Β. ΦΙΟΡΑΒΑΝΤΕΣ
ΠΡΟΣ ΤΗ ΜΕΤΑΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ1: Η ΕΠΟΧΗ
ΤΗΣ ΚΑΘΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΑΡΝΗΣΗΣ:ΠΡΟΣ ΜΙΑ ΝΕΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΠΡΑΞΗ
Η ΜΕΤΑΚΡΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ
ΜΕΤΑΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗΣ
Τα
βιβλία μας Προς τη Μεταπαγκοσμιοποίηση
(εκδ. Ζήτη, σ. 460, μεγ. σχ.) και Η εποχή
της καθορισμένης άρνησης συγκροτήθηκαν από μία παράταξη
κειμένων-αποσπασμάτων, μικρότερων ή μεγαλύτερων, δυσκολότερων ή ευκολότερων, που
γράφτηκαν για τις παραδόσεις μας σε προπτυχιακό και μεταπτυχιακό επίπεδο, για
εισηγήσεις μας σε συνέδρια, στρογγυλά τραπέζια κ.α, από κείμενα παρεμβάσεών μας
στο δημόσιο χώρο κ.ά. από τα μέσα της δεκαετίας του 2000-10 μέχρι το τέλος του
2015, αλλά και από άλλα εκτενέστερα και συστηματικότερα που προσπαθούν να
απαντήσουν σε θέματα και προκλήσεις που ανέδειξε η σύγχρονη κρίση. Ως τέτοια
φιλοδοξούν να είναι και αυτά σύγχρονα ως προς τη μορφή, άμεσα και παρεμβατικά.
Με άλλα λόγια δε μας ενδιαφέρει να κάνουμε βιβλία-εγχειρίδια, χωρίς συνδέσεις
και αναφορές – λιγότερο ή περισσότερο άμεσε (emprises) στις σύγχρονες πραγματικότητες.
Από την άλλη, μέσα από συνεχείς αναδομήσεις και ανασυγκροτήσεις (pliér et déplies κατά
τον Deleuze2), προσπαθήσαμε να
φθάσουμε στην ουσία των πραγμάτων που είναι συχνά κρυμμένη πίσω από πολλές
στρώσεις ψευδούς συνείδησης κ.α.. Για το λόγο αυτό μέσω των διαρκών κειμενικών
αναδιοργανώσεων (rémaniement) προσπαθήσαμε να φτάσουμε σε ένα ικανοποιητικό
επίπεδο μορφής των κειμένων-δοκιμίων-αποσπασμάτων μας σε παράταξη, προϊόν μιας διαρκούς
και συστηματικής μετακριτικής προβληματικής (reflexions), που είναι κατά τον
Αντόρνο η πεμπτουσία της ιστορίας, της σκέψης και της φιλοσοφίας, ακόμη και η
συνθήκη sine
que
non
για
την ύπαρξη της όποιας σύγχρονης φιλοσοφικής – και σήμερα θα λέγαμε –
μεταφιλοσοφικής, μετακριτικής και μετα-αισθητικής προβληματικής. Ο στόχος μας
ήταν και παραμένει πάντοτε η εμμενής κατανόηση μιας απόλυτα αρνητικής
κοινωνικής κατάστασης εν τω γίγνεσθαι προς το άλλο, μέσω της συνειδητής δράσης
της υποκειμενικότητας. Δεν ξέρουμε σε ποιο βαθμό το κατορθώσαμε, αλλά
τουλάχιστον πιστεύουμε ότι πετάξαμε μια σύγχρονη μετακριτική μποτίλια, για να
παραφράσουμε τον Χορκχάιμερ, στη θάλασσα. Βέβαια έχουμε απόλυτη συνείδηση ότι
το μέγιστο, το καθοριστικό πρόβλημα της υποκειμενικότητας παραμένει ακέραιο,
κρίσιμο, πραγματικό.
Στη
διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας επήλθες δραματικές αλλαγές, η δε κρίση από το
2008 και εδώ τροποποίησε ριζικά τα δεδομένα, με προεξάρχουσα την ανάγκη
ανάδειξης της αναγκαιότητας ανεύρεσης νέου νοήματος (sens)–κατεύθυνσης στην όλη έρευνα, προβληματική
και θεωρητικοποίησή μας. Η έκρηξη της κρίσης, και η οποία δεν έχει τελειωμό,
ανέδειξε όλες τις παθολογίες του καπιταλισμού, αποκάλυψε τις έντεχνα κρυπτόμενες
ή καλυπτόμενες από το σύστημα αντινομίες του, τα δομικά – το υπογραμμίζουμε – αδιέξοδα
του παγκοσμιοποιημένου καπιταλιστικού συστήματος. Έτσι, συνειδητοποιώντας την
υπευθυνότητα που (πρέπει να) έχει ένας ερευνητής, αν θέλει να είναι αλληλέγγυος
της μεταφυσικής τη στιγμή της πτώσης της, για να παραφράσουμε τον Αντόρνο, και
αν θέλει ως συνειδητοποιημένος κοινωνικός επιστήμονας και άνθρωπος να αποτρέψει
τη «φυσική» πορεία τα ανθρωπότητας προς την καταστροφή ή τουλάχιστον να δράσει
όσο μπορεί συνειδητά για να βοηθήσει τουλάχιστον στην ελαχιστοποίηση των
αρνητικών συνεπειών της για τον άνθρωπο, πρέπει να δράσει αφυπνιστικά, διαφωτιστικά,
ανθρωπιστικά. Να προσπαθήσει, μέσα σε αντίξοες συνθήκες, με την κυριάρχηση
ισχυρή όσο ποτέ άλλοτε, τη φετιχιτοποίηση ασύλληπτη, την αλλοτρίωση πανταχού
παρούσα, να φωτίσει αυτές τις αντινομίες στον μεταξύ τους πόλεμο, αλλά και στον
αδυσώπητο πόλεμο όλων τους ενάντια στον άνθρωπο και την κοινωνία ολόκληρη, ώστε
να μπορέσει να βρεθεί μια χαραμάδα για να περάσει η απελεθευρωτική πράξη. Η
περιγραφή των αντινομιών, των αντιθέσεων, των αντιφάσεων και ότι άλλο μπορεί να
υπάρξει καθαυτή, έχει ελάχιστο ενδιαφέρον. Το μόνο ενδιαφέρον που υπάρχει,
διορθώνοντας στο σημείο αυτό και τον Χάμπερμας3, είναι αυτό που δημιουργείται από την
ελπίδα της απελευθερωτικής πράξης, από την ελπίδα της απελευθέρωσης. Από την
αρχή της απελευθέρωσης, για να θυμηθούμε και το μεγάλο Ε. Μπλοχ4. Η περιγραφή και η
αναλυτική του υπάρχοντος ολικά αλλοτριωμένου παγκοσμιοποιημένου είναι, εκτός
από το γεγονός ότι είναι σαν τέτοια άνευ αξίας, και ως εκ τούτου αδιάφορη, δεν
είναι και επιστημονική. Επιστημονικό είναι ότι βοηθά τον άνθρωπο να απελευθερωθεί.
Δηλαδή,
παραφράζοντας και τον Σάρτρ5, επιστημονικό είναι μόνο το απελευθερωτικό. Το δυναμικό,
το γενετικό, ο γενετικός στρουκτουραλισμός κατά τον Γκολντμάν6. Έτσι και εμείς
διαφοροποιήσαμε ριζικά την έρευνά μας, με βάση και την ιστορική διαπίστωση του
Μαρξ, περί αναπόφευκτης αλλαγής του εποικοδομήματος όταν αλλάζουν οι κοινωνικές
βάσεις7, που
τόση συζήτηση έχει προκαλέσει μάλλον χωρίς λόγο. Και αυτό γιατί, με βάση την
ιστορική εμπειρία, όσες αλλαγές και αν γίνουν στο εποικοδόμημα, όσο σημαντικές και
αν είναι, δεν οδηγούν ποτέ σε ριζικές αλλαγές, με την έννοια του Μάρξ. Δηλαδή
σε κοινωνικές. Αντίθετα οι αλλαγές στις ιδεολογικές μορφές, αν και τις
συνειδητοποιούμε κατά κανόνα πάντοτε εκ των υστέρων, σύμφωνα με τη Γερμανική ιδεολογία8, μας βοηθούν να
κατανοήσουμε και να συλλάβουμε τις ήδη συντελεσθείσες αλλαγές της κοινωνικής
βάσης και να οδηγήσουμε τον αγώνα μέχρι το τέλος του, όπως λέει πάλι ο Μαρξ στο
ίδιο απόσπασμα. Δηλαδή στην επανάσταση. Και η συνειδητοποίηση του απόλυτα
απάνθρωπου χαρακτήρα της παγκοσμιοποίησης μαζί με το τέλος της,
συνειδητοποιήθηκε όταν το σύστημα έπαψε να σπέρνει εικονικό χρήμα. Τότε
κατέρρευσαν τα πάντα. Η μέχρι τότε κριτική της παγκοσμιοποίησης, μέσα στη
γενική ευφορία, που έντεχνα είχαν δημιουργήσει οι επονομαζόμενοι τότε «πολιτικά
ορθοί» παγκοσμιοποιητές και οι ιδεολόγοι της «ευτυχισμένης παγκοσμιοποίησης»
(π.χ. ο Α. Mink
κ.α.),
θεωρούνταν υπερβολική, ακραία, σχεδόν χωρίς βάσεις (fondements). Η μελέτη σε βάθος
όμως της Μοντέρνας τέχνης τον 20ο αι., της πολυσχειδούς προβληματικής
της, των καινοτόμων, πολύμορφων τεχνικών και πρακτικών της, του νωτεριστικού
όσο και ριζοσπαστικού πάντοτε πνεύματός της, του νέου και επαναστατικού
πνεύματος που διαμόρφωσε, της μοναδικής εμπειρίας των αισθητοκαλλιτεχνικών και
κοινωνικών πρακτικών της, αλλά και των τραγικών μηνυμάτων που εξέπεμπε για την
ανθρώπινη ύπαρξη και τα συσσωρευμένα συνεχώς αδιέξοδά της, μας είχαν προϊδεάσει
για την επερχόμενη κατάρρευση. Η κραυγή των μοντέρνων καλλιτεχνών ήταν διαρκής
και επαναλαμβανόμενη μέχρι τέλος. Η κριτική της αλλοτρίωσης ολική. Δεν είχε συλληφθεί
έστω και στοιχειωδώς από κανέναν άλλον το μέγεθος της καταστροφής που
συντελούνταν με τις παγκοσμιοποιητικές διαδικασίες, σε εξέλιξη ήδη από τις
αρχές του ΧΧου αιώνα, όταν άρχισε η επέλαση του τεϋλορισμού9, δηλαδή πολύ πριν
αρχίσει να φαίνεται η παγκοσμιοποίηση ως κύρια τάση, ήδη από τα πρώτα βήματα
του τεϋλορισμού και στη συνέχεια του φορντισμού10, αλλά ήδη διαφαίνονταν. Από μερικούς βέβαια
ριζοσπάστες θεωρητικούς, καλλιτέχνες και διανοούμενους κριτικαρίζονταν οι
απίθανες υπερβολές του συστήματος, αποτυπώνοντας και επισημαίνοντας έστω και
ενστικτωδώς ή και στοιχειωδώς το διαρκώς μεγεθυνόμενο επερχόμενο αναπόδραστα
γενικό κακό. Από τα μέσα δε της δεκαετίας του 1990, όπως το επεσήμανε ο G. Balandier11, η κοινότητα κάθε μορφής είχε
καταστραφεί ολοσχερώς, η κοινωνία και η ιδεολογία ήταν τύποις συλλογικότητες ή
συλλογικές εκφράσεις. Η παγκοσμιοποίηση είχε πλέον διαλύσει την κοινωνία.
Από
την άλλη, σε όλο τον XXο αι. μόνο τα πρωτοπόρα καλλιτεχνικά και αισθητικά
ρεύματα συγκρότησαν κατά καιρούς κάποιες συλλογικές οντότητες, αν και ποτέ κοινότητες*. Και όταν
αποπειράθηκαν κάτι τέτοιο, η αλλοτρίωση και η κρυφή ή φανερή κοινωνική διαίρεση
της εργασίας διέλυαν τα πάντα. Και έμεναν ως ηρωϊκά αντιστεκόμενες κάποιες προσωπικότητες-διανοούμενοι,
μερικοί μεγάλοι καλλιτέχνες της πρωτοπορίας, ή ελάχιστες ιδεολογικοπολιτικές
και αισθητοκαλλιτεχνικές μικροομάδες. Μέσα στην άμπωτη της διαρκώς αυξανόμενης
και διαδιδόμενης πραγμοποίησης μόνο η Σχολή της Φρανκφούρτης αντιστάθηκε
σθεναρά και παρέμεινε ενεργή ως Σχολή φιλοσοφική, ιδεολογικά και μεθοδολογικά
συμπαγής, ομάδα μέχρι το 1975-80. Έτσι έμεινε αλώβητη, ανεξάρτητη, αυτόνομη και
σταθερά ιδεολογικά κριτική. Σήμερα βέβαια και αυτή είναι δυστυχώς ιστορικής
ανάμνηση. Γέμισαν τα Πανεπιστήμια από φρανκφουρτιανολόγους. Δεν υπάρχουν πλέον
φρανκφουρτιανοί ή νεοφρανκφουρτιανοί φιλόσοφοι. Έτσι μέσα στην νέα μεγάλη έρημη
χώρα, βιώνουμε μία απέραντη μοναξιά, για να παραφράσουμε τον Έλιοτ και τον
Μάρκες.
Με
βάση και αναφορά τα παραδείγματα αυτών των σημαντικών καλλιτεχνών και πάντοτε της
ιστορικής Σχολής της Φρανκφούρτης, στα κείμενά μας αυτά προσπαθήσαμε να
αρθρώσουμε έναν όσο μπορούσαμε πιο συνεκτικό θεωρητικό λόγο, μέσα στην έκρηξη
του συστήματος με τα άπειρα και απρόβλεπτα συντρίμμια του να μας κυκλώνουν από
παντού και συγχρόνως πάντοτε κριτικό και ριζοσπαστικό, για να μπορέσουμε να
καταλάβουμε εμμενώς, όπως έλεγε ο Γκολντμάν, τις νέες προκλήσεις, που ανέδειξε
η μεταπαγκοσμιοποίηση, ακόμη και η αρχόμενη τραγικά αποπαγκοσμιοποίηση. Μιλούμε
πλέον, αν όχι για νέους κοινωνικούς μετασχηματισμούς με την αυστηρή μαρξική και
μαρξιστική θεώρηση, για θεμελιώδεις μετασχηματισμούς του καπιταλισμού. Όλες οι
βασικές δομές του σύγχρονου συστήματος, και ως εκ τούτου οι αντίστοιχες έννοιες,
χρειάζονται ριζική πλέον αναδόμηση, ανασυγκρότηση. Κράτος, τάξεις12, ιδεολογία,
κυριάρχηση, χρήμα, κεφάλαιο, κέρδος κ.α. μπαίνουν σε μια νέα περίοδο, με σαφή
την υποβάθμιση της εργασίας, της κουλτούρας, του ανθρώπου… Αρχίζει μια νέα και πολύ
χειρότερη εποχή των άκρων, για να θυμηθούμε και τον Χομπσμπάουμ13. Το ζητούμενο είναι
αν θα μπούμε και σε μια νέα περίοδο των επαναστάσεων, για να θυμηθούμε και πάλι
τον Χομπσμπάουμ14,
παραφράζοντάς τον, ή σε μία περίοδο παρατεταμένης, μακρόχρονης βαρβαρότητας και
νεοβαρβαρότητας. Σε κάθε περίπτωση μπήκαμε σε μία νέα περίοδο που η κυριάρχηση
δεν ήταν ποτέ άλλοτε πιο ισχυρή, παντοδύναμη θα λέγαμε15.
Μέσα
στο σύγχρονο ξεπεσμένο κόσμο το να γράφεις για την παγκοσμιοποίηση και την
κρίση της, την κρίση του καπιταλισμού γενικότερα, όσο δεν υπάρχει η όποια
προοπτική ή ελπίδα ξεπεράσματος, είναι και αυτό ξεπεσμός. Πρόκειται μάλιστα για
αναγκαστική βίωση μιας θλιβερής κατάστασης διαρκούς καταγγελίας ενός όλο και
πιο απάνθρωπου συστήματος, χωρίς Ρεμπώ, χωρίς Μάλεβιτς και Μαγιακόφσκι. Χωρίς δηλαδή
μεγάλους πρωτοπόρους καλλιτέχνες και χωρίς απελευθερωτικές καλλιτεχνικές και
γενικότερα ιδεολογικές μορφές. Η εκτενής, η συστηματική μελέτη και διερεύνηση
των μορφών, των μεθοδολογιών, των ιδεολογιών κ.ά., κινδυνεύει να καταλήξει σε
μια μετακριτική άσκηση στυλ, ανακυκλώμενη και ανατροφοδοτούμενη, παρά σε μια
νέα, καινοτόμα και ριζοσπαστική θεώρηση. Έτσι, επιστρατεύσαμε το έργο της
Σχολής της Φρανφκούρτης, του Λούκατς, του Γκράμσι, της Σχολής της Φρανκφούρτης,
του Γκολντμάν, του Κόζικ, του Γκόρζ, του Λεφέβρ, του Παπαϊωάννου (τη μεγάλη
συμπάθεια των Καταστασιακών), του Βανεγκέμ, του Σουήζη, του Μαντέλ, του Χομπσμπάουμ,
του Πουλαντζά κ.ά., με επίκεντρο πάντοτε την πράξη, την απελευθερωτική πράξη,
τις χειραφετησιακές μορφές και καταστάσεις. Αποτέλεσμα: κάποια ίσως μικρά προχωρήματα
σε μερικά και σημαντικά θέματα. Ίσως ακόμη να προχωρήσαμε τις ιστορικές
συζητήσεις των μεγάλων αυτών θεωρητικών, με αναφορά πάντοτε τον Μαρξ, ιδίως τον
νεαρό φλογερό επαναστάτη και ανθρωπιστή Μαρξ. Από την άλλη, το κρίσιμο αίτημα
της απελευθέρωσης με νεοανθρωπιστικούς όρους και της χειραφέτησης, παραμένει
ακέραιο, και απαιτεί λύση, ικανοποίηση. Μέσα στις κατά πολύ πιο δύσκολες και
ολικά αλλοτριωτικές σύγχρονες συνθήκες, με τις πλατείες άδειες, με το νέοσυντηρητικό
success
story
μιας «αριστεράς» χωρίς ουσιαστικές κοινωνικές και ιδεολογικές αναφορές, όμως
δεν υπάρχει καμία θετική προσωπική, καμία πιθανότητα ξεπεράσματος της τροϊκανής
καταστροφής, της ολικής ισοπέδωσης της κοινωνίας, που εν τω μεταξύ έχει
επιβληθεί από τον Σόιμπλε και την κλίκα του. Στη διαπίστωση της ανυπέρβλητης ανάγκης
της απελευθέρωσης και της χειραφέτησης ως υπαρξιακής – ή σχεδόν – συνθήκης, στην
ταραγμένη περίοδο που διαμορφώσαμε τα κείμενά μας, ίσως οφείλεται η υπερβολική
αγωνία για το αβέβαιο αύριο που αυτά εκπέμπουν σε κάθε του γραμμή. Η αγωνία μας
είναι πλέον δομική, μόνιμη, διαρκής ως έκφραση και συμπύκνωση της ακραίας δομικής
αβεβαιότητας του συστήματος. Η δομική βέβαια αβεβαιότητα της ύπαρξης δεν έχει
πλέον καμία απόλυτη -ή μη- αξία για το σύστημα, τους φορείς του, τους
ενσωματωμένους και τους παρατρεχάμενους, τους προσκυνημένους κάθε λογής,
απόχρωσης, προέλευσης. Για το σύστημα είναι, από μία ορισμένη άποψη, ασήμαντη
λεπτομέρεια. Αντίθετα, το μόνο που έχει αξία είναι πάντοτε η πράξη, όπως
βροντοφώναζε και ο Παβέζε16,
η απελευθερωτική πράξη, η οποία δυστυχώς παραμένει μέχρι τώρα απούσα, τραγικά
απούσα.
Τα
δύο τελευταία βιβλία17
μας, λοιπόν, συγκροτούνται από αποσπασματικά, σύμφωνα με τα μορφικά-μορφολογικά
πρότυπα κατακτήσεως του Αντόρνο18 θεωρητικά κείμενα σε παράταξη, με βασική ιδέα την κριτική
ενάντια στο σύστημα, σε κάθε σύστημα. Αποπειρώμαστε μέσω αυτών ένα άνοιγμα στον
κόσμο, κατά τον Αξελό19,
έναν διάλογο με την ιστορία, σύμφωνα πάντοτε με την γκραμσιανή
ιστορική-ιστορικιστική σύλληψη του μαρξισμού ως φιλοσοφίας της πράξης20, μια συζήτηση με τη
φιλοσοφία, την τέχνη και τη σκέψη στη μακραίωνη ιστορική και κριτική διαδρομή τους.
Πρόκειται για μια εναγώνια και συνειδητή, εκ μέρους μας, προσπάθεια ανοίγματος
ενός ιδεολογικού – τουλάχιστον – ρήγματος στο σύστημα, της διαμόρφωσης μιας
νέας κριτικής και ορθολογικής21 στάσης. Μιας στάσης άρνησης, αντίστασης, και συνάμα
προσπάθειας χειραφέτησης μέσω της πράξης. Ενός νέου ξεπεράσματος: Aufhebung.
Από
την άποψη αυτή, τα συγκεκριμένα κείμενά μας αποτελούν σύγχρονες προκηρύξεις μας, προκηρύξεις κάπως
καλύτερες, διαφορετικές και κατά πολύ μακρύτερες από αυτές που είχαμε μάθει να
γράφουμε στην περίοδο της αντίστασης ενάντια στη χούντα, υπό την επήρεια του
λεγόμενου τότε Γραφείου Εσωτερικού, και ιδίως του Πουλαντζικού Αγώνα. Πρόκειται
για τη μακριές σύγχρονες και αναγκαστικά αναλυτικές κατά το δυνατόν
μετακριτικές προκηρύξεις στη σημερινή εποχή της χούντας των αγορών. Τις
αναλύσεις, όσο δύσκολες και σημαντικές και αν είναι, τις αποδέχονται, έστω και
εξ ανάγκης, τα διάφορα σαλόνια μεταξύ τυρού και αχλαδιού. Τις προκηρύξεις όμως,
που θέτουν το δάκτυλο επί τον τύπον τον ήλο, τις απεχθάνονται σαν το διάβολο από
το λιβάνι, κατά πως λέει ο λαός μας, ειδικά τώρα που οι διάφοροι πρώην
ψευτοαριστεροί μπαίνουν στα μεγάλα σαλόνια των εγκέφαλων της κυριάρχησης νέου
τύπου που έχει επιβληθεί στη χώρα μας, νεοάγριου, νεοβάρβαρου, και για αυτό
απεχθέστερου. Έτσι γράφω κείμενα-προκηρύξεις, «γιατί είμαι σε διαρκή αντίσταση»
(Th.
Bernhard):
εκτεταμένες, θεωρητικές, ιδεολογικές, κριτικές, μετακριτικές, ριζοσπαστικές,
ανατρεπτικές. Γενικότερα δε αρχή μας είναι ότι η επαναστατικοποίηση των
κοινωνικών σχέσεων (πρέπει να) οδηγεί και στην αντίστοιχη επαναστατικοποίηση
της ιδεολογίας, των ιδεολογικών, αισθητικών και θεωρητικών μορφών. Άρα και της
μορφής των κειμένων. Ο αγώνας αυτός είναι διαρκής, «καθοριστικός» (determiné), για να
παραφράσουμε τον Αντόρνο, ενώ η αναζήτηση και η διαμόρφωση της αντίστοιχης
αρμόζουσας (adéquatte) μορφής, όπως έλεγε ο Γκολντμάν,
μόνιμη, διαρκής. Ο αγώνας, λοιπόν, συνεχίζεται σε όλα τα επίπεδα, και πρώτιστα
σε επίπεδο μορφής – βασικό εξάλλου πρόταγμα την αντορνικής αισθητικής, μορφή που
πλέον αποκτά ένα αυτόνομο καθεστώς, που γίνεται η ουσία, η αυτονομία, έστω και
σχετική. Η μορφή δηλαδή είναι πλέον η ουσία, καθόσον πρέπει να εμπεριέχει έστω
και ψήγματα της νέας και προς το παρόν ουτοπικής κατάστασης, να την
προαναγγέλλει, έστω και εν δυνάμει, να την εμπεριέχει δομικά, έστω και σε μία ελάχιστη
μικροκλίμακα. Διαφορετικά καραδοκεί ο εμπειρισμός και ο θετικισμός, η κρυφή ή
φανερή συμμαχία με την κυριάρχηση, η παραγωγή, η αποδοχή και η αναπαραγωγή κατεστημένων
σχημάτων, μορφών, καταστάσεων: η αλλοτριωτική κατάφαση και η τυφλή ακόμη και
πειθαναγκαστική συνθηκολόγηση και υποταγή: Η αλλοτρίωση στις πιο αποτρόπαιες
μορφές της. Αυτή είναι η διδασκαλία, η παρακαταθήκη των ιστορικών και νεώτερων πρωτοποριών,
αισθητικών και κοινωνικοπολιτικών. Να τεθεί το πρόβλημα με οποιοδήποτε άλλο
τρόπο, σημαίνει a
priori
συνθηκολόγηση, παράδοση, συγκατάβαση22 (résignation) και τέλος υποταγή.
Με άλλα λόγια, το κύριο ζητούμενο παραμένει πάντοτε, σύμφωνα με τις επιταγές
των πρωτοποριών και των πρωτοπόρων αγωνιστών από τη δεκαετία ήδη του 1830, η
ανεύρεση της κατάλληλης μορφής απελευθέρωσης, η διαμόρφωση των προϋποθέσεών
της, και τέλος η πραγματοποίηση αυτού του ιστορικού οράματος. Και κάτι τέτοιο
μπορεί να συλληφθεί έστω και περιορισμένα, μετά από μελέτες και έρευνες και
έτσι δίνεται με καθαρό τρόπο έτοιμο στον κόσμο, έτσι ώστε να μετατραπεί σε
«υλική δύναμη» και αυτό γίνεται μόνο μέσω προκηρύξεων και διακηρύξεων, υπονοείται
όπου ολοκληρώνονται, έστω και σχετικά, αυτές οι έρευνες. Αν εμείς καταφέραμε να
δημιουργήσουμε κείμενο-προϊόν έρευνας και θεωρητικής επεξεργασίας και συγχρόνως
προκηρύξεις, θα έχουμε επιτελέσει τη σύλληψη, ή ακόμη και τη δημιουργία μιας
νέας σύνθετης και πρωτοπόρας μορφής. Όμως δεν υπάρχει χώρος μέσα στη γενικότερη
καταστροφή της ελληνικής κοινωνίας, της γενοκτονίας που έχουν επιβάλει οι
επικυρίαρχοι και οι διαδοχικοί υποτακτικοί τους για τέτοιες δηλώσεις προθέσεων
και επαναστατικές δάφνες. Πράξη, μόνο πράξη, απαιτείται και επιβάλλεται, σύμφωνα
πάντοτε με το μεγάλο Παβέζε23. Μόνο έτσι μπορεί να αποτραπεί η διαφορετικά βέβαιη
γενικευμένη καταστροφή. Πάντοτε όμως εργαζόμενοι με στόχο την κατάκτηση της απαιτούμενης
ενάργειας, και πάντοτε «λάθε βιώσας» (Επίκουρος).
*
* *
Τα
κείμενά μας24,
λίγο αυτο-αναφορικά, λίγο κλειστά στον εαυτό τους, είναι αποτέλεσμα της
ζωντανής και ευτυχώς έντονης ανάμνησής μας του πνεύματος του κινήματος των
δεκαετιών 1960 και του 70, με την ελπίδα απελευθέρωσης που είχε δημιουργήσει
ευρύτερα και παγκόσμια, το αντιαυταρχικό και γενικότερα ελευθεριακό πνεύμα του.
Από το 1976-8 άρχισε βέβαια η κατάρρευση, η οπιστοδρόμηση, ο συμβιβασμός, η
συνθηκολόγηση (résignation), όμως πάντοτε με
κάποιες αναλαμπές. Στο ιδεολογικό επίπεδο βέβαια είχαν χαθεί οι κατακτήσεις του
Μάη του ’68. Έτσι εγώ, μέσα στις σύγχρονες νεοάγριες συνθήκες αναπόλησα και επαναθεωρητικοποίησα
βασικές ανθρωπιστικές αξίες και θέσεις ή κατακτήσεις του κινήματος του ‘60, βρισκόμενος
ουσιαστικά σε περιορισμό, σε κατάσταση υποχρεωτικού αυτοεγκλεισμού, ακούγοντας
συνέχεια το Γ’ πρόγραμμα, που ευτυχώς υπάρχει ακόμη. Έτσι, μέσα σε αυτές τις
τραγικές συνθήκες για κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο και για κάθε διανοούμενο – μία
μάλλον ξεχασμένη λέξη-έννοια, μια μάλλον διαλυμένη, ισοπεδωμένη από την
παγκοσμιοποίηση που κυριάρχησε εντωμεταξύ διαλύοντας μία κάποτε ακμάζουσα
κοινωνική ομάδα – αναπολώ τη μεταπολίτευση και τα νέα στοιχεία που ανέδειξε, ως
απόρροια και της τραγικότητας της Χούντας, καθώς και τις ανθρωπιστικές
αναμνήσεις του τότε κινήματος που έζησα έντονα και αγωνιστικά. Μια άλλη επίσης
νέα λέξη-έννοια, που ξεχάστηκε γρήγορα υπό την επίδραση της λεγόμενης ανάπτυξης
και της επέλασης των νεοβάρβαρων προυχόντων, εξουσιαστών, διαπλεγμένων
μονοκρατόρων και των ακολούθων τους. Συγχρόνως έχω πλήρη συνείδηση των
αδιέξοδων του σύγχρονου συστήματος, αλλά και των ορίων του κινήματος. Το
αποτέλεσμα από αυτόν τον στοχασμό (réflexion) και αναστοχασμό είναι
μάλλον δύσκολα θεωρητικά κείμενα, κείμενα σχεδόν κλειστά, αυτοαναφορικά, ερμητικά,
ένας εσωτερικός-εσωτερικευμένος διάλογος με τους Μάρξ, Γκράμσι, Λούκατς, τη Σχολή
της Φρανκφούρτης, τους Παπαϊωάννου, Γκολντμάν, Γκορζ, Λεφέβρ, Αξελό, Βανεγκέμ,
Πουλαντζά, Ρεβώ ντ’ Αλλόν, Σατλέ κ.α., τους καλλιτέχνες της πρωτοπορίας κ.α. Ως
τέτοια, προσπαθούν να θέτουν τις βάσεις για νέες συζητήσεις, νέες έρευνες, και
θέλω να πιστεύω πρωτότυπες, καινοτόμες, προκλητικές, πειραματικές, και πάντοτε
κριτικές και ριζοσπαστικές. Ν’ ανοίξουμε έτσι νέους και καινοτόμους ορίζοντες
στη σκέψη, επαναφέροντας συνειδητά και μεθοδικά στο προσκήνιο όλες τις
ιστορικές και κριτικές θεωρητικοποιήσεις: Αυτό είναι το κύριο καθήκον, το
πρόταγμά μας σήμερα, εποχή του απόλυτου ιδεολογικού κανού του τίποτα. Υποθέσεις
δύσκολες, σχέδια δύσκολα πραγματοποιήσιμα, μέσα σε ένα ολικά άνυδρο πνευματικό,
ιδεολογικό και κοινωνικό τοπίο. Είναι προτιμότερη όμως αυτή η απεγνωσμένη
προσπάθεια από συζητήσεις με τους διάφορους δήθεν ή τους διάφορους άλλους
αδαείς και υπερόπτες caviar και salonards, ή με τους κάθε λογής
διαμεσολαβημένους ή διαπλεγμένους, ή συμβιβασμένους ή προσκυνημένους ή από όλα
αυτά σε κάποια δόση ή τοξικό συνδυασμό, οι οποίοι έγιναν κατάσταση μόνο και
μόνο λόγω της ανικανότητας και της κατάρρευσης του παλιού συστήματος. Το δε νέο
σύστημα που εγκατέστησαν εξάλλου δεν διαφέρει σε τίποτε ουσιαστικά από τους
πριν: Σκερβελέδες οι μεν, νεοσκερβελέδες, απόλυτα αδαείς οι δε. Έτσι προτιμώ να
περπατώ μόνος στους δρόμους, σαν τον μεγάλο Μ. Κατσαρό, να σκέπτομαι τους
δρόμους, όπως ο Αναγνωστάκης, να νοσταλγώ κινήματα, διαδηλώσεις, εξεγέρσεις, επαναστάσεις.
Να τοποθετούμαι έξω από τον παρόντα χρόνο και να ζω έναν άλλο – καβαφικό και
όχι μόνο – χρόνο. Έτσι καταφέρνω κουτσά-στραβά να ζω τουλάχιστον μη
προσκυνημένος. Μόνος απέναντι και ενάντια σε όλο το σύστημα.
ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΑΝΤΙΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΙ
ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ
Ι.
Τα
κείμενά μας25,
συνιστούν μία προσπάθεια καταγραφής στιγμών (moments) του γίγνεσθαι,
κοινωνικού και προσωπικού (ή ατομικού26), θεωρώντας σύμφωνα με τον Λεφέβρ, ότι το
θεωρητικό – ιδεολογικό άθροισμα είναι μεγαλύτερο από το απλό άθροισμα των
μερών, των στιγμών. Πρόκειται, ακόμη καλύτερα, για δημιουργία καταστάσεων, με
την έννοια πάντοτε των Χορκχάϊμερ-Αντόρνο και Βανεγκέμ, μετακριτικών,
μεταφιλοσοφικών και μετα-αισθητικών καταστάσεων προς το διαρκώς άλλο, το νέο,
το ανατρεπτικό, το επαναστατικό. Η βάση πάντοτε και η αναφορά είναι οι έστω και
σχετικά αυτόνομες μορφές – καταστάσεις, σύμφωνα με τον Αντόρνο27, της ριζοσπαστικής
ιδίως μοντέρνας τέχνης. Ως εκ τούτου, πρόκειται για μία διαλεκτική – αισθητική
ανασυγκρότηση – αναστοχασμό αυτής της μακρόχρονης περιπετειώδους, όσο και
αγωνιώδους προσπάθειας-θεωρητικοποίησης των αντινομιών του σύγχρονου πολιτικού,
κοινωνικού, ιδεολογικού γίγνεσθαι, χωρίς ποτέ να ξεχνούμε «το όπλο της
κριτικής…» (Κ. Μάρξ).
Σε
κάθε περίπτωση, πρόκειται για κείμενα θεωρητικά και συνάμα αυτοβιογραφικά. Ο
εσωτερικός (ή εσωτερικευμένος) διάλογος με τους Μάρξ, Γκράμσι, Λούκατς, Κορς,
Σχολή της Φρανκφούρτης, Λ. Γκολντμάν, τους καθηγητές μας, τον Πάμπλο κ.α. είναι
διαρκής, μόνιμος, δομικός: Συστατικό της ύπαρξής μας, όπως και ο ίδιος διάλογος
με τους μεγάλους καλλιτέχνες της πρωτοπορίας: Μοντιλιάνι, Μπρανκούζι, Μάλεβιτς,
Μαγιακόφσκι, Τζιακομέττι, Στέρη, Σκλάβο, Τσίγκο, Πόλοκ, μινιμαλιστές, ανήμορφοι
και πολλοί άλλοι.
Η
ρήξη μας με το σύστημα είναι πλήρης, ολική. Η ζωή μας συνίσταται στην τραγική
βίωση των πολλαπλών αδιεξόδων και τραυμάτων της αλλοτρίωσης και της
κριτικής-αισθητικής θεωρητικοποίησής τους: Μπέκετ, Αντονιόνι, Παζολίνι, Μπέργκμαν,
Βισκόντι, Γκοντάρ, Γ. Άλεν. Και μετά το τίποτα.
Παρόλα
αυτά ψάχνουμε εναγώνια στα μπάζα του συστήματος. Ποιος ξέρει τι μπορεί να
προκύψει! Η ολικά αλλοτριωμένη και αλλοτριωτική παγκοσμιοποίηση έχει ανάγκη από
συνθετότητα, πολυπλοκότητα, διαλεκτική, γίγνεσθαι, ξεπέρασμα, άνθρωπο, τον
ανεύρετο πλέον άνθρωπο. Όμως πρέπει, είναι απόλυτη ανάγκη να ξαναδημιουργήσουμε
τον άνθρωπο: αυτό είναι το κύριο πρόταγμά μας. Θα το κατορθώσουμε; Άγνωστο. Παρόλα
αυτά πρέπει να προσπαθήσουμε. Έχει σημασία το στοίχημα. Το μόνο που μένει όρθιο
είναι το πολιτιστικό ανθρωπιστικό ιδεώδες των Χέντερλιν, Νοβάλις, Ρίλκε, Γκράμσι.
Ο αισθητισμός ως κατάσταση του είναι και του πνεύματος. Το «παρ’ ημάς αδέσποτο»
(Επίκουρος). Όλος ο κόσμος «ζει μέσα στον πόνο». (Επίκουρος28). Και για εμάς δε
μας απομένει προς το παρόν παρά η επικούρεια δίχως καμία επίφαση ευτυχίας
προσωπική ζωή1*.
Το ζητούμενο είναι να επικαιροποιήσουμε το Δοκίμιο
για την απελευθέρωση29
του Μαρκούζε. Να αναζητήσουμε δηλαδή την ολική απελευθέρωση του ανθρώπου, την
«επανανθρωποίηση του ανθρώπου» (Μαρξ).
ΙΙ.
Και
όταν δεν υπάρχει άμεση αναφορά στην τέχνη και την αισθητική, τα κείμενα μας
προσδιορίζονται μεθοδολογικά κ.τ.λ. από μία διαρκή προβληματική για την τέχνη
και γενικότερα καθορίζονται άμεσα και έμμεσα από την αισθητική, τη μεθοδολογία
της, την προβληματική της. Από τις μορφικές και αισθητικές κατακτήσεις-επεξεργασίες
των πρωτοποριών. Τα κείμενά μας είναι θέσεις ή στιγμές, σύμφωνα με την ορολογία
του Λεφέβρ, ή καταστάσεις σύμφωνα με τους Χορκχάϊμερ-Αντόρνο, πρώτιστα
αισθητικές ή μετα-αισθητικές. Κατά την Αισθητική
θεωρία30, του Αντόρνο δε, όπως έχουμε εξηγήσει
και στο Κοινωνική Θεωρία και Αισθητική31 (Μέρος Β’), προσπαθούμε να είναι κείμενα αισθητικής και μετα-αισθητικής.
Εξάλλου μόνον η αισθητική ή η μετα-αισθητική έχει νόημα. Η μετα-αισθητική είναι
η ολότητα, η σύγχρονη ολότητα του κοινωνικού και ιδεολογικού εποικοδομήματος
στο διαλεκτικό άλμα προς το μοντέρνο, το καινοτόμο, το ριζοσπαστικό στο δρόμο
του Ρεμπώ. Η αυτόνομη θεωρητικοποίηση της πάντα νέας μορφής, της ανατρεπτικής,
της επαναστατικής.
ΙΙΙ.
Αυτή
τη θεώρηση διατηρώ σταθερή από τη Χούντα. Η επεξεργασία του διδακτορικού μου,
με αναφορά τη συγκλονιστική περίπτωση του Σκλάβου και του έργου του, μου
επέτρεψε να τη συστηματοποιήσω και να τη μετατρέψω σε στάση ζωής πλέον, υπό την
επήρεια και των μοναδικών προσωπικοτήτων του Σατλέ, του Ρεβώ ντ’ Αλλόν και του
Α. Λεφέβρ. Η συγγραφή των κειμένων και κυρίως των βιβλίων μου, μοναδική
εμπειρία καθαυτή συγκέντρωσης, υπό τη συνεχή παρότρυνση του Σατλέ, εντατική
εργασία και αναμέτρηση με την ευθύνη και την επιστήμη, αν και υπό αντίξοες
συνθήκες, με οδήγησε στο πρόταγμα πλέον: πάντα πρώτα ο άνθρωπος και τα πάντα με
τον άνθρωπο και για τον άνθρωπο. Μόνον έτσι μπορεί να προκληθεί το αναγκαίο
ρήγμα στην πραγμοποίηση και στην παγκοσμιοποίηση. Η ριζοσπαστική διδασκαλία,
για εμάς, του Μαρκούζε παραμένει πάντοτε ζωντανή, η μόνη που ίσως θα μπορούσε
να εισφέρει μια νέα θετικότητα μέσα στη γενικευμένη απόλυτη σύγχρονη άρνηση.
Βέβαια και αυτός στο Αντεπανάσταση και
εξέγερση32
απογοητεύτηκε και έριξε μία πετριά στο σύστημα. Παρόλα αυτά πρέπει να
επιμείνουμε κριτικά, αρνητικά, ανατρεπτικά. Έτσι, το θέμα σήμερα τίθεται ως
εξής: Παγκοσμιοποίηση-μεταπαγκοσμιοποίηση: συνθετότητα-νεοπολυπλοκότητα και
συνθετότητα σε προϊούσα διαδικασία αποδόμησης: Προς τη νέα διαλεκτική
(μετα-)θεωρία και κυρίως πράξη. Με όπλα το Λόγο και την κριτική, επανεξετάζουμε
μετακριτικά την πορεία του πολιτισμού, του λαϊκού πολιτισμού, των αισθητικών
και των καλλιτεχνικών πρωτοποριών από τον Κουρμπέ μέχρι πρόσφατα στη διαλεκτική
μετακριτική σύνθεσής τους προς το διαρκώς άλλο τους με στόχο να καταλήξουμε στο
νέο επικαιροποιημένο και διευρυμένο ιστορικά απελευθερωτικό πρόταγμα του
ανθρώπου και για τον άνθρωπο, με επίκεντρο τον άνθρωπο. Την κοινωνία και την
ιστορία. Αυτή η κριτική ανασυγκρότηση που επεκτείνεται από τον Όμηρο μέχρι
σήμερα, απαιτεί μία συστηματικού χαρακτήρα επανεξέταση της πορείας της
κοινωνίας και της σκέψης, την ανάδειξη της κινητήριας δύναμης της ιστορίας, του
καθοδηγητικού νοήματος της πράξης: η εργασία του αρνητικού προς τη σύγχρονη
ολική καθορισμένη άρνηση, απέναντι στην επικυριάρχηση της παγκοσμιοποιημένης
πρωτόγνωρης κλεπτοκρατίας, το υλιστικό-χρηματικό-χρηματιστικό μικρόβιο.
Επιστροφή στη φύση, στη κοινότητα, την οργανικότητα, στον άνθρωπο, στο πνεύμα.
Αυτή είναι η σύγχρονη ιστορική μετακριτική και μετα-φιλοσοφική απελευθερωτική
πρόταση.
ΙV.
Μέσα
σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να μπει άμεσα ένα τέλος στην ιδεολογία αντιάνθρωπος, την
ενιαία σκέψη, τον τεχνοκριτισμό της θεολογίας ή το ιδεολόγημα – μικρόβιο της κυρίαρχης
αγοράς, του πρωτογενούς ελλείμματος, της δημοσιονομικής προσαρμογής. Η ρήξη
πρέπει να είναι συστηματική με τους μουλάδες του νεοφιλελευθερισμού: Επαναφορά
του ανθρώπινα αναγκαίου, σε αντιπαράθεση με τον κυρίαρχο διάχυτο ανορθολογισμό
και ωφελιμιστικό υπολογισμό, τον αλλοτριωτικό υλισμό κ.α. Έτσι πρέπει να δοθεί
προτεραιότητα στις πνευματικές, επιστημονικές, ερμηνευτικές, καλλιτεχνικές
ανάγκες. Στις ικανοποιητικές και ανθρώπινα αποδεκτές ανάγκες διαβίωσης του
λαού. Εξάλλου οι χρηματοοικονομολόγοι, οι αγοροικονομολόγοι και οι
δημοσιονομολόγοι νεοβάρβαροι είναι incultes, εξυπηρετούν τα συμφέροντα της
διεθνούς ολιγαρχίας, του συστήματος κ.α. Αυτούς θα συνεχίσουμε να έχουμε στο
σβέρκο μας;
Μέσα
σε αυτό το πλαίσιο της απελευθερωτικής προβληματικής πρέπει συγχρόνως να
αναπτυχθεί η συστηματική κριτική στις θεωρίες αντιάνθρωπος, τον αποδομισμό, το
μεταμοντερνισμό, τον οντολογισμό, καθόσον είναι νεοσυντηριτικές έως και
αντιδραστικές.
Πρέπει
να ξαναπιάσουμε το καθοδηγητικό νόημα του ανθρωπισμού της Αναγέννησης, του
Διαφωτισμού, των επαναστάσεων, των Κομμούνων, του Κομμουνισμού του 18ου,
του 19ου και του 20ου αι., του κοινωνικού κινήματος
γενικότερα, ιστορικής κληρονομιάς του Διαφωτισμού…
Υπό
αυτό το σκεπτικό πρέπει να στοχεύουμε στη δημιουργική ενσωμάτωση της σύγχρονης
κριτικής σκέψης στο νέο ανθρωπιστικό πρόταγμα υπό σύλληψη, συγκρότηση σε συνθήκες
βαθιάς και παρατεταμένης κρίσης. Το πρόταγμα αυτό προβάλει πλέον ως ιστορική
αναγκαιότητα, αλλά και ως μόνη δυνατότητα δημιουργίας προοπτικής ξεπεράσματος
της κρίσης.
V.
Αυτή
η μακρά2* «προκήρυξή» μας (για να
αποκαλέσουμε έτσι αυτό το πολύ κουραστικό κατά τα άλλα και προϊόν επίπονης
παρατεταμένης και συστηματικής εργασίας βιβλίο μας), γραμμένη στους ταραγμένους
και αβέβαιους καιρούς μας, αντιπαλεύοντας όλα τα παραδοσιακά κλισέ περί
ορισμών, αποτελεί μια μετακριτική κατάσταση προς το διαρκώς άλλο («το άλλον
της» πάντα κατά τον διαλεκτικό χεγκελιανό Αντόρνο), το αβέβαιο, πλην όμως το
ριζοσπαστικό και το ανθρωπιστικό. Διαφορετικά θα αναπαράγουμε το σύστημα, που
ούτως ή άλλως αποτελεί βαριά κληρονομιά από την «σχολική και πανεπιστημιακή φιλοσοφία»,
όπως έλεγε ο Σατλέ.
Από
την άλλη, τα κείμενα του βιβλίου μας, μέσα στην αντισυστηματικότητά τους, σε
συνδυασμό με τα άλλα κείμενα που έχουμε δημοσιεύσει κατά καιρούς και πρόσφατα
στο blog33 μας, αλλά και αυτά που
ετοιμάζουμε να δημοσιεύσουμε, συγκροτούν ένα σύνολο κειμένων, πάντοτε κριτικών
και μετακριτικών, που μπορούν να υποβοηθήσουν τον αναγνώστη να καταλάβει την
κεραμίδα που μας ήλθε στο κεφάλι, με τους δουνουτούδες να αλωνίζουν δυστυχώς
ανενόχλητοι, τους ανθύπατους σε διατεταγμένη υπηρεσία και τους διάφορους caviar και
salonards,
εκατομμυριούχους και μη, να διαγκωνίζονται για την εξουσία. Να καταλάβει τι
πάει να πει το αναγκαίο και επιβαλλόμενο από τη φορά των πραγμάτων νέο ανθρωπιστικό πρόταγμα. Τι πάει να
πει υποχρεωτικά εναλλακτικό σχέδιο, που πρέπει να συγκροτηθεί άμεσα, από τη
βάση ως την κορυφή34.
Διαφορετικά θα αναπαράγεται το σύστημα αλώβητο, ενώ οι διάφοροι ακόμη
καλόπιστοι θα ζουν με την αυταπάτη ότι κάτι μπορεί να προκύψει το ανθρώπινο,
ενώ οι αντίπαλοι ήδη ακονίζουν τα μαχαίρια για την ταξική ολοκληρωτική ρεβάνς…
Οι
δυσκολίες των κειμένων μας, ως ένα βαθμό αναπόφευκτες, ωθούν για πάρα πέρα
έρευνα, για διερεύνηση, διάλογο, κριτική, εμβάθυνση, αποσαφήνιση. Κυρίως δε για
την απόκτηση της ακριβής αυτογνωσίας. Για να αλλάξουμε τον κόσμο πρέπει να τον
γνωρίσουμε, για να παραφράσουμε την 11η θέση του Μαρξ για τον Φόυερμπαχ,
και μάλιστα όσο καλύτερα γίνεται και σήμερα δε πάντοτε μετακριτικά και
μεταφιλοσοφικά σκεπτόμενοι. Πρέπει να δημιουργήσουμε και να κατανοήσουμε
εμμενώς νέες έννοιες, κατά κανόνα πιο σύνθετες από προηγούμενες, να συλλάβουμε
κριτικά και να κατανοήσουμε σε βάθος τα διάφορα – πολλές φορές μάλιστα
αλληλοσυγκρουόμενα – προτσέσα, όπως λέγαμε κάποτε. Να καταλάβουμε ότι ζούμε σε
έναν παγκοσμιοποιημένο κόσμο νέο, όχι δυστυχώς καλύτερο, όπως είχε επισημάνει
από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 και ο μεγάλος G. Ballandier35, αλλά κατά πολύ χειρότερο, και
άκρως αντινομικό. Και αυτός ο κόσμος θέλει περισσότερο από οποτεδήποτε άλλοτε
οπωσδήποτε (όπως θα έλεγε και ο Πάμπλο των επαναστάσεων και κινημάτων) αλλαγή…
Η σωστή, η κατά το δυνατό ακριβής, η πάντοτε σοβαρή, η μετακριτική ειδικότερα
σήμερα γνώση και θεωρία είναι και αυτή μέσο ν’ αλλάξουμε τον κόσμο. Πρόκειται
για μια σύγχρονη, άκρως δύσκολη, αντιφατική, επίπονη, συνήθως, δυστυχώς,
μοναχική, τραγικά μοναχική και επίμονη Πράξη.
POSSRIPTUM
- POSTMORTEN
Η
λίγο συνειδητή και λίγο υποχρεωτική αυτοέγκλισή μας στο σπίτι ή στο γραφείο μας
στο Παν/μιο, λόγω της γενικότερης στενάχωρης κατάστασης των φίλων, που
επικράτησε μετά την περίτεχνη αντιστροφή του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος
το καλοκαίρι του 2015 και τη γενίκευση της φτώχειας στο δρόμο, που με την
έκταση που έχει πάρει δεν παύει να προκαλεί δυσάρεστα, να προκαλεί γενικευμένη
θλίψη και απόγνωση, μας οδήγησε στη σύνταξη του παρόντος κειμένου, αναπολώντας
τις προηγούμενες σημαντικές στιγμές του κινήματος, και προσβλέποντας πάντοτε
στην επερχόμενη νέα απελευθερωτική στιγμή. Μέχρι τότε για εμάς παραμένει ως
καταφύγιο η αισθητική της ριζοσπαστικής μοντέρνας τέχνης, μέσα στο γενικότερο
αντορνικό πνεύμα και πρόταγμα: Η αισθητική συνιστά στους σύγχρονους χαλεπούς
καιρούς όχι μόνο καταφύγιο (réfuge) αλλά και το μέσο (medium) κατανόησης των αντινομιών και
της περιπετειώδους κοινωνικής εξέλιξης προς το άλλο, το απελευθερωτικό… Μέχρι
τότε δεν μας μένει παρά ο θεραπευτικός (salvateur), πάντα κατά τον
Αντόρνο, χαρακτήρας της τέχνης και έμμεσα και της αισθητικής.
* * *
Τα
τελευταία κείμενά36
μας (από το 2010 και εδώ) ήταν μια προσπάθεια για άνοιγμα πολλών θεμάτων και
συγχρόνως ολοκλήρωση ενός κύκλου (νεο-)ανθρωπιστικής προβληματικής. Σήμερα
υπάρχει η ανάγκη και οι προϋποθέσεις ανοίγματος ενός άλλου, στις νέες και πιο
άγριες συνθήκες με χωρίς καμία, ή σχεδόν, αισιόδοξη οπτική, και ακόμη λιγότερο
προοπτική, λαμβάνοντας υπόψη την γενικότερη αρνητική κατάσταση που έχει δημιουργηθεί,
λόγω της ιστορικής υποχώρησης του νεοανθρωπιστικού φιλοσοφικού ρεύματος των
δεκαετιών 1960-70-80. Παρόλα αυτά η Σχολή της Φρανκφούρτης παραμένει ακόμα
όρθια. Υπ’ αυτές τις συνθήκες, κατορθώσαμε μία παράλληλη ή συγχρονική
διαμόρφωση των κειμένων μας που συγκρότησαν το Προς τη Μεταπαγκοσμιοποίηση, με υπότιτλο: «Η αναγκαιότητα του
ανθρωπιστικού προτάγματος», και η οποία μας επέτρεψε την ολοκλήρωση στη
συνέχεια του Η εποχή της καθορισμένης
άρνησης, με υπότιτλο: «Προς το νεομοντερνισμό και το νέο ανθρωπισμό».
Πάντοτε υπηρετώντας την έρευνα με προσήνεια, με βάση την επικούρεια ενάργεια,
αλλά και σε αυτήν, αλλά μάλλον με επίκεντρο την μπεκετική απαισιόδοξη οπτική του
Τέλους παιγνιδιού: Τέλος η προοπτική,
δεν έχει κανένα νόημα πλέον όπως είχε επισημάνει στην εποχή του Μπέκεζ ο
Αντόρνο37.
Τέλος παιγνιδιού λοιπόν, το άνοιγμα όλων των παιγνιδιών με αβέβαιη και εν
πολλοίς απροσδιόριστη προοπτική; Την απάντηση θα δώσει σε κάθε περίπτωση η
ιστορία. Μέχρι τότε διαρκής, σταθερή καθορισμένη άρνηση . Εργασία του αρνητικού…
ΣΤΗΡΙΖΟΥΜΕ ΤΗΝ «ΑΡΙΣΤΕΡΑ»,
ΕΛΕΓΧΟΥΜΕ ΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑ (;) Η ΑΝΑΓΚΗ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΠΡΟΚΗΡΥΞΗΣ
Η
έκδοση του περιοδικού ΚΑΠΑ, μετά την
διάσπαση τότε του Εσωτερικού με τον νεοδεξιό τότε Κύρκο και το σινάφι του
(Κουναλάκης, Παπαγιαννάκης, Πιτσιόρλας κ.ά.) στα μέσα της δεκαετίας 1980-90,
ήταν μια από τις σημαντικότερες πράξεις που έγιναν στη μεταπολίτευση, μία
αναλαμπή του κινήματος. Επρόκειτο για ένα περιοδικό επιπέδου, με αριστερό
στίγμα, με σοβαρές αναλύσεις. Σε αυτό δημοσίευσα κάποια άρθρα, γιατί πίστευα
ότι θα προκύψει μια θεωρητική και ιδεολογική αναβάθμιση της αριστεράς, που την
είχε ανάγκη μετά την υποχώρηση του κινήματος, από το 1976-8 και εδώ. Όμως δυστυχώς
οι φίλοι της ομάδας Μπανιά, που εξέδιδαν το περιοδικό, αποφάσισαν να
σταματήσουν την έκδοσή του και να δημιουργήσουν εβδομαδιαία εφημερίδα, την Εποχή, που συνεχίζει να βγαίνει ακόμη.
Όμως είναι άλλο το επίπεδο παρέμβασης του ενός και άλλο του άλλου μέσου. Έτσι,
στράφηκα σε άλλα αριστερά περιοδικά της εποχής, και δημοσίευσα αρκετά άρθρα, δίνοντας
έτσι το στίγμα μου, αλλά και αυτά σιγά-σιγά έκλεισαν. Δεν ήθελα σε καμιά
περίπτωση να αυτοεγκλειστώ στο Πανεπιστήμιο, στο οποίο ελάχιστα γίνονται, και
ακόμη λιγότερα λέγονται ουσιώδη και αριστερά, εξαιρουμένων των κινητοποιήσεων
ενάντια στις αντεπαναστατικές παλινορθώσεις της εκπαίδευσης, που αποπειράθηκαν
ο Μητσοτάκης, ο Αρσένης, η Γιαννάκου και η Διαμαντοπούλου. Έτσι, με κάποια
άρθρα στην Αυγή, στην Ελευθεροτυπία και την Κ. Ελευθεροτυπία
έδινα που και που το παρών. Όμως σήμερα είμαστε πάλι στην αρχή-αρχή (cache départ). Δεν υπάρχει θεωρητικό σοβαρό
έντυπο, και για αυτό δημιουργήσαμε το blog38
μας. Ο δημόσιος όμως διάλογος γίνεται και σε επίπεδο εφημερίδων. Και εδώ οι
δρόμοι είναι κλειστοί. Ονειρεύονται κάποιοι, μικρομεγαλίστικα σκεπτόμενοι,
συμμετοχή στα μαύρα κανάλια της διαπλοκής. Πρωταπριλιάτικο ψέμα ήταν, λένε.
Αλλά ας μάθουν τι λέει ο Φρόιντ για τα όνειρα. Έκφραση και αποτύπωση των απωθημένων, του réfoulé, ενός αποικιοποιημένου, όπως θα
έλεγε και ο Χάμπερμας βιωμένου κόσμου, από το σύστημα, το σύστημα που
υποτίθεται ότι πολεμούν, αλλά και με το οποίο θέλουν με κάθε τρόπο συναίνεση. Η
συναίνεση και η συμμετοχή στη διαπλοκή είναι ντε φάκτο γεγονός. Οπότε
αποφεύγουν, για να μην πω ότι απορρίπτουν κάθε ριζοσπαστική φωνή. Προκηρύξεις;
Όχι, ποτέ! Αυτές ήταν μόνο γα την εποχή της χούντας των συνταγματαρχών. Οι
χούντες των αγορών όμως πώς θα πολεμηθούν; Ένοχη σιωπή3*.
Ο
αγαπητός Ν. Βουλέλης, Δ/ντής σήμερα της Εφημ.
των Σ., με ιστορία στο κίνημα (εξόριστος αγωνιστής επί χούντας, πρωτεργάτης
της υπεράσπισης του Κ και από τους
ιδρυτές του αντίστοιχου περιοδικού), τείνει να πριμοδοτεί ότι δεν αμφισβητεί
θεμελιωδώς το status
quo.
Έτσι τοποθετείται πολύ μακριά από την πλουραλιστική αντίληψη της Ελευθεροτυπίας39 επί Σ. Φυντανίδη
(Δ/ντή επί σειρά ετών της πάλαι ποτέ κραταιάς αυτής εφημερίδας), με ιδεολογικές
ωσμώσεις και παρακαταθήκες από την Αντίσταση, τους Λαμπράκηδες, το κίνημα
ενάντια στη δικτατορία, το Μάη του 68, το κίνημα της μεταπολίτευσης, που είχε
μια αντίστοιχη ευρύτητα πνεύματος, σύμφωνα με το γενικότερο πνεύμα αμφισβήτησης
της εποχής, για να παραφράσουμε τον Χέγκελ. Η Ελευθεροτυπία είχε λίγο κοινωνική, λίγο φιλελεύθερη, λίγο αστική
ευρύτητα πνεύματος, πλην όμως ευρύτητα40.
Τώρα
ο Βουλέλης, μάλλον μεταλλαγμένος από ότι φαίνεται, και ρέπων προς το νεοφιλελευθερισμό
και τον ταξηφιλελευθερισμό, μέσα στο νέο διάχυτο, νεοσυντηρητισμό «αριστερής»
κοπής, που διαμορφώθηκε έντεχνα από το σύστημα και τους φορείς του (βλ. πάλι
τον Πουλαντζά) με ισχυρή δόση σημιτισμού και εκσυγχρονισμού και την αντίστοιχη
στήριξη από το πάντοτε κραταιό σημιτικό «σοσιαλιστικό» - νεοφιλελεύθερο μπλοκ,
θεώρησε κάποια κείμενα μας ως προκηρύξεις και όχι ως αναλύσεις. Λες και είναι
δυνατό να υπάρξουν προκηρύξεις χωρίς αναλύσεις.
Είναι
όμως ευνόητο ότι όταν έχουμε δημοσιεύσει τόσα κείμενα και βιβλία, στο λίγο
διαθέσιμο χώρο της εφημερίδας δεν μπορούμε παρά να είμαστε σχηματικοί, να
συμπυκνώσουμε (συμπυκνωτή με αποκαλεί ένας αγαπητός φίλος), να συνοψίζουμε,
δίνοντας έμφαση στα κρίσιμα σημεία, ώστε να προκαλέσουμε το ενδιαφέρον για πάρα
πέρα έρευνα. Δηλαδή είναι ευνόητο ότι δεν μας ενδιαφέρουν ποσώς οι διακηρύξεις
χωρίς την υπόρρητη τάση προς την έρευνα, αλλά οι επισημάνσεις με σαφή
ιδεολογικοπολιτικά χαρακτηριστικά. Ζούμε εξάλλου στις σημερινές νέο-άγριες
συνθήκες. Για το λόγο αυτό δημιουργήσαμε ένα ερευνητικό blog41.
Από
την άλλη, η τάση προς την προκηρυξιακή διακήρυξη ήταν η πρώτη δεξιότητα (σύμφωνα
και με τη διαβόητη αποκρουστική ορολογία της Μπίλντεμπεργκ–Διαμαντοπούλου), που
αποκτήσαμε από τις ανάγκες του κινήματος επί χούντας. Τι πειράζει ένα κείμενο
να φέρνει αυτή τη σφραγίδα ενάντια στη χούντα των αγορών σήμερα; Νεολογοκρισία
ή ιδεολογική συνθηκολόγηση και υποταγή στους ισχυρούς του συστήματος και τους
ιδεολόγους τους; Ή μήπως η ελληνική guauche caviar, συνδιαλεγόμενη με τους επικυρίαρχους
και τα διάφορα λόμπυ και συχνάζουσα για αναψυχή στα διάφορα Χίλτον, Four Seasons, κότερα, wine bars κ.α.,
εξορκίζει τις προκηρύξεις: Κυρίως όχι
προκηρύξεις και διακηρύξεις. Θα χαλάσει το κλίμα «διαπραγμάτευσης» και
«διαλόγου» με τους επικυρίαρχους και τους πολιτικούς τους εσωτερικούς
τοποτηρητές. Με τους εξωτερικούς δυνάστες μόνο φιλοφρονήσεις. Όχι προκηρύξεις.
Κυρίως όχι προκηρύξεις… Ποτέ πλέον προκηρύξεις. Θα τρομάξει η αντίδραση, θ’
αφηνιάσει ο Σόϊμπλε. Ποτέ πλέον προκηρύξεις!
Για
το λόγο αυτό, λίγο προκλητικά σκεπτόμενοι, δώσαμε αυτό τον τίτλο στην παρούσα
δημοσίευση, με την ελπίδα ότι δεν θα βρεθούμε μπροστά σε δυσάρεστες ιδεολογικές
εκπλήξεις όσον αφορά το στίγμα της Εφ.
των Σ., που μάλλον αναγκαστικά αγοράζουμε. Εξάλλου ήδη πολλοί εκσυγχρονιστές
και σημητικοί ιδεολόγοι – του σκληρού μάλιστα πυρήνα του πάλαι ποτέ κραταιού σημιτισμού–
προβάλλονται συστηματικά από την εφημερίδα αυτή ιδεολογικά και κοινωνικά, ή κατέχουν
εξέχουσες θέσεις σε αυτήν και γενικότερα στο νέο σύστημα που προέκυψε μετά την
τραγωδία της νέας «συμφωνίας». Το γενικότερο μότο έκτοτε που κυριαρχεί είναι
συναίνεση, συναίνεση με τους πάντες, απορρίπτοντας αριστερούς, όμως
συστηματικά, όποιους αριστερούς δεν εξυπηρετούν ή δεν υποτάσσονται στη νέα
τοξική τάξη πραγμάτων. Συναίνεση, λοιπόν, με το σύστημα και τους ιδεολόγους του
με κάθε αντίτιμο, ακόμη και πουλώντας την ψυχή μας στο διάβολο, και τώρα
τελευταία και στον ορθόδοξο φονταμενταλισμό.
Εμείς
προς το παρόν περιοριζόμαστε στο περιθώριο, ούτε στο κέντρο του περιθωρίου,
όπως λέει κάποιος συντάκτης της Εφ. Των
Σ., ούτε λίγο μέσα στο σύστημα, και δημοσιεύουμε μακριές θεωρητικές και
ιδεοπολιτικές προκηρύξεις, με κύριο σύνθημα, «η μόνη ελπίδα είναι αυτοί που δεν
έχουν καμία ελπίδα» (W.
Benjamin).
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1*
Τη Μαρξική θεωρητικοποίηση περί συγκυριακής πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους
επαναφέρει στην επικαιρότητα ο Πουλαντζάς, όπως προαναφέραμε, προδιαγράφοντας
από τη δεκαετία του 1970 με αρκετά σοκαριστικό τρόπο τη σύγχρονη καταστροφή που
ζει η ανθρωπότητα. Εκτός και αν η τάση αυτή οδηγήσει στην επαναστατικοποίηση,
διότι, πέρα από ένα όριο, τίθεται σε αμφισβήτηση η ύπαρξη της ανθρωπότητας
ολόκληρης. Όμως, επειδή οι οικονομικοί νόμοι δεν κάνουν από μόνοι τους ποτέ
επαναστάσεις, απαιτείται συνειδητοποίηση και μάλιστα σοβαρή, ως προϊόν
επιστημονικής μελέτης και έρευνας της δομής και του μετασχηματισμού του
σύγχρονου καπιταλισμού. Όχι οικονομικά τύπου Χάρβαρντ και Black Rock. Οικονομικά δηλαδή αναγνωσμένα
πολιτικά, επαναστατικά. Και για αυτό ο Μαρξ μίλησε για κριτική της πολιτικής
οικονομίας. Βλ. και το βιβλίο μας, Κοινωνική
θεωρία και αισθητική, Αρμός, μέρος α’.
2*
Εδώ κάνουμε υπόρρητα αναφορά στη θεωρία μακρών κυμάτων του Κροντράτιεφ. Σύμφωνα
με αυτή τη θεωρία, συμπληρωμένη από τον Μαντέλ, βρισκόμαστε στις απαρχές ενός
νέου οικονομικού μακρού κύματος. Το ζητούμενο είναι να μετατραπεί αυτό το εκ
προοιμίου ταραχώδες και αβέβαιο μακρύ κύμα και σε ένα επαναστατικό μακρύ κύμα.
Και αυτό απαιτεί νέες και κριτικές θεωρητικοποιήσεις, αναλύσεις, μανιφέστα,
προκηρύξεις. Μια νέα και μακριά επαναστατική προκήρυξη, στην οποία θα
εκτίθενται οι κύριες τάσεις και θα παρουσιάζονται έστω και σχηματικά τα
καθήκοντα κάθε σκεπτόμενου ανθρώπου. Διαφορετικά δεν έχει νόημα η όποια
συζήτηση, καθόσον θα πρόκειται για μια καθαρά φιλολογική υπόθεση. Η σύγχρονη
χούντα των αγορών δεν καταλαβαίνει τίποτα από
καλολογικά σχήματα, φιλολογίες, περιγραφές και ψευτο-αναλύσεις. Θέλει
πράξη, ριζοσπαστική πράξη για να ανατραπεί. Η πράξη προϋποθέτει και την
αντίστοιχη θεωρία, κριτική, μετακριτική, μεταφιλοσοφική, μετα-αισθητή, όποια
μορφή και αν αυτή πάρει. Πάντως θεωρία.
3*
Μια και έχει κάποιο πλεόνασμα η Εφ. των
Σ., γιατί δεν μοιράζει κέρδη από το ιδρυτικό της, ας μεταφράσει και
διαθέσει ένα μικρό βιβλιαράκι του Λαμπικά στις εκδ. PUF με εξαιρετικά σχόλια για τις Θέσεις για τον Φόιερμπαχ του Μάρξ. Θα
κάνει μια έστω και συμβολική αριστερή κίνηση. Ακόμη πιστεύει ο Βουλέλης στην
αριστερά των κινημάτων, της 11ης θέσης για τον Φόιερμπαχ και των
επαναστάσεων, και όχι στην «αριστερά» της ψευτοϊδεοληπτικής συναίνεσης των κάθε
λογής caviar
που τον έχουν κυκλώσει από παντού;
Εγώ
πάντως μέχρι να το κάνουν, αν το κάνουν, θα τραγουδώ το Πένθιμο εμβατήριο…
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1.
Βλ. Β. Φιοραβάντες, Προς τη Μεταπαγκοσμιοποίηση, Ζήτη, υπ.:
Η αναγκαιότητα του νεοανθρωπιστικού προτάγματος, σ. 460, μεγ. μέγεθος.
2.
Βλ. G. Delenze, Le
Pli, Minnit.
3.
Βλ. J. Habermas, Connaissance
et intérnêt, Gallimard, σ. TEL.
4.
Βλ. Ε. Bloch, Principe
de l’espérance, Gallimard, L’ esprit
de l’utopie, Gallimard.
5.
Βλ. J. P. Sartre, L’
existantialisne est un humanisme, Gallimard.
6.
Βλ. L. Goldmann, Sociologie du roman, Gallimard μ.σ. Idées.
7.
Βλ. Κ. Μαρξ, Πρόλογος στην Εισαγωγή της κριτικής της πολιτικής οικονομίας, εκδ.
Αναγνωστίδης.
8.
Βλ. K. Μάρξ – Φ. Ένγκελς, Γερμανική ιδεολογία, Gutenberg, Τ. ΙΙ.
9.
Βλ. Β. Φιοραβάντες, Θεωρία πολιτισμού, Ψηφίδα, Τ. Ι, κεφ.
«Από τον νεοτεϋλορισμό στην παγκοσμιοποίηση», σσ. 481-512.
10.
Βλ. Β. Φιοραβάντες, Θεωρία πολιτισμού, Ψηφίδα, Τ. Ι, κεφ.
«Από τον νεοτεϋλορισμό στην παγκοσμιοποίηση», σσ. 481-512.
11.
Βλ. G. Ballander, 1966.
12.
Εκτός από όλη τη μαρξιστική φιλολογία
για το θέμα, για εμάς, παρά την προβληματικότητά του, λόγω της αλτουσαριανής
επίδρασης, παραμένει πάντα επίκαιρο το έργο του Πουλαντζά. Βλ. ακόμη S. Mallet, Le Pouvoir
Ouvrier, Médiations. Ο Μαλέ στηρίζεται,
όπως και ο Λεφέβρ, στις καινοτόμες τότε θεωρητικοποιήσεις του Πουλαντζά για τις
τάξεις και το κράτος αντίστοιχα, τη θεωρία του περί σχετικής αυτονομίας,
λουκατσο-γκολντμανικής προέλευσης κ.ά.
13.
Βλ. Ε. Χομπσμπάουμ, Η εποχή των άκρων, Θεμέλιο.
14.
Βλ. Ε. Χαμπσμπάουμ, Η εποχή των επαναστάσεων, ΜΙΕΤ.
15. Βλ. μια σειρά από κείμενά μας που
προσπαθούν να φωτίσουν αυτό το νέο ανατριχιαστικό φαινόμενο και αυτόθι.
16.
Βλ. Τσ. Παβέζε εκδ. Στιγμή.
17.
Βλ. Προς τη Μεταπαγκοσμιοποίηση και Η
εποχή της καθορισμένης άρνησης.
18. Βλ.
κυρίως τα ιστορικά κείμενα του Th.
Adorno, Dialectique négative, Payot και Théorie estetique, Klinkcsick, 2η έκδ.
19.
Βλ. Κ. Αξελός, Ανοιχτή συστημική, Εστία.
20.
Βλ. Α. Γκράμσι, Ιστορικός υλισμός και η φιλοσοφία του Μπ. Κρότσε, Οδυσσέας.
21.
Βλ. J. Habermas, Le
discours
philosophique de
la
modernité,
Gallimard.
22. Βλ.
Τh.
Antorno, Resignation …., Arabie sur Seine.
23.
Βλ. Τσ. Παβέζε, Επιλογή από το Il
mestiere
di
vivere, Στιγμή.
24.
Βλ. Προς τη Μεταπαγκοσμιοποίηση και Η
εποχή της καθορισμένης άρνησης.
25.
Βλ. Προς τη Μεταπαγκοσμιοποίηση και Η
εποχή της καθορισμένης άρνησης.
26.
Βλ. τη θεωρία των στιγμών του H. Lefebvre στο
La
Somme
et
le
Reste, Méridiens-Klincksieck.
27.
Βλ. Th. Adorno, Théorie
esthétique, εκδ. Klincksieck.
28.
Βλ. Επίκουρος, Επιστολή προς Μενοικέα, στο A-J. Festugière, Ο Επίκουρος και οι θεοί του, Θύραθεν.
29.
Εκδ. Διογένης.
30.
Ib.
σημ. 18.
31. Εκδ. Παπαζήσης.
32.
Εκδ. Αρμός.
33.
Ο.π..
34. Βλ. S. Mallet, Pouvoir
ouvrier, Médiations.
35. Βλ.
G. Ballandier, 1995.
36.
Βλ. Β. Φιοραβάντες (Επ. Επιμέλεια), Κριτική της Τέχνης – Κριτική της Κοινωνίας,
Νησίδες, συλλ. τ., σσ. 160, Προς τη Νέα
Ανθρωπολογία, (Επ. Επ.) Αρμός, σσ. 360, Νέα
Ανθρωπολογία και Μοντέρνα Τέχνη (Επ. Επ.) Ζήτη, σσ. 460 και Β. Φιοραβάντες,
Προς τη Μεταπαγκοσμιοποίηση, Ζήτη,
σσ. 460.
37. Βλ. Th. Adorno, «Pour comprendre Fin de partie», Notes sur la literature, Flammaria, σσ. 201-238.
38.
Βλ. το blog Νέα Κριτική θεωρία και Πράξη
(nktkp.blogspot.gr). Επ. Υπεύθυνος, Β. Φιοραβάντες.
39.
Με την παρατήρησή μας αυτή εδώ δε
θεωρούμε ότι όλα ήταν τέλεια στην Ελευθεροτυπία
τότε, ούτε – κυρίως – δίναμε σε κανέναν συγχωροχάρτι για αυτά που έγιναν
και βούλιαξε στη συνέχεια η ιστορική αυτή εφημερίδα. Η συνολική αποτίμηση είναι
άλλη ειδικότερα, και πρέπει κάποτε να γίνει ή τουλάχιστον να αρχίσει ένας
διάλογος, ακόμη και από τις στήλες της Εφημερίδας
των Συντακτών για τις ρεμάλες, τις αρπαχτές, τις απάτες κ.α.. Όμως φαίνεται
ότι βασιλεύει μια ιδιότυπη ομερτά.
40.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο μάς δημοσίευσε
κατά καιρούς μερικά κριτικά άρθρα στη δεκαετία του 1990-2000 (σε αυτό συνέβαλε
και ο τότε Δ/ντής της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας, Μ. Γιομπαζολιάς), μας
δημοσίευε ζωντανές παρεμβάσεις (Λ. Σπυροπούλου κ.ά.), παρουσίαζε εκδηλώσεις
μας, διαλέξεις κ.ά.
41. Ib. σημ. 38.
*.
Για το λόγο αυτόν έχουμε προτείνει τη δημιουργία μιας κοινότητας στο Google+ με τίτλο, «Νέος Ανθρωπισμός».
Βλ. στις προηγούμενες σελίδες και στο blog μας το σκεπτικό μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΚΑΛΗΣΠΕΡΑ ΣΑΣ ΓΙΑ ΣΧΟΛΙΑ, ΑΡΘΡΑ, ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ BLOG ΜΑΣ ΜΠΟΡΕΙΤΕ ΝΑ ΜΑΣ ΤΑ ΣΤΕΛΝΕΤΕ ΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ E-MAIL ΔΙΟΤΙ ΤΟ ΕΧΟΥΜΕ ΚΛΕΙΣΤΟ ΓΙΑ ΕΥΝΟΗΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ.
Hλεκτρονική διεύθυνση για σχόλια (e-mail) : fioravantes.vas@gmail.com
Σας ευχαριστούμε
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.