Β. ΦΙΟΡΑΒΑΝΤΕΣ
ΣΚΛΑΒΟΣ: ΠΡΟΣ ΜΙΑ ΣΥΝΘΕΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
Ι
Μέχρι τώρα έχουμε προσπαθήσει να προσεγγίσουμε τον Σκλάβο και το έργο του από περισσότερες οπτικές, με διαφορετικούς τρόπους και μεθοδολογίες, πάντοτε μέσα στο γενικότερο πλαίσιο των αναλύσεων της Κριτικής θεωρίας. Βασική αφετηρία και συγχρόνως κινητήρια δύναμη ήταν πάντοτε η εσωτερικευμένη σχέση μου που δημιουργήθηκε με το πρωτοπόρο και παραδειγματικό, από πολλές απόψεις έργο του Σκλάβου.
Αυτή η σχέση απορρέει από πολλούς παράγοντες, ιδεολογικούς και βιωματικούς και μάλιστα περισσότερων διαστάσεων ή συνιστωσών.
Το πρώτο επίπεδο άμεσης επαφής, ακόμη και βαθύτερης επικοινωνίας μου με το έργο του Σκλάβου απορρέει από το γεγονός ότι μπόρεσα να καταλάβω αμέσως τη σημασία του Σκλάβου και του έργου του, λόγω των τεχνικών γνώσεων που είχα (και έχω) του ξύλου, του επίπλου, της τέχνης του επιπλοποιού και του ξυλουργού, καθόσον ο πατέρας μου ήταν επιφανής επιπλοποιός, με μαθητεία στο ιστορικό επιπλοποιείο του Βαράγκη, πριν τους εκσυγχρονισμούς του. Έτσι όταν άνοιξε το επιπλοποιείο του στο χωριό μας, στα Χαλιωτάτα έκανε έπιπλα κατά παραγγελία εντελώς χειροποίητα, με βάση περίτεχνα φιγουρίνια γαλλικής κατά κανόνα έμπνευσης, με τα μοναδικά εργαλεία του STANLEY που του είχε στείλει ο αδελφός του από την Αμερική. Κοντά του έμαθα την μοναδική αυτή τέχνη και εγώ, όπως και την τέχνη του ξυλουργού, που πολλές φορές έκανε από ανάγκη ο πατέρας μου, καθώς και την τέχνη του καλουπατζή, την οποία έκανε επίσης από ανάγκη, όταν δεν είχε παραγγελίες κατασκευής επίπλων. Στη συνέχεια το μαγαζί, όπως το αποκαλούσε, μεταφέρθηκε στη Σάμη από ανάγκη και το διατήρησε μέχρι τέλους (καθόσον η μετανάστευση ρήμαξε το χωριό). Οπότε μου ήταν εύκολη η επικοινωνία σε τεχνικό - μαστορικό επίπεδο με τον Σκλάβο, όπως και με τον Ζάντκιν, το δάσκαλο του Σκλάβου, που μελέτησα όσο μπορούσα καλύτερα, και τον Μπρανκούζι, τον πατέρα της μοντέρνας και αφηρημένης γλυπτικής. Αλλά η γλυπτική δεν είναι απλώς τεχνική-τέχνη-μαστορική κ.τ.λ. Είναι μια πολύ δύσκολη καλλιτεχνική εργασία – τέχνη, της οποίας οι τεχνικές-μαστορικές διαδικασίες συνδέονται με τη σύλληψη και δημιουργία (création) αυτόνομων και μη χρηστικών μορφών. Αυτές με τη σειρά τους παραπέμπουν σε διανοητικά, πνευματικά, ιδεολογικά θέματα, και πρώτιστα στον Σκλάβο σε αυτούς της μοντέρνας και αφηρημένης γλυπτικής. Από μια ορισμένη άποψη δε μπορούμε να δεχθούμε ότι ακόμη απορρέει από τη γενικώτερη αυτή αισθητική τάση, αλλά χωρίς την άριστη τεχνική εκ μέρους του καλλιτέχνη, και στην προκειμένη περίπτωση του Σκλάβου, δεν θα υπήρχε το έργο του-αναφορά.
Αφού λοιπόν κατάλαβα όσο μπορούσα καλύτερα την τεχνική του Σκλάβου επιστράτευσα ότι γνώσεις θεωρητικές, επιστημονικές, ιδεολογικές είχα τότε και με συνεχείς συζητήσεις με φίλους και τους εξέχοντες καθηγητές μου, Ο. Ρεβώ ντ’ Αλλόν και Φρ. Σατλέ, άρχισα το απονενοημένο διάβημα της συστηματικής προσπάθειας μου κατανόησης και ερμηνείας του έργου του Σκλάβου.
Σε αυτή την προσπάθεια με βοήθησαν καθοριστικά οι γνώσεις και η αλγοριθμική λογική της πληροφορικής, που είχα πτυχίο με άριστα πριν πάρω το πτυχίο φιλοσοφίας. Έτσι μπόρεσα να συγκροτήσω τη σκέψη μου μετά από μια περίοδο επιστημονικών ερευνών του έργου του Σκλάβου, στο οποίο είχα για μια μικρή περίοδο συστηματικής έρευνας στο Παρίσι. Βέβαια στη συνέχεια όσο μελετούσα τον Σκλάβο και το έργο του προέκυπταν νέα θέματα για διερεύνηση. Και αυτό γίνεται μέχρι σήμερα. Από την άποψη αυτή μπορώ να πω ότι η όλη προσέγγιση παραπέμπει σε κάποιο ιδιότυπο αισθητικό ανοιχτό σύστημα, όλο και διευρυνόμενο, όσο τροφοδοτούνταν και τροφοδοτείται από τις νέες κριτικές διερευνήσεις μου της μοντέρνας και αφηρημένης τέχνης, της μοντέρνας γλυπτικής ειδικώτερα και πιο συγκεκριμένα του έργου του Σκλάβου. Αυτό όμως που προείχε αρχικά ήταν μια πρώτη συγκροτημένη και συνεκτική αισθητική προσέγγιση του Σκλάβου και του έργου του, την οποία πιστεύω, κρίνοντας σήμερα εκ των υστέρων, ότι την κατόρθωσα το 1985-86 με τη συγγραφή της διατριβής μου, και της πληροφορικής βοηθούσας. Από μια ορισμένη άποψη δε μπορούμε να θεωρήσουμε αυτή πρώτο κείμενο, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιομορφίες και τις σημαντικές δυσκολίες του όλου εγχειρήματος ως ένα κάποιο επίτευγμα. Σε κάθε περίπτωση η εργασία αυτή μου άνοιξε το δρόμο για την αισθητική μέχρι τώρα έρευνα και θεωρητικοποίηση, πάντα μέσα στο πλαίσιο των θεωρητικοποιήσεων της Κριτικής θεωρίας, δημιουργώντας ακόμη και τις προϋποθέσεις για μια σχετική διεύρυνση, μπορούμε να πούμε δε και για μια σχετική επικαιροποίηση, ακόμη και ανασυγκρότηση της Κριτικής θεωρίας και της αισθητικής της μοντέρνας και αφηρημένης τέχνης, με επίκεντρο την αισθητική της μοντέρνας και αφηρημένης γλυπτικής και ιδίως του έργου του Σκλάβου.
Έτσι μέσα στο γενικότερο ακόμη ζωντανό ιδεολογικό και θεωρητικό κλίμα της μετά το Μάη εποχής, και με βάση τις τότε σημαντικές θεωρητικές γνώσεις και τη σημαντική πρακτική μου στο κίνημα, μέσα και στο γενικότερο κλίμα των θεωρητικών αναζητήσεων σημαντικών διανοουμένων που παρακολουθούσα τις διαλέξεις πριν στην Ελλάδα και τότε στο Παρίσι καθώς και του πολύ υψηλού επιπέδου διαφόρων σεμιναρίων τότε στο Παρίσι, με προεξάρχων το Σεμινάριο αισθητικής της Σορβόννης υπό τον Ο. Ρεβώ ντ’ Αλλόν, διαμόρφωσα μια Κριτική θεωρία της μοντέρνας τέχνης του αγωνιστή, ήδη συγκροτημένου αυτόνομα ως ένα σημαντικό βαθμό διανοουμένου. Ειδικά δε και υπό την επήρεια και του ιστορικού σεμιναρίου Μεθοδολογίας τότε του Σατλέ, διατήρησα αυτό το πνεύμα κριτικής, και άρνησης του αγωνιστή και στο χώρο της Αισθητικής πνεύμα που εξάλλου προσπαθώ να διατηρώ ακόμη μέχρι σήμερα, υπονοείται ότι χωρίς τη στράτευση του υποκειμένου δεν υπάρχει Αισθητική, της μοντέρνας τέχνης, και του πρωτοπόρου έργου του Σκλάβου ειδικότερα.
ΙΙ
Ο Σκλάβος γλύπτης μαρμάρου, μετάλλου, γρανίτη, και ως ένα βαθμό ξύλου.
Υπάρχει μια θεμελιώδης, μια δομική αντινομία, με την έννοια των Χορκχάϊμερ –Αντόρνο της Διαλεκτικής του πολιτισμού1 μεταξύ μαστορικής τέχνης (artisanat) και τέχνης και στην προκειμένη περίπτωση της μοντέρνας γλυπτικής. Η θεωρητικοποίηση της με συστηματικό τρόπο είναι δύσκολη. Παρόλα αυτά η αντινομία αυτή στο επίπεδο της θεώρησης του κόσμου και των μορφών υπερβαίνεται, καθόσον υπάρχει μια κοινή βάση σε επίπεδο μορφοποιήσεων αλλά και πρόσληψης – ερμηνείας των μορφών.
Γλυπτική και ξυλουργική τέχνη: μαστορικές τέχνες και οι δύο. Η γλυπτική είναι και «καλή τέχνη», δηλαδή ανώτερου επιπέδου σύλληψης και ελεύθερης δημιουργίας τέχνη, και μάλιστα με πολύ περισσότερους βαθμούς ελευθερίας, ενώ η τέχνη του επιπλοποιού δημιουργεί με βάση προσχεδιασμένες πάντοτε ωραίες μορφές (φιγουρίνια), με ελάχιστη έως καθόλου αυτονομία.
Β.Φ.: Μελετητής και των Μπρανκούζι – Ζάντκιν, με τους οποίους υπάρχει μεγαλύτερη ταύτιση μου: η μαστορική καρδιά μου, η τέχνη του επιπλοποιού και του ξυλουργού, που τις κατέχω άριστα, είναι κοινή με τη μοντέρνα και αφηρημένη γλυπτική αυτών των δύο καλλιτεχνών αναφορά. Με άλλα λόγια υπάρχει μεγαλύτερο κοινό πεδίο. Όμως πάντα είναι άλλο πράγμα η μαστορική τέχνη και άλλο η πρωτοπόρα γλυπτική ξύλου, η οποία στηρίζεται στην παραδοσιακή ξυλουργική τέχνη και ως ένα βαθμό την επιπλοποιΐα (καλύτερα την προχωρημένη επεξεργασία ξύλου των επιπλοποιών, αλλά και κατά πολύ πιο δημιουργική) και την αναβαθμίζει σε μοντέρνα γλυπτική του ξύλου ή τη μεταφέρει και την εφαρμόζει στο μάρμαρο κ.α.
Σε κάθε περίπτωση η εκπαίδευση του Μπρανούζι και του Ζάντκιν σε σχολές ξυλουργικής στη Ρουμανία (στο χωριό των ξυλουργών – ξυλοκόπων) και στην Αγγλία (στη σχολή καραβοξυλουργών) αντίστοιχα έπαιξαν καθοριστικό ρόλο για την όλη αυστηρή και συγκροτημένη καλλιτεχνική διαμόρφωσή τους, υπό την επίδραση στη συνέχεια ιδίως στο Παρίσι της πρωτοπορίας, σε μοντέρνους και αφηρημένους γλύπτες ως αναβάθμιση – ξεπέρασμα της παραδοσιακής ξυλουργικής τέχνης που γνώριζαν, κρατώντας βέβαια πάντα, αν όχι όλες τις αρχές και τις μεθόδους της, τουλάχιστον τον πυρήνα της και τροποποιώντας δημιουργικά και πρωτοπόρα κάποιες άλλες, και έτσι έφτασαν στο ξεπέρασμα της παραδοσιακής τέχνης προς την αφηρημένη γλυπτική.
Δηλαδή υπάρχει διατήρηση, ανάπτυξη, εμβάθυνση της παραδοσιακής εργασίας του ξύλου – του ξυλουργού, και συνάμα ξεπέρασμά της προς νέες μορφές εργασίας – μορφικού ξεπεράσματος: Αφηρημένη γλυπτική ως διαδικασία μεταλλαγής, μεταμόρφωσης, όπως λέει και ο Σκλάβος, ξεπεράσματος. Aufheben-Aufhebung. Συγχρόνως η επικοινωνία μου στο επίπεδο της μαστορικής γενικότερα τέχνης με τον Σκλάβο, μου επιτρέπει να μπω βαθύτερα στη σκέψη του, να την καταλάβω, να προσπαθήσω να την ερμηνεύσω σε ένα κάποιο βαθμό.
Έτσι μπορώ να αποπειραθώ και μια λιγότερο ή περισσότερο ορθολογική ερμηνεία (ή επεξήγηση) του έργου του.
Ολικά ορθολογική εξήγηση δεν θα δοθεί ποτέ, ούτε κανένας θα κατανοήσει το έργο του Σκλάβου, καθόσον πάντοτε αφηρημένο, απόλυτα ορθολογικά ή μόνον ορθολογικά. Η ορθολογική αισθητική εξήγηση που θα εδράζεται στη γνώση των τεχνικών διαδικασιών, των υλικών κ.α. είναι αναγκαία, αλλά όχι αρκετή, και ούτε μπορεί να υπάρξει πλήρως. Μόνο η μετάθεση του θέματος σε επίπεδο θεώρησης του κόσμου και ιδεολογίας θα μπορέσει να δώσει μια συνεκτική, πάντα κατά το μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, ορθολογική εξήγηση – ερμηνεία, όπως έχουμε κάνει ήδη μέχρι τώρα. Αλλά αυτή η προσπάθεια δεν περιορίζεται στην πρώτη ανάγνωση του έργου του Σκλάβου που κάναμε στην Thèse, καθόσον υπάρχουν ή μπορεί να γίνουν και αρκετές άλλες αναγνώσεις, όπως ήδη κάναμε στη συνέχεια μέχρι σήμερα. Η προσπάθεια φθασίματος στην ολότητα της θεώρησης του κόσμου του Σκλάβου, καθόσον πολύπλευρη, πολυεπίπεδη, σύνθετη, είναι και αυτή εκ των πραγμάτων το ίδιο σύνθετη, και ουσιαστικά συνιστά μια συνεχή προσπάθεια σύνθεσης σε μια ενιαία πάντοτε (κατά το δυνατό) ανάγνωση και θεώρηση γενικότερα του όλου Σκλάβος, ως διαρκώς σκεπτόμενη και δρώσα οντότητα σε διαρκές γίγνεσθαι μέχρι τον αδόκητο θάνατο του (Σκλάβου).
Η προσπάθεια αυτή διαρκών αναγνώσεων, συνθέσεων και ανασυνθέσεων φθάνει ακόμη να γίνει και σισύφεια. Ανοίγεις το ένα θέμα, προκύπτει το άλλο. Οπότε πάλι από την αρχή κ.ο.κ. Έτσι μιλούμε πλέον για μια κατάσταση του πνεύματος, που πλέον εργάζεται ενδογενώς και ασταμάτητα μέχρι να μπορέσει να κάνει explicite τις περισσότερες δυνατές πτυχές του έργου του Σκλάβου, πάντοτε με στόχο τη σύλληψη της ολότητάς του. Μέχρι δηλαδή να φθάσουμε στην εμμενή σύλληψη και κατανόησή του, εκ των πραγμάτων, δύσκολου, αφηρημένου έργου του Σκλάβου. Και γενικότερα τίθεται θέμα ως προς τα όρια της συστηματικής ορθολογικής προσέγγισης του αφηρημένου έργου γενικά και του Σκλάβου ειδικότερα. Όμως άλλη λύση δεν υπάρχει, επιστημονικά μιλώντας. Για αυτό τελικά είμαστε υποχρεωμένοι να κάνουμε διαρκώς παρέα με τον Σκλάβο, αλλά και με τον Σίσυφο… Σε κάθε περίπτωση βοηθά ουσιαστικά, προωθητικά, μερικές δε φορές και καταλυτικά στην όλη αυτή προσπάθειά μου η μαστορική τέχνη μου του επιπλοποιού και του ξυλουργού, η οποία είναι πάντοτε η βάση, αναφορά της οξείας αισθητικής-ερευνητικής διαίσθησής μου για την αφηρημένη γλυπτική την όλη απόπειρα του Σκλάβου πιο συγκεκριμένα. Έτσι ο Σίσυφος ανατροφοδοτείται συνέχεια…
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Εκδ. Πλέθρον.
Τρίτη 20 Αυγούστου 2024
ΣΚΛΑΒΟΣ: ΠΡΟΣ ΜΙΑ ΣΥΝΘΕΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΚΑΛΗΣΠΕΡΑ ΣΑΣ ΓΙΑ ΣΧΟΛΙΑ, ΑΡΘΡΑ, ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ BLOG ΜΑΣ ΜΠΟΡΕΙΤΕ ΝΑ ΜΑΣ ΤΑ ΣΤΕΛΝΕΤΕ ΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ E-MAIL ΔΙΟΤΙ ΤΟ ΕΧΟΥΜΕ ΚΛΕΙΣΤΟ ΓΙΑ ΕΥΝΟΗΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ.
Hλεκτρονική διεύθυνση για σχόλια (e-mail) : fioravantes.vas@gmail.com
Σας ευχαριστούμε
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.