Τετάρτη 23 Μαρτίου 2016

ΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ

Β. ΦΙΟΡΑΒΑΝΤΕΣ     
                                                                              
ΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ

Η κρίση της παγκοσμιοποίησης, όπως κάθε κρίση, ωθεί τη σκέψη σε εγρήγορση, σε νέο προβληματισμό. Με άλλα λόγια, η κρίση δημιουργεί τις προϋποθέσεις για μια νέα φιλοσοφική, και ακριβέστερα μεταφιλοσοφική προβληματική. Μετά το υποτιθέμενο τέλος των ιδεολογιών που προπαγάντιζε ασταμάτητα το σύστημα μέχρι πρόσφατα, για να υπνωτίσει τον κόσμο, ώστε να περάσει απαρατήρητο το καταστροφικό έργο του επελαύνοντος παγκοσμιοποιημένου κεφαλαίου, οι ιδεολογίες επιστρέφουν ορμητικά στο προσκήνιο, κυρίως με μια κριτική ή ακόμη και με μια απελευθερωτική διάσταση1 ή συνιστώσα (τους). Ιδεολογία βέβαια σημαίνει ανατροπή, ρήξη, ξεπέρασμα. Μιλούμε για μια νέα και ριζοσπαστική ιδεολογία υπό συγκρότηση παγκόσμια.
Σε αυτή τη διαδικασία πρωταγωνιστικό ρόλο θα παίξει και η φιλοσοφία, όχι ως μια καθαυτή θεώρηση (spéculation) ή ως μια τυπολογική έρευνα, που στην ουσία απώλεια χρόνου. Αλλά ως μια πρακτική βαθύτερης έρευνας και κατανόησης του πραγματικού, της δυναμικής του, των αντιθέσεων, των αντιφάσεων και των αντινομιών εν τω γίγνεσθαι τους, μη ξεχνώντας ή μη αγνοώντας τες αυτές μπορεί να προσλάβουν άγριες, ακόμη και πολύ άγριες μορφές. Μέσα σ’ αυτές τις προδιαγραφόμενες με βεβαιότητα νέες ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες, η φιλοσοφία θα εισφέρει στην ανάγκη συνειδητοποίησης της απόλυτης, της πλήρους απελευθέρωσης και ολικής χειραφέτησης που έχει ο άνθρωπος σήμερα. Εν μέσω αμέτρητων απειλών, μόνιμων αβεβαιοτήτων, ενδεχομένως δε και κάποιων δομικών δυσκολιών που έχει δημιουργήσει και επιβάλλει το σύστημα, για πρώτη ίσως φορά η φιλοσοφία θα μπορέσει να συλλάβει και επεξεργαστεί ενδελεχώς ένα σύγχρονο ολικό ανθρωπολογικό σχέδιο, με παγκόσμια θέαση, ξεπερνώντας έτσι κάθε λογής ιδιαιτερισμούς, και τις κάθε μορφής αμέτρητες κοινωνικές διαιρέσεις και ιεραρχήσεις που έχει δημιουργήσει και επιβάλλει το σύστημα παγκόσμια. Η φιλοσοφία έτσι θ’ αποκτήσει μια κοινωνική διάσταση ή συνιστώσα, ένα κοινωνικό και ανθρωπιστικό περιεχόμενο. Μέσα σε αυτό το γενικότερο πλαίσιο θα ξαναεπανέλθει στην επικαιρότητα η ιστορική φράση του νεαρού Μαξ Χορκχάϊμερ, πριν τον αποκοιμίσει ο Σοπενχάουερ με το εσωτερικιστικό και αυτοκαταστροφικό κήρυγμά του, σύμφωνα με την οποία, η σκέψη, η τέχνη και φιλοσοφία ειδικότερα έχουν πάντοτε ένα κοινωνικό περιεχόμενο2.
Σήμερα καθήκον μας είναι ν’ αποκτήσει πρώτιστα η φιλοσοφία ένα νέο κοινωνικό περιεχόμενο, στο βαθμό που από τη φύση της μόνο αυτή μπορεί να διερευνήσει σε βάθος το είναι και το γίγνεσθαι, την πραγματική φύση των πραγμάτων κ.τ.λ. Έτσι θα προσλάβει ένα ριζοσπαστικό περιεχόμενο. Δηλαδή θ’ αλλάξει και η ίδια3 όπως έλεγε ο Μάρξ, θα φθάσει στις ρίζες των φαινομένων, ώστε να προτείνει ριζικές λύσεις και αλλαγές, νέες κριτικές διερεύνησης κ.ά. Συγχρόνως επιβάλλεται η ενδελεχής εξέταση της δυνατότητας της πράξης, στη συνέχεια πάντοτε του ιστορικού κειμένου των 11 θέσεων για τον Φούερμπεχ4. Κυρίως όμως η σύγχρονη κριτική φιλοσοφία πρέπει να εξετάσει συστηματικά τη δυνατότητα πραγματοποίησης της απελευθέρωσης και της χειραφέτησης σε συνθήκες πολυπλοκότητας, δομικής αβεβαιότητας, πλήρους διάλυσης και αποσύνθεσης κάθε μορφής όχι κριτικής συνείδησης, όπως λέγαμε κάποτε, αλλά απλής συνείδησης, από ένα πολυδαίδαλο, καταχθόνιο και απόλυτα διεφθαρμένο σύστημα, και το οποίο επί δεκαετίες στήριζε την ύπαρξη και την παρά φύση ανάπτυξή του στην απάτη, την εξαπάτηση, τη διαπλοκή και τη διαφθορά.
Υπ’ αυτές τις συνθήκες, το αναπόφευκτο καθήκον της απελευθέρωσης και της χειραφέτησης από κάθε μορφή κυριάρχησης, όπως φώναζε μοναχικά η Σχολή της Φρανκφούρτης, επισημαίνοντας ότι όσον υπάρχει και αναπαράγεται η κυριάρχηση δεν υπάρχει περίπτωση να πραγματοποιηθεί η όποιας μορφής απελευθέρωση, (αντίθετα μάλιστα: ακόμη και η πιο ελάχιστη αντίθεση θα γιγαντώσει το σύστημα της κυριάρχησης, γιγάντωση την οποία ήδη βιώνουμε)  αποκτά έναν επιτακτικό, ένα άμεσο χαρακτήρα. Η κατάρρευση σήμερα σε παγκόσμιο επίπεδο του συστήματος κυριάρχησης που είχε δημιουργήσει περίτεχνα -πλην όμως απατηλά η παγκοσμιοποίηση-, δημιουργεί τη βάση, τις προϋποθέσεις για πρώτη ίσως φορά στην ιστορία, να τελειώσουμε άπαξ δια παντός με αυτό το σύστημα στην ολότητά του, όπως ήθελε ο νέος Λούκατς5, συμπληρώνοντας σε αυτό το κρίσιμο σημείο τον Μαρξ.
Η φιλοσοφία σήμερα ζει ακόμη σε συνθήκες βαθειάς νάρκωσης, εξ αιτίας του εκκωφαντικού θόρυβου των μεταμοντέρνων, των ντεζιρολόγων, των μεταφυσικών του θανάτου, των αναχρονιστών και των κάθε λογής αντιδραστικών αυτοϊκανοποιούμενων επί χάρτου, ατομικοκεντρικά πάντοτε φιλοσοφούντων και έτσι ουσιαστικά μόνο και μόνον ομφαλοσκοπούντων. Υποτίθεται, σύμφωνα πάντοτε με τις διάφορες βαριάντες του μεταμοντερνισμού, ότι ο ύστερος καπιταλισμός, πριν αρχίσει τη φρενήρη πορεία του προς την απορρύθμιση και την παγκοσμιοποίηση, είχε, αν όχι καταργήσει τις αντιθέσεις του, δημιουργήσει άπειρους τεχνικούς ή πραγματικούς παράδεισους, έτσι ώστε ο άνθρωπος δεν είχε νόημα να σκέφτεται κοινωνικά, εναλλακτικά, ανατρεπτικά. Εξ ου και η διαβόητη θεωρία ή φιλοσοφία της καθημερινής ζωής6 , την οποία εισήγαγαν ακόμη και επιφανείς μαρξιστές και καταστασιακοί. Δυστυχώς θεωρούσαν μάλλον υπόρρητα ότι η ζωή δεν θα αλλάξει ριζικά, ότι δηλαδή θ’ ακολουθούσε μια “φυσιολογική” λίγο-πολύ πορεία, μέσα πάντοτε στην αλλοτρίωσή της, υπό την καταστροφική επίδραση του οντολόγου Χάϊντεγγερ, ο οποίος ανάλυε και περιέγραφε με θαυμαστό τρόπο την αλλοτρίωση και τους άτεγκτους μηχανισμούς η ακόμη και νόμους της, υπό την επίδραση του νεαρού Λούκατς και του M. Weber, αλλά η όποια σκέψη, σε αντίθεση με τους δασκάλους Μαρξ και Λούκατς, για τον όποιο ξεπέρασμά της, ήταν εντελώς αδιανόητη για αυτόν. Όπως έδειξε ο Αντόρνο στο συγκλονιστικό βιβλίο του, Jargon de lauthenticité6, o Χάϊντεγκερ δεν ήταν ο Μαρξ του ΧΧου αι., αλλά ένας βαθύτατα και απόλυτα αντιδραστικός αντί Μαρξ, σε αντίθεση με τη θέση που είχε διαδοθεί στους παρισινούς μαρξικούς κύκλους. Ο δε Γκολντμεν7 μιλούσε για μια καταστροφική χαϊντεγκερνακοποίηση του Μαρξ, και ότι ο χαϊντεγγεριανισμός δεν είναι μαρξισμός8, επισημαίνοντας τους κινδύνους των σχετικών συγχύσεων. Όμως ούτε το ιστορικής σημασίας κείμενο που προαναφέρθηκε του Αντόρνο έγινε ευρύτερα γνωστό, αλλά πολύ αργότερα στον κύκλο του Revault dAllonnes, ότι αν ο μεταμοντερνισμός επέλαυνε, ούτε ο Γκολντμάν είχε τόσο μεγάλη και ουσιαστική επίδραση, για ν’ αποτρέψει το ιδεολογικό αμάγαλμα και ακόμη περισσότερο να θέσει μια διαχωριστική γραμμή μεταξύ κάθε οντολογίας ή οντολογίζουσας και ιστογενικής θέσης περί είναι και γίγνεσθαι, αν και συνεχώς προσπαθούσε να επιστήσει την προσοχή σχετικά με τη διαφορά αυτή στους μαθητές του. Επιπλέον η κυρίαρχη τάση της μόδας του παριζιανισμού, μετά τον Μάη του ’68 ήταν κυρίως η συγκατάβαση, η συνθηκολόγηση, η αποδοχή του διάχυτου πλέον οντολογισμού, δηλαδή της αποδοχής της προτεραιότητας της κυριαρχίας του συστήματος.
Σήμερα πλέον, υπό το φως των νεώτερων εξελίξεων, είμαστε απόλυτα σίγουροι ότι η οντική – οντολογική αναλυτική ή η περιγραφή του είναι, συνιστά ρητά και υπόρρητα την αναλυτική του υπάρχοντος αλλοτριωμένου είναι, το οποίο πρέπει να «μεταλλαγεί», σύμφωνα πάντοτε με τον Μαρξ. Το ανατρεπτικό μαρξικό γίγνεσθαι ξέπεσε στην καλυμένη και δυστυχώς περισπούδαστη αποδοχή του αλλοτριωμένου απόλυτα και ολικά, του πραγμοποιημένου είναι, το οποίο πρέπει σε κάθε περίπτωση να αλλάξει, ν’ ανατραπεί, να μετασχηματιστεί, να εξανθρωπιστεί. Δεν έχει νόημα το άριστα μελετημένο, πλην όμως πάντοτε αλλοτριωμένο είναι καθαυτό, αλλά το απελευθερωμένο (au-délà) επέκεινα.
Μπορεί να μελετήσουμε λεπτομερώς την καθημερινή – πλην όμως πάντοτε αλλοτριωμένη καθημερινή ζωή, να διερευνήσουμε το πώς φθάσαμε σ’ αυτή στην παραμικρή λεπτομέρειά της, ακόμη και να την κριτικάρουμε. Θα πρόκειται πάντοτε για τη ρητή και υπόρρητη αποδοχή της ως τέτοιας μέσα στον παγκοσμιοποιημένο σήμερα καπιταλισμό, τον αλλοτριωμένο μάλιστα μέχρι το μεδούλι. Οπότε χρειάζεται μια άλλη μεθοδολογία, η οποία θα βασίζεται, ή θα ξεκινά βέβαια και από τις πολύ σοβαρές κατά τα άλλα μελέτες και προσεγγίσεις της καθημερινής ζωής των Λεβέβρ και των Καταστασιακών. Το ζητούμενο είναι πώς θα δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις πραγματοποίησης της απελευθέρωσης και της χειραφέτησης απ’ αυτήν, και μάλιστα με ολικό τρόπο. Πως θα μπούμε δηλαδή σε μια συνεχή και αναγκαστικά  μακροχρόνια ριζική μετατροπή του βαθύτατα αλλοτριωμένου και απόλυτα πραγμοποιημένου συστήματος. Και εδώ μας βοηθά πλέον η έκρηξη όλων των αντιθέσεων και αντινομιών του πλήρως απορρυθμισμένου συστήματος, το οποίο χωρίς ουσιαστικό αντίπαλο τα τελευταία 20-30 χρόνια δούλεψε άθελά του, τυφλά για την ανατροπή του, και οπωσδήποτε για την αυτοκαταστροφή του, την οποία πρέπει ν’αποτρέψουμε με τη συνειδητή  δράση μας και να τη μετατρέψουμε σε ανατροπή, σε παγκόσμιο μάλιστα επίπεδο: Από την παγκοσμιοποιημένη αλλοτρίωση στην παγκοσμιοποιημένη απελευθέρωση.
Όλοι οι επιφανείς αστέρες-απολογητέςτου συστήματος ξέχασαν ότι η κοινωνία, ιστορικά εξετάζοντας το θέμα, ποτέ δεν μένει σταθερή, ακίνητη, στάσιμη. Το ίδιο το σύστημα από τη φύση του περικλείει δομικά και εμπεριέχει την αλλαγή, το μετασχηματισμό, ακόμη και τον βίαιο, και κυρίως τον αβέβαιο. Μόνο που το σύστημα λειτουργεί τυφλά – δεν έχει δηλαδή συνείδηση προς τα πού πηγαίνει, ούτε για τις μεσομακροπρόθεσμες τουλάχιστον συνέπειες των πράξεών του-, πολλές φορές ακόμη και αυτοκαταστροφικά. Για το ποιος θα επιζήσει, το σύστημα μέσα στον απόλυτο παραλογισμό που το διέπει, αδιαφορεί. Το σύστημα εξάλλου έχει απόλυτη ανάγκη την κίνηση. Κίνηση βέβαια, υπάρχει πάντοτε («τα πάντα ρει» Ηράκλειτος), και παρά τη φαινομενική πολλές φορές ακινησία, ακόμη και μερικοί σοβαροί μαρξιστές φιλόσοφοι κάτι το σημαντικό είχαν ξεχάσει, έκθαμβοι από την τεχνιτή και λαμπερή ανάπτυξη που δημιούργησε έντεχνα το σύστημα, σκορπώντας εύκολα  πλην όμως εικονικό-χρήμα παντού.
Το σύστημα, επιλέγοντας κατά κανόνα βλάκες και αργυρώρυτους πολιτικούς για να το υπηρετούν δουλικά, άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου, στην κατάλληλη μάλιστα συγκυρία, για να θυμηθούμε τον Πουλαντζά. Ανοίγοντας όμως αυτό το παιγνίδι (για να κοινωνικοποιήσουμε λίγο τον Αξελό, ο οποίος στην πορεία του απεμπόλησε το αντάρτικο, τον εμφύλιο, τον Μάρξ και τον Λούκατς για τον υπερσυντηρικό Χάϊντεγγερ), ωθείται σε ένα γενικότερο, σε ένα ολικό άνοιγμα.
Οι κατά καιρούς νεοσυντηρητικοί, χαϊντεγκεριανής ή άλλης προέλευσης ξεγλιστρούν από την άρνηση του ολικά αλλοτριωμένου πραγματικού σε μια στάση προοδευτικής αποδοχής του, μετατρέποντας έτσι το κρίσιμο θέμα της αλλαγής αυτού του αλλοτριωτικού πραγματικού σε μια λιγότερο ή περισσότερο καλυμμένη υπεράσπισή του. «Το πραγματικό μπορεί να είναι λογικό», όπως έλεγε ο Χέγκελ, αλλά δεν προέτρεπε τους φιλόσοφους σε κανενός είδους επιπόλαιο ή οντολογίζοντα ρεαλισμό. Αντίθετα μάλιστα, όλη η φαιμενολογία του είναι μια απελευθερωτική αναλυτική του πραγματικού, που στην εκδοχή ειδικά του νέου Μάρξ αποκτά πρωταρχικά έντονα ανθρωπιστικά ιδεώδη, χαρακτηριστικά. Αυτόν τον ανθρωπισμό πρέπει να επαναφέρουμε και πάλιν σήμερα στην ημερήσια διάταξη μέσα σε συνθήκες ουσιαστικής ακόμη και ολοσχερούς κατάρρευσης του συστήματος, κατάρευση που συμπαρασύρει και τον πολιτισμό στην αυτοακύρωση, ακόμη και στην κατάργησή του.
Το σύστημα σήμερα μέσα από τις βαθιές, τις αντικειμενικές δυνάμεις που το ταλανίζουν, οι οποίες προέρχονται από τις υποβόσκουσες αντιθέσεις, ακόμη και τις ανυπέρβλητες ίσως αντινομίες του, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την καταστροφή του, ίσως δε αν το αφήσουμε μόνο του ν’ ακολουθήσει τη «φυσική» πορεία του προς την αυτοκαταστροφή του. Με αυτά τα δεδομένα, καθήκον μας είναι να μετατρέψουμε αυτή την ευνοϊκή για τον άνθρωπο σήμερα συγκυρία, ξαναφέρνοντας στη μνήμη εδώ τον Λένιν, σε μια ιστορική επαναστατική στιγμή. Μόνον έτσι θα δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις ξεπεράσματος της αλλοτρίωσης, της πραγμοποίησης και της ορθολογικοποίησης που έχουν καταρακώσει κάθε ανθρώπινη οντότητα και σκέψη. Μέσα στο υπάρχουν σύστημα, λόγω της πιο μεγάλης κρίσης που έχει γνωρίσει ποτέ, δεν υπάρχει δυνατότητα ξεπεράσματος ή διόρθωσης καμίας αρνητικής κατάστασης, χωρίς μια ριζικά αρνητική πράξη. Καμία αρνητική διαλεκτική, κατά τον Αντόρνο9 , δεν έχει νόημα, αν παραμένει πάντοτε αρνητική. Δεν μπορούμε ν’αποφεύγουμε το σύστημα, την ενσωμάτωση σ’ αυτό και την αλλοτρίωσή του. Κάποια στιγμή χρειάζεται να πραγματοποιηθεί η πράξη, η ιστορική, η μετατρεπτική, μας λέει ο Μαρξ, πράξη, η πράξη των πρωτοποριών, και βέβαια και κυρίως των μαζών. Αν συνειδητοποιήσουμε αυτή την εμμενή προοπτική (σύμφωνα με τον Γκολντμάν, που δεν κουραζόταν να το λέει και να το ξαναλέει), αν διαγνωστεί σωστά η προδιαγραφόμενη όλο και πιο πολύ εκρηκτική οικονομικήκοινωνική παγκόσμια κατάσταση, τότε θα δημιουργηθούν ευκολότερα και με μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχίας οι προϋποθέσεις της μεγάλης ανατροπής, της ανατροπής του δεσποτισμού, για να παραφράσουμε τον Γκορζ, του συστήματος, του απάνθρωπου καπιταλισμού, όπως λέει ο Μαρκούζε στην αρχή του Δοκιμίου για την απελευθέρωση10.
Η μεταφιλοσοφία, στοχαζόμενη και αναστοχαζόμενη το σύγχρονο κοινωνικό και ιστορικό γίγνεσθαι, πρέπει να επανακοινωνικοποιηθεί, να επαναδιαλεκτικοποιηθεί: Να σκεφθεί αποκλειστικά με όρους γίγνεσθαι, ανθρώπινης απελευθέρωσης και χειραφέτησης. Προς τούτο βέβαια έχει ανάγκη το στοχασμό και τον αναστοχασμό πάνω σε όλη την ιστορία της φιλοσοφίας και της κριτικής γενικότερα σκέψης, να επανασυνδεθεί με τις μεγάλες στιγμές της ανθρώπινης σκέψης και πράξης της ιστορίας, παραγράφοντας τις περιόδους της παρακμής, της ενδοσκόπησης, της μεταφυσικοποίησης, της ψευδο-ρεαλιστικής οντολογίζουσας απόγνωσης, της ατομικοκεντρικής “θεώρησης” κ.α. Η σκέψη είναι κοινωνική και πρέπει να παραμείνει. Αλλά σήμερα, υπό το φως των νέων κρίσιμων δεδομένων για τον  άνθρωπο, πρέπει να  επανακοινωνικοποιηθεί με νέους όρους, όπως και άνθρωπος, αν θέλουμε να γλυτώσουμε από το θανατηφόρο εναγκαλισμό με την κυριάρχηση και το κατεστημένο στις οποιεσδήποτε μορφές του, νέες, παλαιές, αναπαλαιωμένες, νέοπαλιές, για να παραφράσουμε τον Χάμπερμας11 κ.α. Η ώρα της μεγάλης ρήξης πλησιάζει και μάλιστα με αναπόδραστο τρόπο. Υπ’ αυτή την έννοια, η ώρα της μεταφιλοσοφίας πρέπει ν’αναπροσαρμοστεί στις νέες απαιτήσεις του σύγχρονου εγκαταλελειμμένου στην τύχη χειμαζόμενα ολοσχερώς ανθρώπου. Η στιγμή της μεγάλης και καθορισμένης άρνησης πλησιάζει.


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1.        Χ. Μαρκούζε, Δοκίμιο γι την απελευθέρωση, Διογένης.
2.        Βλ. Μ. Χορκχάϊμερ, Παραδοσιακή και κριτική θεωρία, Έρασμος.
3.        Βλ. Κ. Μάρξ, Οι 11 θέσεις για τον Φόϋερμπαχ, Θεμέλιο.
4.        Ibihem.
5.        Βλ. Γκ. Λούκατς, Ιστορία και ταξική συνείδηση, Οδυσσέας.
6.        Εκδ. Payot.
7.        Βλ. L. Goldmann, Lukács et Heidegger, Gavunthier-Denoel,μ. 6 Mediations.
8.        Βλ. L. Goldmann, Ib.
9.        Β λ. Th. Adorno, Dialectique négative, Payot.
10.     Ib. σημ. 1.
11.     Βλ. J. Habermas, La Modernite: “Un projet inacheve”


Σάββατο 5 Μαρτίου 2016

ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ: ΕΤΕΡΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ


Β. ΦΙΟΡΑΒΑΝΤΕΣ
ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ: ΕΤΕΡΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ

Το μέλλον μας ταράζει, το παρελθόν μας καθηλώνει,
και αυτός είναι ο λόγος που το παρόν μας ξεφεύγει.
Φλωμπέρ

   H παγκοσμιοποίηση προκάλεσε τη σύγχρονη γενικευμένη κρίση καθώς και την σύστοιχη κρίση προτύπων, αναφορών, μορφών. Κάθε σκεπτόμενος άνθρωπος, κάθε καλλιτέχνης, όταν βούλιαζε αύτανδρο το σάπιο σκάφος μιας υποτιθέμενης (κατά τα μέχρι πρόσφατα κατεστημένα πρότυπα) καθολικότητας και βεβαιότητας προταγμάτων, προσπάθησε εναγώνια να σωθεί μέσα από μια αυτο-αναφορική πορεία προσδιορισμού. Λογαριάστηκε με την ιστορία (με την ιστορία του πρώτιστα) και τα διακυβεύματά (της) και προσπάθησε να δημιουργήσει στη μικροκλίμακά του το δικό του ηθικό – τουλάχιστον – σύστημα αναφοράς. Πριμοδότησε το ατομικό, όχι από ατομικισμό, όπως θέλουν να πιστεύουν οι (νεο-)φιλελεύθεροι, αλλά από βαθειά κρίση έντιμης αυτοσυνειδησίας.
Έτσι το ιδιόμορφο, το ποιοτικό, το καινοτόμο, το ριζοσπαστικό ‒ έστω και σε περιορισμένη κλίμακα, στην κλίμακα της εγγενούς μικροδομικής, μικρολογικής, μικρομορφικής περιρρέουσας κατάστασης ‒ αναδείχθηκαν στις νέες ιδεολογικές μορφές (ή στις υποτιθέμενες τέτοιες), υπό την προοπτική – και τουλάχιστον την προσδοκία - της πιθανής έλευσης ενός καλύτερου και προσφορότερου μέλλοντος. Ο εσωτερικευμένος ατομικός διάλογος με το μοντερνισμό, με έντονο μάλιστα το βιωματικό στοιχείο, επέτρεψε τη διατήρηση κάποιων – έστω και απόμακρων – αναφορών σε αυτόν.
Ο μοντερνισμός μέσα σε αυτό το γενικότερο περιβάλλον αισθητικής, πολιτισμικής και ιδεολογικής υποβάθμισης, ακόμη και αποσύνθεσης σε σχέση με τις ιστορικές μορφικές-μορφολογικές, τις αισθητικές, τις μεθοδικές κ.α. κατακτήσεις των πρωτοποριών λειτούργησε ως καταφύγιο στην εποχή της κατάρρευσης των νεώτερων ιδεολογικών κατακτήσεων στη μετά το Μάη εποχή, εποχή προϊούσας συνθηκολόγησης, ενσωμάτωσης, οπισθοδρόμησης, αποστράτευσης, αποσύνθεσης ιδεολογικής, κοινωνικής, πολιτισμικής.
Το γενικότερο τοπίο ήταν αυτό της κοινωνικής αποσάρθρωσης, διάλυσης των κοινωνικών ιστών και συνάμα προϊούσας γενικευμένης ατομικοποίησης. Οι θεωρήσεις έτσι του κόσμου αποκοινωνικοποιήθηκαν και προοδευτικά αποκαταστάθηκαν από ατομικές – ατομικοντρικές συλλήψεις, ιδεάσεις, πρακτικές. Η φετιχισμένη συνείδηση, νεοσυντηριτικής μορφής, αναδείχθηκε σε κεντρική, καθοριστική. Αυτή σε στενή συνάφεια με ένα νεοπερσοναλισμό και νεομιναλισμό, νεοσυντηρητικής κοπής, που προοδευτικά αναδείχθηκαν και διαδόθηκαν, πριμοδοτεί προφανώς και καταφανώς από το σύστημα. Έτσι διαδόθηκε και γενικεύτηκε η διάχυτη αντεστραμμένη και συνάμα βαθύτατα, ολικά αλλοτριωμένη συνείδηση. Πρόκειται για την τραγική εποχή της προϊούσας κυριαρχίας της τέλους του συλλογικού, των συλλογικών–κοινωνικών θεωρήσεων, συλλήψεων, θεωρήσεων του κόσμου και αντίστοιχα θεωριτικοποιήσεων. Συγχρόνως οι διαδεδομένες ευρύτατα σήμερα νεοσυντηριτικές ιδεολογίες βγήκαν μέσα από την αποσύνθεση του κοινωνικοιδεολογικού κινήματος του Μάη, ως αντεστραμμένη μετεξέλιξή του, ως νεοσυντηριτική πλήρης άρνησή του και συστηματική νεοαντιδραστική αναθεώρηση των ανθρωπιστικών και απελευθερωτικών προταγμάτων του.  
***
Η κρίση βέβαια από το 2007-8 και εδώ, με τον παρατεταμένο και εξαιρετικά βίαιο χαρακτήρα της, επανέφερε στο προσκήνιο νέες προκείμενες και σηματοδοτήσεις, δημιούργησε νέες απαιτήσεις, ανέδειξε την ανάγκη νέων και βασικά ανθρωπιστικών προταγμάτων. Η ιστορία επανεξετάζεται κριτικά και αναστοχαστικά στην ολότητά της. Ο μύθος της ανάπτυξης και ιδίως της προόδου καταρρέει. Έτσι, η κριτική της προόδου, ειδικά υπό τη σορελική-μπενζαμινική της εκδοχή, επανέρχεται δικαιωμένη από την πρόσφατη σημαντική αρνητική εξέλιξη στη θεωρητική και ιδεολογική επικαιρότητα, παρέχοντας μια σοβαρή διέξοδο ιδεολογικής αποτοξίνωσης από τον μέχρι πρόσφατα διάχυτο και ανεξέλεγκτο αναπτυξιασμό, και κατά τον Βαλλερστάϊν, παγκοσμιοποιησμό. Η τραγικότητα της ανάπτυξης και της προόδου, οι αντινομίες και οι ενδημικές παθογένειες τους, όπως είχαν αναδειχθεί από το Μπένζαμιν στις ιστορικές του Θέσεις για την Ιστορία βρίσκονται πάλι μπροστά μας, φωτίζοντας το αποκαλυπτικό τοπίο που δημιουργεί η σύγχρονη συστημική κρίση. Η κρίση της προόδου δεν μπορεί πλέον να περιοριστεί στην κριτική του έντεχνα, καλυμμένου, απάνθρωπου χαρακτήρα του νεοκαπιταλισμού, που έσπερνε παντού την ολική αλλοτρίωση. Ο κόσμος σήμερα βιώνεται μόνον ως αποκάλυψη. Υπάρχει δυνατότητα διαλεκτικού ξεπεράσματός αυτού του τραγικού και μονοδιάστατα οικονομικά, ωγελιμιατικά συμφέροντα λογικού κόσμου; Πρόκειται για μία τεράστια πρόκληση, στην οποία καλείται ν’ απαντήσουν θετικά η τέχνη και η σκέψη. Διαφορετικά είναι πολύ πιθανόν να επαληθευτούν οι βαθιές ανησυχίες του Μπένζαμιν η δομική απαισιοδοξία του. Μέσα σε αυτό το εξ αντικειμένου δύσκολου έως τραχέως περιβάλλοντος, μία από τις κύριες προκλήσεις για την τέχνη και τη σκέψη είναι δε η αποκατάστασή της χαμένης διαλεκτικής μεταξύ ετερότητας, υποκειμενικότητας και κοινωνίας προς την αυτονομία, αναδεικνύοντας θετικά το πρόταγμα της αυτονομίας, έστω σε στοιχειώδη μορφή ή έννοια, θεωρώντας τα πάντοτε ως διαλεκτικές οντότητες εν τω γίγνεσθαι.   
Πρόκειται για μία γενική αναστάτωση, για ένα αναποδογύρισμα (chambardenent). Και μέσα σε αυτή την κατάσταση ανατατάξεων και επαναπροσδιορισμών o καλλιτέχνης, ο σκεπτόμενος και δρών αυτόνομα καλλιτέχνης. Ο καλλιτέχνης στην τραγικά μοναχική του ύπαρξη μέσα στην καθημερινή διαπάλη για επιβίωση και επιβεβαίωσή του (ως καλλιτέχνης). Με το διαρκή πειραματισμό, ως τη μόνη υπαρξιακή υπόστασή του, ακόμη και  αναφορά, στηρίζεται στις αξεπέραστες κατακτήσεις των ιστορικών και νεώτερων πρωτοποριών, ως μόνη διέξοδο και ως μόνο καταφύγιο αυτοπροσδιορισμού, ακόμη και της ίδιας της ύπαρξής του, που μέσα από αυτή τη διαδικασία προσπαθεί να επανασυγκολλήσει τα ετερόκλητα στοιχεία μιας απόλυτα θρυμματισμένης – αποσπασματικής πλέον – και ολικά αλλοτριωμένης πραγματικότητας. Έτσι, μέσα από την υποχρεωτικά αυτοαναφορική κατάφασή του, στο βαθμό που θέλει να επιβιώσει ως καλλιτέχνης – και για μία δυστυχώς μεγάλη και παρατεταμένη περίοδο, αναδεικνύει την αυτοστοχαστική και αναστοχαστική ετερότητα ως πρωταρχική και ως τη μόνη υπαρξιακή οντότητα-προϋπόθεση για την ανασυγκρότηση ενός νέου συλλογικού και  ουμανιστικού-μοντέρνου σχεδίου. Μία ετερότητα ατομική, – και πρώτιστα τη δική του, την προσωπική σε διαδικασία χειραφετησιακού αυτοπροσδιορισμού, ως προϊόν της βαθειάς του συνειδητοποίησης διαδικασία αλλά και συλλογική, ή τουλάχιστον εν δυνάμει, και σε κάθε περίπτωση λιγότερο ή περισσότερο αυτόνομη ή ακόμη και αυτοπροσδιοριζόμενη κριτικά απέναντι στο σύστημα της «ολοκληρωμένης αλλοτρίωσης και πραγμοποίησης» (Αντόρνο). Μέσα σε αυτές τις κρίσιμες συνθήκες ο καλλιτέχνης έστω και ελάχιστα συνειδητοποιημένος και πρωτοπόρος βρίσκεται σε διαρκή και μοναχική και, κατά τούτο, ακόμη πιο τραγική αναζήτηση του άλλου, του νέου, του μοντέρνου. Μιας νέας ορθολογικότητας εν τη γενέσει της, η οποία θα αντιπαραβληθεί στην κυρίαρχη ανθρώπινη ορθολογικότητα του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού, της παγκοσμιοποίησης ως κατάστασης καθολικά αλλοτριωτικής. Στον κυρίαρχο εργαλειακό λόγο, με στόχο το ξεπέρασμα της γενικότερης σύγχρονης καταστροφής. Σε κάθε περίπτωση ο κάθε έστω και ελάχιστα πρωτοπόρος καλλιτέχνης, δεν σταματά τη αναζήτηση του άλλου, του συνάνθρωπου, του απο-αλλοτριωμένου ανθρώπου, μαχόμενος και καταπολεμώντας με κάθε μέσο την αποξένωση, που πλέον σε όλες τις νεοκαπιταλιστικές κοινωνίες είναι μέγιστη πληγή, η κυρίαρχη αρνητική κατάσταση. Ο απελευθερωμένος άνθρωπος μέσω της πρωτοπόρας τέχνης, της μοντέρνας-μοντερνιστικής πρακτικής της πρωτοπορίας και των νεοπρωτοποριών και ο ξένος, ο αποξενωμένος άνθρωπος είναι ασύμβατες καταστάσεις, αντινομικές οντότητες. Το επιζητούμενο έτσι σύγχρονο ξεπέρασμα της αλλοτρίωσης και της αποξένωσης του άλλου, του έτερου, του συνανθρώπου, συνιστά το υπέρτατο καθήκον της νεοπρωτοπόρας τέχνης σήμερα, τη διαδικασία αυτοπροσδιορισμού του ανθρώπου, της μετατροπής του σε ιστορική υποκειμενικότητα, δηλαδή σε οντότητα με συνείδηση και κυρίως συνείδηση του ιστορικού συνόλου της κοινωνικής χειραφέτησης, απελευθέρωσης και αυτονομίας.
***
H  πάλαι ποτέ κραταιά και σχεδόν αδιαμφισβήτητη καθολικότητα όχι μόνον είχε ξεπεραστεί, αλλά και ήταν δύσκολο έως αδύνατο να επαναφερθεί. Ο ανίσχυρος έτσι καλλιτέχνης στη μετά το Μάη εποχή μέσα από μία βαθειά κρίση αυτοσυνειδησίας μόνος τείνει να υποκαταστήσει την χαμένη καθολικότητα μέσα στις αντίξοες σύγχρονες συνθήκες της άγριας, της απόλυτης κοινωνικής ερημοποίησης. Το καθήκον αυτό τον υπερβαίνει, ειδικά σήμερα σε συνθήκες άγριας κρίσης, η ύπαρξη του γίνεται τραγική, αυτο-αναφορική, ιστορικά ανίσχυρη, περιορισμένης εμβέλειας.
Οι καλλιτεχνικοί και ιδεολογικοί μικρόκοσμοι που δημιουργούνται με επίκεντρο μικρές, πλην όμως πάντοτε, τουλάχιστον ως προς τις προθέσεις και τις αναφορές τους, μοντέρνες αφηγήσεις, ενώ στοχεύουν σταθερά στο απελευθερωτικό έτερο, στην αυτοπροσδιοριστική ετερότητα, είναι πολύ μακριά από την απαιτούμενη νέα κοινωνικότητα, ιστορικότητα, καθολικότητα. Και χωρίς μία νέα ριζοσπαστική καθολικότητα η τέχνη, η σκέψη και η πράξη αναπόφευκτα θα αναπαράγουν ατομικοκεντρικά και κατά τούτο – αλλοτριωτικά πάντοτε μοντέλα. Έτσι μόνο το γενικευμένο πρόταγμα της νέας ανθρωπολογίας1, μέσα σε συνθήκες γενικευμένης κρίσης σήμερα μπορεί να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις ενός καθολικά απελευθερωτικού και χειραφετησιακού αυτοπροσδιορισμού, να οδηγήσει σε μία νέα κοινωνική πράξη. Προς τούτο οι σύγχρονες μικρές πρωτοπορίες – αισθητικές και κοινωνικές – έχουν ένα πολύ σημαντικό διαφωτιστικό έργο να επιτελέσουν: Να επαναφέρουν στο προσκήνιο την κοινωνική τέχνη και πράξη της ρώσικης πρωτοπορίας, με σύγχρονους – πλην όμως σύμφωνα με τον Γκολντμάν – καθολικούς όρους.
Σήμερα μέσα σε συνθήκες πρωτόγνωρης και οξύτατης κρίσης είναι απόλυτη ανάγκη η έκφραση με συγκεκριμένο τρόπο της ανάγκης ξεπεράσματος της κοινωνικής αποσπασματοποίησης, της γενικευμένης  υποβάθμισης της σύγχρονης ανθρώπινης συνθήκης και η ανάδειξή της με ιστορικό-κοινωνικούς όρους.
Το σύστημα όμως βουλιάζει. Επέρχεται ίσως η αυτοκαταστροφή2 του συστήματος… Εκτός εάν…
Το υποκείμενο είναι ξεχασμένο, ο άνθρωπος εγκαταλελειμμένος, και παρόλα αυτά ψάχνει εναγώνια τον αυτοπροσδιορισμό του.
   Και τέλος, σύμφωνα με τη «μη παραδοσιακή παράδοση» (Αντόρνο) της ιστορικής και νεώτερης μοντέρνας τέχνης, και ειδικότερα του ριζοσπαστικού αμερικάνικου αφηρημένου εξπρεσιονισμού3, επιβάλλεται η συστηματική κριτική της σύγχρονης άκρως αλλοτριωτικής κατάστασης. Η μοντέρνα τέχνη καλείται πλέον ν’ ανταπεξέλθει στα νεο-ανθρωπιστικά καθήκοντά της: Η ανάδειξη της αυτονομίας σε βασικό πρόταγμα. Συγχρόνως προβάλει το μετα-αισθητικό διακύδευμα του διαρκούς ξεπεράσματος των μορφών, ακόμη και των μοντέρνων προς το άλλο… Του διαρκούς αναστοχασμού αναφορικά με τις μορφές, για τις μορφές, ιστορικές και νεότερες, και κυρίως τις σύγχρονες και μοντέρνες.
***
      Μάλεβιτς – Μάλεβιτς. Και από τον Μάλεβιτς στη σύγχρονη μαλεβιτσική νοηματική τέχνη (conceptual art), ανιχνευτική ενός νέου μοντερνισμού στην τέχνη, με στοιχεία (νεο- ή μετα-)μίνιμαλ, με πολυμορφία και δημιουργικό πλουραλισμό εκφράσεων, μέσων, μορφών. Η αναφορά στον Μάλεβιτς είναι σταθερή, διαρκής, εμπλουτιζόμενη και διευρυνόμενη συνεχώς με νέες επεξεργασίες και νέες πρωτότυπες αναφορές. Ο Μάλεβιτς είναι αξεπέραστος; Σε κάθε περίπτωση, η αναφορά στον Μάλεβιτς είναι πάντοτε αναπόδραστη, εμπλουτιζόμενη και διευρυνόμενη χωρίς σταματημό με νέες επεξεργασίες και νέες πρωτότυπες συλλήψεις.
       Στο επίπεδο της σύγχρονης τέχνης και αισθητικής, τη μόνη σημαντική προοπτική συνιστά ο νέος ριζοσπαστικός μοντερνισμός, ως μετακριτική σύνθεση του σουπρεματισμού και του ιστορικού κονστρουκτιβισμού. Έτσι μπορεί να φθάσουμε σε ένα  διαρκή κατασκευαστικό – κονστρουκτιβιστικής έμπνευσης, και βέβαια διευρυμένο σε νέα πεδία μοντερνισμό. Από την άλλη, ο  μοντερνιστικός ακόμη αισθητισμός μπορεί να λειτουργήσει ως διέξοδος στη σύγχρονη απολογητική ιδεολογική κατάσταση. Η κληρονομιά – επίδραση – διδασκαλία4 (με την ευρύτερη σημασία της λέξης) των πρωτοποριών*  σε κάθε περίπτωση παραμένει σταθερή: Κριτική, αντίσταση, αμφισβήτηση, πάντοτε μέσα στο ζωογόνο πνεύμα της ιστορικής και νεώτερης πρωτοπορίας. Μοντέρνες – πάντοτε – ακόμη και μοντερνιστικές, σύμφωνα με την έννοια του Γκρήνμπεργκ, μορφοποιήσεις.   
       Από τη ρώσικη πρωτοπορία στη Σχολή του Παρισιού, στον Αμερικάνικο Αφηρημένο Εξπρεσιονισμό, στο Μινιμαλισμό κ.α.,  και από αυτές σε νέες πρωτοπόρες σχολές, τάσεις και σήμερα στην εποχή της κρίσης της παγκοσμιοποίησης, που είναι συγχρόνως και βαθειά κρίση αναφορών: διαρκής μοντέρνα και ανθρωπιστική αναζήτηση. Από την άλλη και η γενικότερη κονστρουκτιβιστική επίδραση είναι επίσης εμφανής στη σύγχρονη πρωτοπορία και νεοπρωτοπορία, και συνάμα επιβαλλόμενη. Το μετα-αισθητικό έτσι διακύδευμα του διαρκούς αναστοχαστικού ξεπεράσματος των μορφών, ακόμη και των μοντέρνων, προς το άλλο… είναι πλέον πρωταρχικό: επιβάλλεται. Αυτή είναι η υπέρτατη αναζήτηση της νεομοντέρνας και νεοανθρωπιστικής τέχνης.
      Από την άλλη είναι σταθερή η τάση σήμερα της νεοπρωτοποριακής τέχνης προς νεομίνιμαλ αναζητήσεις και μορφοποιήσεις, οι οποίες φθάνουν ακόμη και σ’ έναν αντίστοιχο αισθητισμό, στη συνέχεια πάντοτε του Μάλεβιτς, ως ιστορική μάλιστα κληρονομιά του, σε έναν αισθητισμό λιτό, αυστηρό, νεομίνιμαλ. Συγχρόνως αναδεικνύεται και πάλι η αυτονομία και η αυτάρκεια  του νεομίνιμαλ έργου σε καθοριστική, μέσα στις γενικότερες σύγχρονες συνθήκες διαρκούς υποβάθμισης, υλικής, πνευματικής, αισθητικής. Έτσι, αναδεικνύεται η σημασία του νεομινιμαλισμού στους αντίποδες του συστήματος και της μεθοδικά υποβιβαστικής λογικής και πρακτικής του.
***
       Μέσα από την καθημερινή μοντέρνα και αυτόνομη πρακτική της νεοπρωτοπορίας σταθερός στόχος είναι πάντοτε το ξεπέρασμα της σύγχρονης ολικά αλλοτριωτικής συνθήκης. «Ο κόσμος δεν είναι φτιαγμένος για τον άνθρωπο κι ούτε έχει γίνει πιο ανθρώπινος. Καθώς η τέχνη κρατά γερά ετούτη την αλήθεια, καθώς μαζί με την υπόσχεση της για ευτυχία διατηρεί και τούτη την ευθύνη της, μπορεί να συμμετάσχει ως ‘’ρυθμιστική ιδέα’’ στον απελπισμένο αγώνα για την αλλαγή του κόσμου» (Μαρκούζε).  


      Απάντηση στις προκλήσεις της επιζητούμενης εναγώνιας διαλεκτικής μεταξύ ετερότητας και αυτονομίας έδωσαν (κάποιοι δυστυχώς μας εγκατέλειψαν πρόωρα και τραγικά) και δίνουν μερικοί Έλληνες σύγχρονοι  καλλιτέχνες***, ο καθένας σύμφωνα με το ιστορικοκοινωνικό βίωμά του, την καλλιτεχνική και αισθητική παιδεία του, την όλη διαδρομή του στο σύγχρονο, πολύπλοκο και κυρίως αντιφατικό γενικότερο πολιτισμικό γίγνεσθαι. Σε συνθήκες κρίσης της παγκοσμιοποίησης θα υπάρξει όμως η επιθυμητή σύνθεση, αναγκαία προϋπόθεση για μερικά τουλάχιστον καλλιτεχνικά και κοινωνικά βήματα προς το ριζικά νέο, το άλλο, το μοντέρνο;


***Ενδεικτικά αναφέρομαι στους καλλιτέχνες: Α. Σκούρτης, Ε. Χατζηαργυρού, Δ. Φόρτσας, Κ. Γραμμένος, Χρ. Σαραντοπούλου, Μ. Κατζουράκης, Β. Μιχαήλ, Α. Πατσούρης, Χρ. Τζίβελος, Ν. Τακτσιόγλου, Β. Γέρος, Χρ. Παπαγεωργίου κ.α. Για το έργο των τριών πρώτων επιμελήθηκα μια μικρή έκθεση στη γκαλερί Πρίσμα (27 Μαρτίου έως 25 Απριλίου 2015).


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
  1. Βλ. συλλ., Νέα Ανθρωπολογία και μοντέρνα τέχνη., Ζήτη, 460 σελ. Επ. Επ. Β. Φιοραβάντες
  2.   Βλ. και Β. Φιοραβάντες, "Η επιθανάτια αγωνία του συστήματος", Η Αυγή, 2015.
  3. Βλ. Β. Φιοραβάντες, «Αμερικάνικος Αφηρημένος Εξπρεσιονισμός και Αισθητική», Νέο Επίπεδο, 43/3, Μάιος 2015, σσ. 7-8.
  4. Στην χώρα μας μόνον ο Α. Παγουλάτος είχε διαμορφώσει μια γενικότερη μοντέρνα στάση σε επίπεδο θεωρητικής προσέγγισης.




ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ: ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΑ



Β. ΦΙΟΡΑΒΑΝΤΕΣ
ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ: ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ  ΓΛΩΣΣΑ
Νέες κριτικές

Παπαρούνες της φυλακής των αγώνων της λησμονημένης Άνοιξης
Κόκκινες παπαρούνες κινούμενη άμμος πορφυρή της Κολάσεως  
Προχωρείτε Προχωρείτε 
                                                                                           Οι νεκροί περιμένουν!                                                                          Μέσκος Μ., Η Σκάλα

             

Ι.  Κριτική της  παγκοσμιοποίησης

 Γνωρίζουμε πλέον λεπτομερώς τις καταστροφές της κοινωνικής δομής και συγκρότησης που επέφερε άλλοτε κρυφά, άλλοτε ύπουλα και άλλοτε μετωπικά η ανερχόμενη παγκοσμιοποίηση. Μελετώντας δε όταν εκδόθηκε το συγκλονιστικό βιβλίο της V. Forrester1 ανατρίχιαζες, σε έπιανε τρόμος μπροστά στην προϊούσα τότε και κυρίως στην επερχόμενη κοινωνική καταστροφή. Όταν πρωτοκυκλοφόρησε το συγκλονιστικό αυτό βιβλίο της Β. Φόρρεστερ προκάλεσε γενικευμένο σοκ. Και αυτό εδώ και πάνω από 10-15 χρόνια (έτος έκδ. 1966). Αυτή την πρωτόγνωρη, τη φοβερή κρίση ήδη τη βιώνουμε στον Ευρωπαϊκό νότο και στη Γαλλία: Απόρριψη, κοινωνία του 1/3, γενικευμένη αβεβαιότητα, αποσάρθρωση του κοινωνικού κράτους, καπιταλισμός-γύπας κ.α.  Κανείς δεν πίστευε σοβαρά ότι η λιτή και συγχρόνως γλαφυρή περιγραφή από τη χαρισματική αριστερή οικονομολόγο και διανοούμενη Φόρρεστερ της νέας μαύρης οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης, όπως αυτή διαμορφωνόταν και κυρίως όπως αυτή προδιαγραφόταν με κάθε βεβαιότητα, ότι είχε κάποια βάση.  Ήταν τότε η εποχή της «ευτυχισμένης» παγκοσμιοποίησης, των ιδιωτικοποιήσεων κατά ριπάς που είχε ενορχηστρώσει έντεχνα το σύστημα μέσω κυρίως των μπλερικών και των κλώνων τους στην Ευρώπη «σοσιαλιστών», για να δημιουργήσει μια τεχνητή ευμάρεια και μια εικονική ανάπτυξη, βασιζόμενη κυρίως στην ανεξέλεγκτη διάθεση εύκολου και φτηνού ή καλύτερα «φτηνού» χρήματος, πριν εξαπολύσει τη σημερινή ισοπεδωτική λαίλαπα. Οι πάντες θα μετατρέπονταν πλέον σε νέους άθλιους, όπως και γίνεται, στο έλεος των μεγιστάνων, των σπεκουλαδόρων, των νέων ολιγαρχών-γκάνγκστερς, εκτός εάν ο τυφλοπόντικας της ιστορίας ενεργήσει διαφορετικά…

ΙΙ.  Κριτική  της Γλώσσας

ΙΙα. Η γενικευμένη κρίση της γλώσσας σήμερα ως σύμπτωμα της γενικευμένης κοινωνικής, ιδεολογικής, πολιτικής κρίσης.
Η διάλυση της γλώσσας, η οποία χάνει κάθε  σημασία-σήμανση  και η πρωτοπόρα τάση προς την αποσπασματοποίησή της αρχίζουν από τον Ρεμπώ ( αν και η αφετηρία βρίσκεται στον Λωτρεαμόν).
Σύγχρονη γλώσσα: Το νέο λεξιλόγιο της καταστροφής.
Ο ξεπεσμός της γλώσσας ως έκφραση και συγκεκριμενοποίηση του γενικότερου ξεπεσμού της κοινωνίας, της κουλτούρας, του πολιτισμού. Ξεπεσμένος κόσμος-ξεπεσμένη γλώσσα.
Γενικευμένη στο επίπεδο της γλώσσας και διά της γλώσσας συνθηκολόγηση, συγκατάβαση, οπισθοδρόμηση (résignation και régression).
Ελεγεία, Ερινύες, Σειρήνες. Ερειπιώνας κοινωνικός, ιδεολογικός, πολιτισμικός
Έρις, θυμός, ξεπέρασμα.
Νόστος, περιπλάνηση, αλλοτρίωση, αποξένωση, θάνατος. Θάνατος αργός, άμεσος, ολικός. Θάνατος γενικευμένος, βέβαιος, προδιαγεγραμμένος, μαζικός.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες έχει ιδιαίτερη σημασία η συνειδητή προσπάθεια ξεπεράσματος της αλλοτρίωσης γενικά, της αλλοτρίωσης της γλώσσας, της αλλοτρίωση γενικότερα από τις γλωσσικές, λογοτεχνικές και όχι μόνο πρωτοπορίες. Της αλλοτρίωσης κάθε μορφής.
Λωτρεαμόν – Μαλαρμέ – Μπωντλαίρ – Ρεμπώ – Πάουντ – Τζόϋς – Έλιοτ.
Χλένικωφ – Μαγιακόφσκι, νταϊσμός, σουρεαλισμός…
Αυτόματη Γραφή: Νταντά- σουρεαλιστές – Καταστασιακοί…
- Η μοντερνιστική θεωρητικοποίση της γλώσσας.
- Η περιδήνιση της κρίσης, η κρίση της γλώσσας , του langape. Προς μία νέα γλώσσα, άμεση, κριτική, καταγγελτική της σύγχρονης γενικευμένης κοινωνικής αποκάλυψης. Να ξαναδημιουργήσουμε την ποίηση μέσα και πάνω στα ερείπια του σύγχρονου συστήματος, του σύγχρονου κοινωνικού Άουσβιτς. (Παράφραση του Αντόρνο).
- Η μοντερνιστική θεωρητικοποίηση της γλώσσας από τον W. Benjamin2, τον Αντόρνο, τον Βανεγκέμ.
Γλώσσα και μεταγλώσσα
Γλώσσα και επικοινωνία.
Η ανάγκη απόλυτου ξεπεράσματος της κρίσης της γλώσσας: Προς μια νέα γλώσσα, μεταγλώσσα – μετακριτική της γλώσσας.
Κάλβος, Σολωμός – Καβάφης, Καρυωτάκης, Σεφέρης, Ρίτσος, Βάρναλης, Μέσκος, Παγουλάτος, Λεοντάρης.
 Π. Βαλερύ, Ο. Πάουντ, R. Chare
Η αδήριτη τάση προς την αποσπασματοποίηση της γλώσσας, ως σύμπτωμα του ξεπεσμού, της διάλυσης, της αποσύνθεσης, της κατάρρευσης του πολιτισμού.
 Αμεσότητα, αμεσότητα χωρίς όριο. Αμεσότητα και κοινωνικότητα. Η αμεσότητα ως προϋπόθεση της νέας συλλογικότητας και κοινωνικότητας υπό συγκρότηση.
Αμεσότητα και γλώσσα – langage. Γλώσσα, άμεση, λιτή, δωρική. Η αμφισημία και η αναστροφή, η μεταστροφή, η αυτοάρνηση – και η αυτοαναίρεση.
Η αμεσότητα και η νέα συλλογικότητα των νεόφτωχων, ως προϋπόθεση της νέας αυτοάρνησης και δια μέσω της γλώσσας.
Γενικευμένο τέλος όλων των διαμεσολαβήσεων (για να παραφράσουμε τον W.Benjamin).
Αμεσότητα, το πρόταγμα της απελευθερωτικής, χειραφετητικής άμεσης δράσης, πράξης, της γενικευμένης αμεσότητας.
Νέα υποκειμενικότητα. Νέα συλλογικότητα και κοινωνικότητα υπό συγκρότηση.
Αλληγορία, μεταφορά, αντωνυμία (antonymie), παρωδία, υπαινιγμός, υφήγηση (dissertation), δοκίμιο (essais).

ΙΙβ. Κριτική της γλώσσας. Διαλεκτική της γλώσσας και του language:
-                  Γλώσσα: (πρώτη) κατάφαση του είναι. Σύμφωνα με τον αριστερό χεγκελομαρξισμό η γλώσσα θεωρητικοποιείται ως ενιαία οντότητα: Άρα ενιαία σύλληψη – ενιαία θεωρητικοποίηση. Η γλώσσα (langage) συνιστά και τη θεμελιακή επιβεβαίωση του υποκειμένου.
-                  Υποκείμενο
-                  Γλώσσα – Μορφή.
-                  Η γλώσσα (language)  διαπερνιέται από τις κοινωνικές, ιδεολογικές και πολιτισμικές αντιθέσεις σε  συνάρτηση πάντοτε με την εξέλιξη του χρόνου, των συνθηκών κ.α. Γλώσσα και μορφή, η γλώσσα ως μορφή.
Το σύγχρονο πολιτισμικό πρόβλημα αποτυπώνεται ανάγλυφα σε επίπεδο γλώσσας : Η τέχνη και η γλώσσα ως ιερογλυφικό της κοινωνίας και της ιστορίας (W.Benjamin).
Γλώσσα (language): Γλωσσικές διαλεκτικές εικόνες (W.Benjamin) εν τω γίγνεσθαι.
Η γλώσσα ως έκφραση και συγκεκριμενοποίηση των αντιθέσεων, των αντιφάσεων, ακόμη και των  αντινομιών του συστήματος με ενιαίο (unique-uniciste) τρόπο.
Γλώσσα (language): Βάση και εποικοδόμημα συγχρόνως: Η ολότητα του συστήματος εν τω γίγνεσθαι. Η όποια απελευθερωτική στρατηγική πρέπει αναγκαστικά να έχει μια σοβαρή γλωσσική –επικοινωνιακή συνιστώσα, έτσι ώστε στην εποχή της  κατάρρευσης, του τέλους των διαμεσολαβήσεων, η μετακριτική σκέψη έχει ανάγκη, πρέπει δηλαδή να εφεύρει μια νέα γλώσσα (language) άμεση, μοντέρνα, καινοτόμα, άφθαρτη (:μακρυά από κάθε ξύλινη ή προκατασκευασμένη) γλώσσα. Μια γλώσσα αλήθειας και συγχρόνως σκεπτόμενη και αναστοχαζόμενη και αυτή η ίδια.
ΙΙγ. Προς τη μεταγλώσσα.
Ανάγκη δημιουργίας νέων σημάνσεων και νέων σηματοδοτήσεων στην πορεία προς τη νέα ορθολογικότητα (J.Habermans)3 υπό συγκρότηση, κατασκευή, τη νέα ορθολογικότητα εν τω γίγνεσθαι προς το διαρκώς άλλο, το αυτόνομο, το αυτοπροσδιοριζόμενο.
Η χειραφέτηση του ανθρώπου θα επιτελεστεί και σε επίπεδο γλώσσας ή δεν θα πραγματοποιηθεί ποτέ. Προς μια νέα, καινοτόμα, μοντέρνα και ριζοσπαστική γλώσσα.
Νέα γλώσσα: μακρυά από βεβαιότητες, κλισέ, καταφάσεις, τη δικτατορία του κοινού νου, του προφανούς, τις νόρμες κ.α.
Η στρατηγική σημασία της έννοιας, του concept πέραν και ενάντια στoν αισθηματισμό (sentimentalisme), το συναίσθημα, τον ψυχολογισμό.
Όμως η νέα ψυχική –ψυχολογική αρχή όπως διαμορφώνεται υπό την πίεση των νέων καταστροφικών κοινωνικών συνθηκών οδηγεί στην απελευθέρωση των ορμών4, προς νέες ψυχικότητες (mentalitiés), με επίκεντρο την αμεσότητα των σχέσεων και των διαμεσολαβήσεων.  Προς νέες διαμεσολαβήσεις ψυχικές–ψυχολογικές και διανοητικές (structures mentales), προς νέες άμεσες ευαισθησίες (sensibilities immediates). Προς την άμεση και απελευθερωτική επικοινωνία. Τέλος των διαμεσολαβήσεων: αρχή μιας νέας μεγάλης ανθρώπινης και κοινωνικής περιόδου, με επίκεντρο την αμεσότητα, την επικοινωνία, και κυρίως την αμεσότητα της γλώσσας, άρα και των αισθημάτων. (Επιμένει ο Μαρκούζε σ’ αυτό το θέμα στο ιστορικό Δοκίμιο για την απελευθέρωση). Γλώσσα αντι-αλλοτριωτική, αντιφετιχιστική, αντιμυστικοποιητική: Γλώσσα άμεση, σαφής, ορθολογική. Γλώσσα και αντιγλώσσα. Ριζική άρνηση κάθε (νεο)αντιδραστικής: (νέο)-οπερασιοναλιστικής, (νεο)νομιναλιστικής και
(νεο)περσοναλιστικής σύλληψης, στάσης και πρακτικής. Προς τη νέα  συλλογικότητα – κοινωνικότητα με επίκεντρο τη νέα άμεση γλώσσα, τη νέα αρχή της κοινωνικότητας, της αδιαμεσολάβητης κοινωνικής αμεσότητας.
Η ανάμνηση του διαρκούς άλλου. Ως προϋπόθεση για το νέο, το καινοτόμο, το μοντέρνο. Προς ένα διαρκή μοντέρνο-μοντερνιστικό μετασχηματισμό της μορφής, της γλώσσας, της σκέψης…
ΙΙδ. Γλώσσα – Μεταγλώσσα
Γλώσσα-μορφή
Μεταγλώσσα – μεταμορφή
Κείμενο-μετακείμενο
Δοκίμιο-μεταδοκίμιο
Dissertation-Metadissertation

Ανάγκη (απόλυτη) για γλωσσοπλαστική πρακτική: Σολωμός, Καβάφης κ.α. Η δημιουργία έτσι μιας νέας γλώσσας συμπίπτει, ταυτίζεται και συγκεκριμενοποιεί μια νέα μοντέρνα-μοντερνιστική θεώρηση του κόσμου, μια νέα κριτική ιδεολογία. Μία ιδεολογία αντίστασης και άρνηση.
Προς την ιδεολογική κριτική ως προϋπόθεση της ολικής απελευθέρωσης και της χειραφέτησης, άρα και της γλώσσας, αλλά και δια της γλώσσας και της μορφής.

Η επανάσταση, από την άλλη, που πραγματοποιείται δια μέσω της γλώσσας (language) και δια της γλώσσας (language): Νοβάλις, Χέντερλιν, Ρεμπώ, Έλιοτ, Μαγιακόφσκι κ.α. διαμορφώνει το πλαίσιο και τις βάσεις για τη μοντέρνα γλώσσα, για το μοντερνισμό ως πρόταγμα.
ΙΙΙ. Διέξοδος(;): Εξπρεσιονισμός (Σαίνμπεργκ κ.α.): Αποκαλυπτική τέχνη: o Σειραϊσμός ως αποκάλυψη της σύγχρονης καταστροφής: Μουνκ: Κραυγή. Ανάγκη επικαιροποίησης του εξπρεσονιστικού κριτικού και τραγικού προτάγματος.
Απόλυτη ανάγκη ξεπεράσματος της σύγχρονης οπισθοδρόμησης (régression) και της μαζικής συνθηκολόγησης (résignation), που προκαλούν απέραντη θλίψη, απογοήτευση, ξεπεσμό πρωταρχικά μέσα από την κριτική της παγκοσμιοποίησης και συγχρόνως της κριτικής της σύγχρονης αλλοτριωμένης παγκοσμιοποιητικής γλώσσας.


                           ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1.     Βλ. V. Forrester, L’horreur économique, Fayard,  R. Petrella Le bien Commun, Labor κ.α
2.     Βλ. W. Benjamin, Oeuvres και Essais, Gallimard , μ.σ. Folio
3.     Βλ. J. Habermas, Discours philosophipe de le modernité, Gallimard
4.     Βλ. Χ. Μαρκούζε, Δοκίμιο για την απελευθέρωση, Διογένης