστοχαζόμενη τα επερχόμενα
αναγκαία και επιβαλλόμενα ξεπεράσματα των πάντοτε υπαρκτών αντιθέσεων,
αντιφάσεων, ακόμη και αντινομιών, ακόμη και μετά το τέλος του καπιταλισμού.
Κριτική θεωρία: Κριτική
θέαση της διαπάλης των αντιθέσεων με επιζητούμενη πάντοτε την παρέμβαση της
συνειδητής-συνειδητοποιημένης υποκειμενικότητας.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Εκδ.
Θεμέλιο.
2. Εκδ. Οδυσσέας.
3. Εκ. Άκμων.
4. Βλ. ib.σημ.
1.
5. Βλ. Στ. Δρομάζος, Σοσιαλισμός και κουλτούρα, Θεμέλιο.
6. Εκδ. Παπαζήσης.
7. Εκδ. Payot.
ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ – ΑΡΝΗΣΕΙΣ1* – ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΗ ΚΡΙΤΙΚΗ
Ι
Οι αντιθέσεις και οι
αρνήσεις είναι οι βασικές εκφάνσεις του έργου της Κριτικής θεωρίας, και ως
τέτοιες συνιστούν τη βάση της όλης όλο και ποιο συνθετικής θεωρητικοποίησής
της, όσο περνούσε ο χρόνος και μεταλλασσόνταν ο καπιταλισμός στην πορεία προς
τον ύστερο καπιταλισμό1.
Στην παγκοσμιοποίηση και στη
μεταπαγκοσμιοποίηση ή ακόμη και στην αποπαγκοσμιοποίηση οι αντιθέσεις και οι
αρνήσεις (άλλοτε περισσότερο οι μεν άλλοτε οι δε) επανέρχονται με πιο οξείες, ακόμη
και ακραίες μορφές, μετά από την περίοδο (1995-2005) της ψευτοειρηνικής και καθησυχαστικής
«ευτυχισμένης παγκοσμιοποίησης» και του
εύκολου και κατά κανόνα τεχνητού χρήματος.
Οι αντιθέσεις πλέον μετά το
2008 ωθούν σε μια βαθύτερη συνειδητοποίηση
έτσι ώστε οι αρνήσεις συγκροτούν τον ακρογωνιαίο λίθο της νέας κριτικής
θεωρίας υπό ανασυγκρότηση, μέσα σε συνθήκες πλήρους και γενικευμένης
αβεβαιότητας.
Η χεγκελιανή πίστη ότι η
ανθρωπότητα σε κάθε περίπτωση, και πάντοτε υπερβαίνοντας όλες τις αντιθέσεις,
θα βαδίσει προς την πρόοδο, είναι πλέον ζητούμενο και όχι βεβαιότητα.
Μέσα σε αυτές τις
νεοβάρβαρες συνθήκες η κριτική (: αδογμάτιστη, χωρίς προκατασκευασμένα σχήματα,
χωρίς apriori παραδοχές κ.τ.λ.) αποκτά μια άγρια ομορφιά:
παραμένει η μόνη αξία, η μόνη σταθερά, η μόνη βεβαιότητα. Και ακόμη παραπέρα:
Αναγκαιότητα. Η κριτική στάση, η ιδεολογικά κριτική στάση με τρόπο αυτόνομο,
καθορισμένο, με επίκεντρο την ολική άρνηση του απάνθρωπου παγκοσμιοποιημένου
καπιταλισμού σε δομική, σε μόνιμη κρίση παραμένει η προϋπόθεση για την
ανασυγκρότηση, την επέκταση, τη διεύρυνση, την επικαιροποίηση, με σύγχρονους
όρους της κριτικής θεωρίας.
ΙΙ
Κατά τον Ρ. Zima, είναι αναγκαία και επιβαλλόμενη υπέρβαση-ένωση-σύνθεση των
αντιθέσεων σε επίπεδο πνεύματος, ιδέας, έννοιας. Ο Β. Μπένζαμιν και όλοι οι
άλλοι θεωρητικοί της Σχολής της Φρανκφούρτης προς αυτήν την κατεύθυνση εργάστηκαν,
με στόχο το ξεπέρασμα του θετικισμού και του εμπειρισμού, του DIAMAT και των αστικών αντιλήψεων των διαχωρισμών του
αναχρονισμού, των διαμερισματοποιήσεων του Λόγου.
Η Κριτική θεωρία ως επέκταση
και προέκταση στις νέες συνθήκες διάλυσης κάθε ταυτότητας και αυτόνομης
πνευματικής οντότητας του Διαφωτισμού και του Ορθολογισμού. Πρόκειται για ένα κριτικό ορθολογισμό, που αντιπαλεύει
την εμμενή τάση του συστήματος προς την αλλοτριωτική ορθολογικοποίηση. Προς τη συστηματική διαλεκτική του εμμενούς
ξεπεράσματος όλων των κατατμήσεων του υποκειμένου, που προκαλεί και επιβάλλει
το σύστημα του μονοπωλιακού και στη συνέχεια του ύστερου καπιταλισμού. Προς την
ανασύνθεση της υποκειμενικότητας σε σκεπτόμενη, ολική και δρώσα. Προς το
ξεπέρασμα της γενικότερης εμμενούς τάσης του συστήματος προς την αποσύνθεση της
υποκειμενικότητας, τη διάλυση, την αποξένωση, την υποβάθμισή της.
Η κριτική θεωρία ως άρνηση όλων
των υποβιβαστικών συνθηκών που προκαλεί και επιβάλλει το σύστημα στην
υποκειμενικότητα μέσω της αυταρχικής οικογένειας, της αλλοτριωτικής βιομηχανίας
της κουλτούρας, της γενίκευσης της κυριάρχησης σε όλα τα επίπεδα, ως αντίστασης
ως γενικευμένη ανυπακοή στην κυρίαρχη τάξη πραγμάτων. Ως ιδεολογικά κριτική
στάση απέναντι στην ολότητα του αλλοτριωμένου και καταπιεστικού συστήματος ή
τουλάχιστον ως μια μόνιμα ιδεολογικά κριτική στάση. Η κριτική θεωρία ως
γενικευμένη ιδεολογική κριτική, ως μίνιμουμ διαφωτιστική προϋπόθεση της ανάγκης
και επιβαλλόμενης ιδεολογικής και θεωρητικής ανασυγκρότησης με στόχο το
αναγκαίο και επιβαλλόμενο τίναγμα προς τα εμπρός. Ως μόνιμα ιδεολογική κριτική
κατάσταση του πνεύματος και της συνείδησης˙ ως στάση ζωής, ως αυτόνομη
κατάσταση, ως προϋπόθεση της αυτονομίας μέσα στον καπιταλισμό, ο οποίος όλο και
διευρύνει, ακόμη και βαθαίνει τις αντιθέσεις όλων των μορφών.
Η ιδεολογική κριτική ως μίνιμουμ υπαρξιακή κατάσταση, αλλά και ως προϋπόθεση σύλληψης της νέας δυνατής ριζοσπαστικής – εναλλακτικής ολότητας. Ως προετοιμασία για την ανάδυσή της, περισσότερο σήμερα παρά ποτέ, αναγκαία και επιβαλλόμενη.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1*. Κείμενο για ένα σχέδιο
έκθεσης έργων σύγχρονων εικαστικών καλλιτεχνών, τα οποία καταγράφουν, δείχνουν,
εκφράζουν λίγο-πολύ έκδηλα και εναγώνια
τις αντιθέσεις του συστήματος με
μια κριτική οπτική (ακόμη και αρνητική), με βάση τα κείμενα του Α. Λεφέβρ, Η εποχή της περιφρόνησης (Ύψιλον) και του Χ. Μαρκούζε, Αρνήσεις (Ύψιλον).
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Βλ. Ε. Μαντέλ, Ο ύστερος καπιταλισμός, Gutenberg, τ.3.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΚΑΛΗΣΠΕΡΑ ΣΑΣ ΓΙΑ ΣΧΟΛΙΑ, ΑΡΘΡΑ, ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ BLOG ΜΑΣ ΜΠΟΡΕΙΤΕ ΝΑ ΜΑΣ ΤΑ ΣΤΕΛΝΕΤΕ ΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ E-MAIL ΔΙΟΤΙ ΤΟ ΕΧΟΥΜΕ ΚΛΕΙΣΤΟ ΓΙΑ ΕΥΝΟΗΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ.
Hλεκτρονική διεύθυνση για σχόλια (e-mail) : fioravantes.vas@gmail.com
Σας ευχαριστούμε
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.