Τετάρτη 18 Ιανουαρίου 2017

Ομιλία για το βιβλίο «Νέα ανθρωπολογία και μοντέρνα τέχνη»



Θ. ΒΑΚΑΛΙΟΣ

            Ομιλία για το βιβλίο «Νέα ανθρωπολογία και μοντέρνα τέχνη»

Το βιβλίο αυτό – «συλλογική ερευνητική και επιστημονική έκδοση»- κάνει κάτι το πολύ σημαντικό. Με τις θέσεις και τις αναλύσεις του συμβάλλει στην περαιτέρω ανάπτυξη ενός  θεωρητικού προβληματισμού με αναφορά στο ανθρώπινο, το κοινωνικό και το πολιτισμικό πρόβλημα  της εποχής μας.
Το βιβλίο πραγματεύεται το ανθρώπινο πρόβλημα του σημερινού κόσμου με αναφορά στο καθολικό φαινόμενο της αλλοτρίωσης, με σκοπό τη σύλληψη ενός νέου ανθρώπινου προτάγματος,  ενός νέου πολιτισμικού μοντέλου, θα έλεγα εγώ, επιχειρώντας  να αναδείξει  το ρόλο της τέχνης σ’ αυτή την προσπάθεια, που συνιστά  ιστορική αναγκαιότητα. Στον πρόλογο του βιβλίου ο Βασίλης Φιοραβάντες, που είναι και ο διευθύνων νους αυτής της προσπάθειας,  γράφει  τα εξής: «το όλο ανθρώπινο πρόβλημα σήμερα  επιγραμματικά συγκεφαλαιώνεται στα εξής : Από τη μια διαρκής και πολύμορφη πάλη  με όλες τις εκφάνσεις της αλλοτρίωσης με στόχο την από- αλλοτρίωση (désalienation)  και ,από την άλλη, ο μόνιμος εγκλωβισμός  του σύγχρονου ανθρώπου σε αλλοτριωτικές δομές και διαδικασίες.”  Η αναπαραγωγή του φαινόμενου της αλλοτρίωσης σε «άγριες, επιθετικές και αποτρόπαιες μορφές» με το παγκοσμιοποιημένο καπιταλιστικό σύστημα  να οδηγείται «σε κρίση και σε ολοκληρωτική μετεξέλιξη» καθιστά αναγκαία τη σύλληψη ενός νέου «μοντέρνου ανθρωπιστικού προτάγματος, ενός νέου ανθρωπιστικού σχεδίου για τον άνθρωπο, από τον άνθρωπο» Αυτό μπορεί να επιτευχθεί «μόνο μέσα από την (μετα-) κριτική ανάλυση» των μορφωμάτων της αλλοτρίωσης, που θα στοχεύει στη «συγκρότηση της νέας ανθρωπιστικής θεωρίας». Αυτή η σκέψη παρακολουθεί  όλο το βιβλίο, με μεγαλύτερη ή μικρότερη έμφαση και εφαρμογή, ανάλογα με το αντικείμενο ή ακόμα και ανάλογα με τη συγκεκριμένη οπτική από την οποία ο καθένας  προσεγγίζει το θέμα του..
Ο Βασίλης, προσεγγίζει το φαινόμενο της αλλοτρίωσης από τη σκοπιά του «μαρξιστικού ανθρωπισμού» της Σχολής της Φρανκφούρτης. Αυτή η προσέγγιση  ανταποκρίνεται περισσότερο στο πνεύμα της Κριτικής της Εγελιανής Φιλοσοφίας του Δικαίου και του Κράτους του Μαρξ, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν εκφράζει και το πνεύμα των«οικονομικών- φιλοσοφικών χειρογράφων». Είναι βέβαια αυτή μία  ερευνητικά παραγωγική προσέγγιση που επιτρέπει να δει κανείς την τέχνη «ενταγμένη μέσα στο γενικότερο πρόταγμα της χειραφέτησης του ανθρώπου και της κοινωνίας» ( σελ. 14) Έτσι που  αν δεχτούμε  ότι η αλλοτρίωση  διαχέεται σε όλες τις μορφές έκφρασης της ζωής του ανθρώπου στην καπιταλιστική κοινωνία, «οφείλουμε» να δεχτούμε ότι ο ανθρωπισμός, «ο μαχόμενος ανθρωπισμός», είναι μια  επαναστατική ιδέα.  Η θεωρία του Μαρξ για την αλλοτρίωση εκφράζει το βαθύτερο επαναστατικό πνεύμα του ανθρωπισμού : η κατάργηση του φαινόμενου της αλλοτρίωσης αποτελεί αναγκαίο  όρο για τη χειραφέτηση του ανθρώπου,  όχι μόνο ως κοινωνικού, αλλά και ως ειδολογικού όντος και μαζί  όρο για την οικοδόμηση μιας αυθεντικά ανθρώπινης κοινωνίας η οποία θα βασίζεται στο συνδυασμό  των αρχών  της ελευθερίας, του ανθρωπισμού και του ορθολογισμού. Αυτό εκφράζεται και στη γνωστή πρότασή του  για την «κοινωνία των ελεύθερα συνεταιριζόμενων ανθρώπων».
Ο ορθολογισμός είναι βασική συνιστώσα  της κοινωνικής φιλοσοφίας  και της φιλοσοφικής ανθρωπολογίας του Μαρξ. Όμως, όχι ως αυτοτελής συνιστώσα, αλλά ως συντελεστής που καθιστά δυνατή την  πραγματική λειτουργικότητα της ελευθερίας και του ανθρωπισμού. Αυτό πρέπει να είναι σαφές όταν μιλάμε για τη διαφορά της φιλοσοφικής ανθρωπολογίας και  της κοινωνικής φιλοσοφίας του Μαρξ και κορυφαίων εκπροσώπων  της σχολής της Φρανκφούρτης όπως ο Χορκχάιμερ και Αντόρνο. Είναι σημαντική η παρατήρηση του Βασίλη ο οποίος αναφερόμενος στους   Χορκχάιμερ και Αντόρνο λέει ότι στο Κριτική του Διαφωτισμού «είναι πολύ αυστηροί  θεωρώντας το Διαφωτισμό και το Λόγο, ούτε λίγο ούτε πολύ,  υπεύθυνους για την κυριαρχία του Χίτλερ και του Στάλιν». Όμως δεν μένει σ’ αυτή την παρατήρηση. Προχωρεί σε μια  ενδιαφέρουσα ανάλυση που  καταλήγει στη διαπίστωση ότι «η κριτική του λόγου των Χορκχάιμερ – Αντόρνο  μπορεί το 1948 να ήταν εξοντωτική, πλην όμως ο Λόγος διασώθηκε», για να σημειώσει με έμφαση ότι χωρίς το διαφωτιστικό λόγο και τα ιδεώδη του ανθρωπισμού είναι αδύνατη η ιστορικά αναγκαία «επανακκίνηση  της κοινωνικά απελευθερωτικής πράξης». Και αφού λέει ότι το έργο των φρανφουρτιανών «αποτελεί αναπόφευκτα τη βάση  γι αυτή τη νέα εκκίνηση», προβαίνει στη διατύπωση μιας θέσης την οποία  μόνο ως υπόθεση εργασίας θα μπορούσα, ίσως, να τη δεχτώ. Γράφει :  «η νέα ανθρωπολογία θα είναι  τουλάχιστον φρανφουρτιανής έμπνευσης ή δεν θα υπάρξει ποτέ», με το Γράμσι, το Λούκατς και άλλους μαρξιστές να λειτουργούν με το έργο τους ως συμπληρωματικοί  σ αυτή την προσπάθεια. (σελ. 401-402).
Σε ότι με αφορά πρεσβεύω την άποψη ότι για την ανάπτυξη της σύγχρονης μαρξιστικής ανθρωπολογίας και κοινωνικής θεωρίας  θα πρέπει να πάμε κατευθείαν στο Μαρξ. Αυτό θα μας επιτρέψει να αξιοποιήσουμε δημιουργικά και μαζί κριτικά το συνολικό θεωρητικό έργο του - λαμβάνοντας υπόψη τη νέα πραγματικότητα, τις νέες δυνατότητες  και τις  ιδιοτυπίες της - προβαίνοντας συγχρόνως στην κριτική θεώρηση της  εμπειρίας όλων των μορφών έκφρασης  του μαρξισμού. Και υπάρχει, για όλο αυτό το φάσμα της σκέψης και της έρευνας,  πλούσιο έργο – κριτικά αξιοποιήσιμο.




Σε μια τέτοια προσπάθεια το έργο των κορυφαίων της Σχολής  Φρανκφούρτης, μαζί και σε σχέση με το έργο άλλων κορυφαίων μαρξιστών, θα μπορέσει να βρει την πραγματική του θέση, με τους Μαρκούζε, Χορκχάιμερ, Αντόρνο, Έριχ Φρομμ και Λούκατς να έχουν κεντρική θέση στην περαιτέρω  ανάπτυξη της σύγχρονης φιλοσοφικής ανθρωπολογίας και στην επεξεργασία ενός σύγχρονου πολιτισμικού μοντέλου – εδώ θα πρόσθετα και το Γκράμσι- το οποίο θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση ή και το θεωρητικό πλαίσιο  για την επανακκίνηση της κοινωνικά αναγκαίας απελευθερωτικής πράξης. Αυτό βέβαια προϋποθέτει τη μετάφρασή του σε πολιτική επαναστατική πράξη. Εδώ όλη αυτή  η προσπάθεια περνά σε άλλη φάση, όπου η ταξική οπτική παίζει το δικό της αποφασιστικό ρόλο.
Ακόμα, θα πρέπει να πω ότι ειδικότερα σε ότι αφορά το ανθρώπινο και το πολιτισμικό πρόβλημα της εποχής μας, με αναφορά στο φαινόμενο της αλλοτρίωσης και της χειραγώγησης, το φάσμα των αξιοποιήσιμων μελετών είναι μεγάλο. Η αξιοποίησή τους θα πρέπει να γίνεται χωρίς το περιοριστικό : «μαρξιστικό» μη-μαρξιστικό. Πρωτεύει η επιστημονική αξία και σημασία του έργου. Βέβαια, αυτή συναρτάται και με την οπτική προσέγγισης του ερευνητικού αντικειμένου και με τη μέθοδο που ο ερευνητής εφαρμόζει στην έρευνά του, στη μελέτη του.
Στο βιβλίο υπάρχει αναφορά στη συνάρτηση  αλλοτρίωσης και χειραφέτησης όπως αυτή αναπτύσσεται μέσα από τα «χειρόγραφα» του Μαρξ, και  τη θεωρία του  για την αλλοτρίωση. Δεν υπάρχει  ειδική  ανάπτυξη του θέματος.  Εδώ κάνω μια παρένθεση  για να πω ότι στη


μελέτη του «Το πρόταγμα της νέας ανθρωπολογίας» ο Βασίλης αναφέρεται  στον κορυφαίο Ούγγρο  θεωρητικό  Μάρκους Γκιούργκυ.  Αυτό μου δίνει την ευκαιρία να πω ότι ο Μάρκους έχει γράψει τη μοναδική νομίζω διεθνώς εργασία  Μαρξισμός και «ανθρωπολογία»[1] στην οποία παρουσιάζει, επεξεργάζεται, αναλύει και σχολιάζει ενδελεχώς τις θέσεις των Χειρογράφων του Μαρξ με αναφορές και σε άλλα έργα του που συνάδουν προς το πνεύμα και τον προβληματισμό των χειρογράφων και αποτελούν τη θεωρητική βάση για την συγκρότηση της σύγχρονης  μαρξιστικής φιλοσοφικής ανθρωπολογίας. Δεν γνωρίζω αν το έργο του αυτό έχει μεταφραστεί σε άλλη γλώσσα. Ίσως θα έπρεπε να επιχειρούσα τη μετάφρασή του. Το έργο εκδόθηκε το 1966, όμως ο Μάρκους πολύ νωρίτερα είχε καταπιαστεί με τη μελέτη του θέματος. Νομίζω ότι έχει ενδιαφέρον να σας πω ότι το 1957, ένα χρόνο μετά την εξέγερση των Ούγγρων εναντίον του καθεστώτος Ράκοσι, πρώτοι εμείς σε όλο το χώρο που ιδεολογικά κηδεμόνευε το ΚΚΣΕ,  στη φιλοσοφική σχολή του πανεπιστημίου Έτβες Λόραντ στη Βουδαπέστη ασχοληθήκαμε σε ειδικό σεμινάριο με θέμα τα «οικονομικά- φιλοσοφικά χειρόγραφα» του Μαρξ, με επικεφαλής, και  καθηγητή τον Μάρκους Γκιούργκυ.  Θα πρέπει εξάλλου να πω ότι στην Ουγγαρία υπάρχει ένα ευρύτατο φάσμα ερευνητών του μαρξικού έργου, με πρωτότυπες εργασίες. Αυτή η παράδοση  συνεχίστηκε και μετά την πτώση του υπαρκτού. Πρόσφατα στη Βουδαπέστη, στο Οικονομικό πανεπιστήμιο Καρλ Μαρξ (που μετά το 1991 μετονομάστηκε σε Κόρβινους)  έγινε διήμερη συνδιάσκεψη με την ευκαιρία των 170 χρόνων από τη γέννηση των «οικονομικών – φιλοσοφικών χειρογράφων» στην οποία πήραν μέρος με εισηγήσεις 32 Ούγγροι μελετητές του μαρξικού έργου και του μαρξισμού, με κεντρικό θέμα : « Αλλοτρίωση και χειραφέτηση.Ο Μαρξ και τα «οικονομικά – φιλοσοφικά χειρόγραφα»  Στη συνδιάσκεψη  συμμετείχαν μόνον Ούγγροι. εισηγητές.                                     
Με αναφορά και σ’ αυτό το γεγονός θα ήθελα  να πω ότι  σε μια επόμενη προσπάθεια για την συγκρότηση όπως λέτε μιας «νέας ανθρωπιστικής θεωρίας» (αν και δεν μου αρέσει  ο όρος «νέας θεωρίας», θα προτιμούσα τον όρο σύγχρονης  μαρξιστικής θεωρίας), θα πρέπει νομίζω να προχωρήσετε στην κριτική μελέτη του υπάρχοντος  ερευνητικού έργου, που συνάδει με το θέμα – τη Νέα ανθρωπολογία, όπως λέτε, τη σύγχρονη φιλοσοφική ανθρωπολογία, λέω εγώ. Πιστεύω ότι σ΄αυτή την προσπάθεια είναι άξια προσοχής και η δική μου συμβολή. Αναφέρομαι εδώ στα δυο βιβλία μου φιλοσοφικής ανθρωπολογίας Η ιδανική και η πραγματική εικόνα του ανθρώπου, έκδοση Ελληνικά Γράμματα και Το πρόβλημα της  ταυτότητας του ανθρώπου, έκδοση Επίκεντρο. Σ αυτά τα βιβλία  παρακολουθώ και αναπτύσσω την ιδέα του ανθρωπισμού μέσα από το δίπολο αλλοτρίωση και χειραφέτηση  εφαρμόζοντας την  οντολογική μέθοδο που ενώνει τρεις βασικές κατηγορίες:  Ολότητα, Διαλεκτική ,Ιστορικότητα., που χαρακτήριζαν το έργο του Λούκατς Ιστορία και ταξική συνείδηση όπου αναπτύσσει και ένα προβληματισμό για την αλλοτρίωση τον οποίο θα πρέπει να τον ξαναδούμε. Στο κεφάλαιο «Η πραγμιοποίηση και η συνείδηση του προλεταριάτου» ο Λούκατς παραθέτει μια θέση  του Μαρξ για την αλλοτρίωση που θα μπορούσε να γίνει αφορμή για την ταξική προσέγγιση του φαινόμενου. Μιλά ο Μαρξ για την αυτοαλλοτρίωση, την αυτοαποξένωση ως  φαινόμενο το οποίο  οι δυο τάξεις το βιώνουν διαφορετικά. « Η πλούσια τάξη και η τάξη του προλεταριάτου, λέει ο Μαρξ,  αντιπροσωπεύουν την ίδια ανθρώπινη αυτοαλλοτρίωση. Όμως η πρώτη τάξη αισθάνεται καλά σ’ αυτή την αυτοαλλοτρίωση και βλέπει τον εαυτό της δικαιωμένο, αντιλαμβάνεται την αλλοτρίωση ως δική της δύναμη και βιώνει σ’ αυτή την ψευδαίσθηση  της ανθρώπινης ύπαρξης. Η άλλη τάξη αισθάνεται εκμηδενισμένη στην αλλοτρίωση, βλέπει σ’ αυτή την αδυναμία της  και  την πραγματικότητα μιας απάνθρωπης ύπαρξης» ( Η Αγία οικογένεια, μετάφραση δική μου από τα ουγγρικά)[2]. Πρόκειται για μια θέση η οποία δεν έχει προσεχτεί αρκετά από τους μελετητές του  μαρξικού έργου. Η σημερινή καθολική κρίση νομίζω ότι  επιτρέπει να δούμε τη σημασία αυτής της θέσης του Μαρξ.  Να δούμε, και μέσα από μία ταξική οπτική, τι σημαίνει η θέση ότι η αλλοτρίωση είναι καθολική, αλλά μαζί τι σημαίνει  η θέση  ότι η αλλοτρίωση είναι κοινωνικό φαινόμενο. Δεν έχει ανθρωπολογική καταβολή. Είναι κατεξοχήν φαινόμενο των ταξικών κοινωνιών. Υπήρχε σε όλες τις μορφές πολιτισμικής οργάνωσης της ζωής του ανθρώπου. Ωστόσο, στην προκαπιταλιστική εποχή οι άνθρωποι στο σύνολό τους δεν  βίωναν την αλλοτρίωση ως κεντρικό πρόβλημα της κοινωνίας και δεν το είχαν συνειδητοποιήσει προσωπικά ως τέτοιο. Στον  καπιταλισμό  το φαινόμενο της αλλοτρίωσης έγινε κεντρικό πρόβλημα της ζωής του ανθρώπου, που το βιώνει ή δεν το βιώνει ο καθένας με το δικό του τρόπο, ανάλογα και με την ταξική ή την προσωπική του ιδεολογική ταυτότητα. Η αλλοτρίωση, λέει ο Έριχ Φρομ, στη σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία είναι σχεδόν ολοκληρωτική. «Διαποτίζει τη σχέση του ανθρώπου προς την εργασία, προς τα πράγματα που καταναλώνει, προς το κράτος, προς τους συνανθρώπους του και προς τον εαυτό του».[3] Στη σχέση του με την εργασία, τους θεσμούς και τους ανθρώπους διαμεσολαβεί το πράγμα: το χρήμα και το εμπόρευμα. Η κοινωνική αξία του ανθρώπου δεν μετριέται με την ανθρωπιά, τη δημιουργικότητα και την προσφορά στην ανύψωση της ανθρώπινης και της κοινωνικής ζωής, αλλά με το ποσοστό κέρδους και οφέλους που φέρνει στο φορέα της οικονομικής και της πολιτικής εξουσίας. Μέτρο όλων των ανθρώπινων  ιδιοτήτων και αξιών (η ρώμη, η ανδρεία, η αρετή, η τιμιότητα, η αλληλεγγύη, κ.λ.π.) είναι η ικανότητα κτήσης. Αξιότερος είναι εκείνος που τα καταφέρνει να αυξάνει την οικονομική του δύναμη και εξουσία. Πάνω σ αυτή τη βάση στηρίζεται όλο το  θεσμικό και ιδεολογικό οικοδόμημα της καπιταλιστικής κοινωνίας. Η αξία του συναισθηματικού και πνευματικού πλούτου του ανθρώπου εκμηδενίζεται μπροστά στον υλικό πλούτο και την εξουσία.
Η αλλοτρίωση – και αντικειμενικά- στην πιο καθαρή μορφή της εμφανίζεται στη σχέση του εργάτη με την εργασία. Οι μορφές έκφρασής της και οι συνέπειες της που ανέδειξε ο Μαρξ είναι και σήμερα  οι ακόλουθες, με ορισμένες παραλλαγές, που δεν αλλάζουν την ουσία:
- Αλλοτρίωση του εργάτη από το προϊόν της εργασίας του το οποίο οικειοποιείται ο εργοδότης (το κεφάλαιο) και το διαθέτει όπως αυτός θέλει, ανάλογα με το συμφέρον του ή με αυτό που εκτιμά ως συμφέρον του. Ο εργάτης δεν έχει καμιά σχέση με το προϊόν, δεν το εξουσιάζει και δεν ελέγχει τη χρήση του. Ούτε ενδιαφέρεται γι αυτό κι ούτε του χρειάζεται να ενδιαφερθεί, ενώ ο εργοδότης αισθάνεται καλύτερα  αν ο εργάτης (το συνδικάτο) δεν έχει τέτοια ενδιαφέροντα. Αυτό σημαίνει ότι η σχέση του εργάτη απέναντι στο προϊόν της εργασίας του  είναι σχέση προς ένα ξένο αντικείμενο. Ο εργάτης δεν παράγει για τον εαυτό του, παράγει για το κεφάλαιο.
-Ο εργάτης παράγοντας για το κεφάλαιο ενισχύει  την εξουσία που αυτό ασκεί  απάνω του, το οποίο μπορεί να  τον «διαχειρίζεται» σύμφωνα με τους δικούς του νόμους και τα δικά του συμφέροντα. Αυτό σημαίνει στην πράξη ότι για το κεφάλαιο ο εργάτης δεν μετρά ως άνθρωπος παρά μόνο ως φορέας εργατικής δύναμης που παράγει κέρδος. Το κεφάλαιο έχει τη δυνατότητα, αλλά και το δικαίωμα από τους νόμους του αστικού κράτους, να καταργήσει τον άνθρωπο - εργάτη, να τον αχρηστέψει κοινωνικά στέλνοντάς τον στην ανεργία.  Ο εργοδότης (το κεφάλαιο) μπορεί   να  αντικαταστήσει τον εργάτη-άνθρωπο, με μηχανές, με τη σύγχρονη τεχνολογία, εφόσον  κρίνει ότι αυτό είναι προς το συμφέρον του- την οποία τεχνολογία παράγει ο  ίδιος ο εργάτης!  Αυτό σημαίνει ότι  η μετατρεπόμενη  σε υλική πραγματικότητα εργασία (τεχνολογία, υποδομές) λειτουργεί απέναντι στον εργάτη ως αυτόνομη δύναμη, ξένη προς αυτόν. Σημαίνει ακόμα ότι η δημιουργικότητα, που αποτελεί ουσιώδη ιδιότητα του ανθρώπου, είναι περιπτωσιακή, τυχαία. Αυτό αφορά και τα άτομα με  ανώτερη ειδίκευση και παιδεία.
- Ακόμα, το γεγονός ότι ο ανταγωνισμός, γνώρισμα της οικονομίας της αγοράς,  μεταφέρεται και μέσα στην επιχείρηση, πλήττει το συνεργατικό πνεύμα που είναι στη φύση της ανθρώπινης εργασίας, φέρνει τους εργάτες αντιμέτωπους μεταξύ τους. Αυτό επιτείνεται και επεκτείνεται   εξαιτίας και της ανεργίας Έτσι δημιουργείται μια κατάσταση τριπλής  αποξένωσης του εργάτη  στο επίπεδο των βασικών ειδολογικών ιδιοτήτων  που αφορούν την ουσία του ως ανθρώπου: α) αποξένωση από την εργασία που είναι η ουσία του ανθρώπου ως εργάτη:  η εργασία δεν είναι εσωτερική ανάγκη δημιουργικής αυτοπραγμάτωσης του ατόμου β) αποξένωση από τους άλλους ανθρώπους που προσβάλει την ουσία του ως κοινωνικού όντος, γ)κατάργηση της αυτονομίας του   και της ελευθερίας του. Η αποδοχή αυτής της κατάστασης ως «κανονικής» συνιστά την αυτοαλλοτρίωση του ανθρώπου.
Είναι διάχυτη η αλήθεια στο βιβλίο ότι η αλλοτρίωση είναι καθολικό φαινόμενο στο σημερινό παγκοσμιοποιημένο καπιταλιστικό κόσμο. Ανάλογο πρέπει να είναι και το εύρος της θεωρίας που στοχεύει στην υπέρβαση αυτού του κοινωνικού φαινόμενου, στην εκ θεμελίων αλλαγή αυτού του κόσμου. Και γι’ αυτό το λόγο η μελέτη του θέματος απαιτεί μια διεπιστημονική προσέγγιση και έρευνα. Το βιβλίο, κατά τη γνώμη μου,   πείθει για την ανάγκη  μιας τέτοιας προσπάθειας.  Εκτιμώ ότι ο Βασίλης με το έργο του παρέχει το δικό του θεωρητικό – μεθοδολογικό πλαίσιο  για μια τέτοια προσπάθεια, το οποίο βέβαια θα χρειαστεί να γίνει αντικείμενο μελέτης και διαλόγου  από όλους τους συντελεστές που θα συμμετάσχουν σε μια τέτοια διεπιστημονική προσπάθεια, η οποία  είμαι βέβαιος ότι θα οδηγήσει στον επανακαθορισμό του. Μια τέτοια προσπάθεια μπορεί να είναι περισσότερο αποτελεσματική αν δεν περιοριστεί μόνο στην αξιοποίηση  του έργου  της σχολής της Φρανκφούρτης. Θα πρότεινα λοιπόν να ριχτεί περισσότερο βάρος στο θεωρητικό έργο του Μαρξ, ειδικότερα στη μελέτη των «οικονομικών- φιλοσοφικών χειρογράφων», με έμφαση στη θεωρία της αλλοτρίωσης, σε συνάρτηση με τη θεωρία του για την κοινωνική χειραφέτηση του ανθρώπου, καθώς  και στο  έργο ερευνητών για την κουλτούρα και την τέχνη και για το ανθρώπινο πρόβλημα οι οποίες  έχουν γίνει ως τώρα έχοντας ως θεωρητική βάση το θεωρητικό έργο του Μαρξ. Το έργο της σχολής της Φρανκφούρτης βέβαια έχει τη δική του ιδιαίτερη αξία και σημασία, χωρίς τη γνώση και την αξιοποίηση του οποίου τίποτα το σημαντικό ερευνητικά δεν μπορεί να υπάρξει στο θέμα της κουλτούρας, του πολιτισμού και στο θέμα της αλλοτρίωσης και της χειραγώγησης- πολύ περισσότερο.  Σε ότι αφορά την Ουγγαρία, μπορώ να πω ότι υπάρχει ένα  σημαντικό  ερευνητικό και θεωρητικό έργο, ένας θεωρητικός προβληματισμός  η γνώση του οποίου μπορεί να μας βοηθήσει και στις μελέτες του φαινομένου της αλλοτρίωσης στο δικό μας ελληνικό χώρο, αλλά  και στη μελέτη του προβλήματος της κουλτούρας.  Σε ότι μας αφορά, υπάρχουν μελέτες για το χώρο της κουλτούρας ή και της τέχνης, από Έλληνες ερευνητές, από Έλληνες διανοούμενους, μαρξιστές, φρανκφουρτιανούς, πολύ περισσότερο,  αλλά δεν ξέρω σε ποιο βαθμό αυτές έχουν επηρεάσει τη σκέψη των ανθρώπων που εργάζονται  στο χώρο της κουλτούρας. Θα τολμούσα να πω ότι στο χώρο της τέχνης :λογοτεχνία, ποίηση και  θέατρο, οι αριστεροί συγγραφείς και καλλιτέχνες, και όχι μόνο, είναι ευαισθητοποιημένοι απέναντι στο φαινόμενο της αλλοτρίωσης και της χειραγώγησης. Είναι άλλο  το   κατά πόσο είναι τεκμηριωμένη θεωρητικά αυτή η ευαισθησία.
Δεν χρειάζεται βέβαια ο καλλιτέχνης να ξέρει ολοκληρωμένα τη θεωρία του Μαρξ και της σχολής της Φρανκφούρτης για να πολεμήσει το φαινόμενο της αλλοτρίωσης. Η βαθειά γνώση- κατανόηση του ανθρωπισμού με την αντίστοιχη ανθρώπινη ευαισθησία απέναντι στον ανθρώπινο πόνο μπορούν, με όχημα την αισθητική του καλλιτέχνη, να αποτυπωθούν  στο έργο του, φτάνοντας «από τη μερικότητα του ατόμου στη συνείδηση του ανθρώπινου γένους», σε μια αντίληψη η οποία αποτελούσε το φιλοσοφικό υπόβαθρο  της αισθητικής του Λούκατς.[4]
Με δεδομένο, λοιπόν,  ότι η τέχνη είναι μια ιδιότυπη σχέση ανθρώπου προς άνθρωπο, ως κοινωνικού ατόμου και ως  φορέα του είδους- αυτές οι δυο ιδιότητες για τη μαρξιστική φιλοσοφική ανθρωπολογία είναι ένα και το αυτό-  ο καλλιτέχνης οφείλει να γνωρίζει τον άνθρωπο της εποχής μας και της χώρας του, με τα βιώματά του.  Γενικότερα, οφείλει να έχει μια βαθύτερη γνώση  του ανθρώπου ως ειδολογικού όντος, άρα του είναι απαραίτητη η φιλοσοφική ανθρωπολογία η οποία προσεγγίζει το φαινόμενο της αλλοτρίωσης μέσα από το δίπολο «αλλοτρίωση και χειραφέτηση» στο οποίο έχει το δικό της ειδικό βάρος και τη δική της λειτουργικότητα η ιδέα του ανθρωπισμού, πολύ περισσότερο του μαχόμενου ανθρωπισμού. Του είναι λοιπόν απαραίτητη η σύλληψη του ανθρώπου ως ολότητα, όπως λέει ο Λούκατς, και μαζί, στο πνεύμα αυτής της αντίληψης, που εμπεριέχει και τη διαλεκτική, του είναι απαραίτητη η σύλληψη του σύγχρονου ανθρώπινου προβλήματος. Με αυτά τα εφόδια μπορεί να προσφέρει περισσότερο στην προώθηση του «σύγχρονου, καθολικού, απελευθερωτικού και ριζοσπαστικού προτάγματος» (σελ. 399)- δανείζομαι τις διατυπώσεις του Βασίλη-  στη «σύλληψη και δημιουργία ενός ανθρωποκεντρικού  μέλλοντος» (σ. 402), στο «σύγχρονο αισθητικό και πολιτισμικό σχέδιο – πρόταγμα» (σ. 403) , στην ανάπτυξη της κριτικής σκέψης του λαού, στην «προσπάθεια απελευθέρωσης και χειραφέτησης του ανθρώπου δια μέσω της ιστορίας» (σ.426), στη διαμόρφωση ενός ολικού ,καθολικού σχεδίου «για την απελευθέρωση της παγκόσμιας κοινωνίας» (σ.26), στον «αυτοκαθορισμό του ανθρώπου» (σ.432), ως causa sui, ως αιτία και δημιουργό του εαυτού του, του δικού του αυθεντικά ανθρώπινου κόσμου, αυθεντικά ανθρώπινου πολιτισμού. Αυτό βέβαια προϋποθέτει την «ολική άρνηση του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού» (σ. 434 κ.ε.)
Όλοι αυτοί οι  μεγαλεπήβολοι, μα άλλο τόσο ιστορικά-κοσμοϊστορικά, κοινωνικά, θα έλεγα και ανθρωπολογικά επίκαιροι στόχοι, είναι αδύνατο να μελετηθούν χωρίς τη στενή συνεργασία της φιλοσοφίας με τις κοινωνικές και τις ανθρωπιστικές επιστήμες, και τις επιστήμες του ανθρώπου γενικότερα. Ενδιαφέρουν βέβαια αυτοί οι στόχοι και την τέχνη ως ανατρεπτική και απελευθερωτική δύναμη, Από αυτή την άποψη θεωρώ σημαντική την προτροπή στην βαθύτερη μελέτη του Αβαντγκάρντ. Η σύγχρονη τέχνη (η μοντέρνα τέχνη όπως λέει και ο τίτλος του βιβλίου) οφείλει , όπως γράφει ο Βασίλης, να μελετά το έργο, αλλά και γενικότερα το παράδειγμα «των αισθητικών και καλλιτεχνικών πρωτοποριών , οι οποίες ποτέ δεν σταμάτησαν να εργάζονται συνειδητά , καινοτόμα, ανατρεπτικά,  μοντέρνα». Και είναι άξιες προσοχής οι σχετικές μελέτες αυτού του τόμου, στην αναλυτική  αξιολόγηση των οποίων δεν είναι δυνατό να προχωρήσω. Νομίζω ότι συμβάλουν στη μελέτη αυτού του παραδείγματος και του έργου των συγκεκριμένων εκφραστών του  συνεισφέροντας δημιουργικά  στην έρευνα για τη «νέα ανθρωπολογία» - εγώ θα έλεγα στην έρευνα για τη σύγχρονη  φιλοσοφική ανθρωπολογία.














[1] Márkus György,Marxizmus és  «antropológia» (Az emberi lényeg fogalma Marx filozófiájában – Η έννοια της ανθρώπινης ουσίας στη φιλοσοφία του Μαρξ),  Akademiai Kiadö, budapest, 1966
[2] Lukács György, Történele és osztálytudat, εκδόσεις  Magvetö, Βουδαπέστη,1974,  σελ. 421.
[3] Έριχ Φρομ, Η υγιής κοινωνία, εκδ. Μπουκουμάνη, 1973, σελ. 160
[4] Θανάσης Βακαλιός, Τέχνη και πολιτική, Επιαστήμη και τέχνη, Μέρος τρίτο,  εκδόσεις Προσκήνιο, Ευάγγελος Σιδεράτος,, σελ. 101 κ.ε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΛΗΣΠΕΡΑ ΣΑΣ ΓΙΑ ΣΧΟΛΙΑ, ΑΡΘΡΑ, ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ BLOG ΜΑΣ ΜΠΟΡΕΙΤΕ ΝΑ ΜΑΣ ΤΑ ΣΤΕΛΝΕΤΕ ΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ E-MAIL ΔΙΟΤΙ ΤΟ ΕΧΟΥΜΕ ΚΛΕΙΣΤΟ ΓΙΑ ΕΥΝΟΗΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ.

Hλεκτρονική διεύθυνση για σχόλια (e-mail) : fioravantes.vas@gmail.com

Σας ευχαριστούμε

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.