Δευτέρα 13 Φεβρουαρίου 2017

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ ΤΕΧΝΗΣ



ΝΙΚΗ ΝΤΕΣΤΑΚΟΥ
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ
Είναι γνωστό ότι η τέχνη είναι αφενός μεν, μια δραστηριότητα που χαίρει μιας ιδιαίτερης αυτονομίας που αποκτήθηκε με κόπο από τους καλλιτέχνες, από την εποχή της Αναγέννησης και μετά. Αλλά συγχρόνως, έχουμε και την τέχνη ως φαινόμενο που συνδέεται με την οικονομική, πολιτική και ιδεολογική ιστορία μιας κοινωνίας. Η αισθητική έχει συνεπώς ως αντικείμενο μια καλλιτεχνική δημιουργία που είναι ελεύθερη και συγχρόνως αναπόφευκτα εμπλεκόμενη στην ζωή των ανθρώπων και των κοινωνιών.  
Ο όρος «τέχνη για την τέχνη» αποτελεί κατά λέξη μετάφραση του αντίστοιχου γαλλικού όρου «l’ art pour art» και προσπαθεί να εκφράσει με τρόπο λακωνικό μια ορισμένη άποψη για την τέχνη: ότι, δηλαδή, κάθε έργο τέχνης χαρακτηρίζεται από αυτάρκεια και αυτονομία. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τους υποστηρικτές αυτής της άποψης, το έργο τέχνης αποτελεί έναν ξεχωριστό κόσμο, μοναδικό και ανεπανάληπτο, με δική του συνοχή, και, συνεπώς, είναι ένα αντικείμενο που πρέπει να το απολαμβάνουμε καθαυτό χωρίς καμία αναφορά σε οποιοδήποτε εξωτερικό στοιχείο. Με άλλα λόγια, η τέχνη δε χρησιμεύει σε κάτι, δεν είναι ένα μέσο για να φτάσουμε σε κάποιον άλλο εξωτερικό στόχο, αλλά είναι ταυτόχρονα μέσο και στόχος. Σε ό,τι αφορά τη λογοτεχνία, ο όρος «τέχνη για την τέχνη» αναφέρεται κυρίως στην ποίηση, ειδικά τη συμβολική ή τη λεγόμενη καθαρή ποίηση.
Στη Γαλλία για παράδειγμα, ποιητές όπως ο Μπωντλέρ, αντιμετωπίζουν την ποίηση ως μια προσπάθεια βίωσης της καθαρής ομορφιάς μέσα από το ρυθμό και τις λέξεις, με πλήρη αδιαφορία για τα εξωτερικά στοιχεία. Με αυτή την έννοια η εμπειρία της ποίησης είναι αυτοσκοπός και η ποιητική αξία συνδέεται αποκλειστικά με την αισθητική απόλαυση και όχι με την πραγματικότητα, με την οποία το ποίημα δε συναντιέται ποτέ, αφού είναι ένας αυτόνομος, παράλληλος κόσμος, με δικούς του κανόνες. Οι ιδέες αυτές είχαν πολύ μεγάλη απήχηση μεταξύ των λογοτεχνών στις αρχές του 20ου αιώνα, οι οποίοι υποστήριξαν σθεναρά την άποψη ότι τα λογοτεχνικά κείμενα συνιστούν κόσμους αυτόνομους και αυτάρκεις και προσφέρονται μόνο για εσωτερική μελέτη. 
Ο Adorno διακρίνει την αυτόνομη τέχνη από τα έργα της «l’art pour l’art», τα οποία είναι συνειδητά τοποθετημένα σε απόσταση από μια περιφρονημένη πραγματικότητα, όπως ήταν αυτή του 19ου αιώνα. Επιχειρηματολογεί υπέρ της υπεροχής  της αυτόνομης τέχνης που οφείλεται στις κριτικές της ιδιότητες. Όπως ισχυρίζεται ο φιλόσοφος «η τέχνη έχει περιέλθει σήμερα και από κοινωνική άποψη σε αδιέξοδο. Αν μετριάσει της αυτονομία της θα παραδοθεί στην υπηρεσία της υφιστάμενης κοινωνίας. Αν παραμείνει αυστηρά περιχαρακωμένη στην αυθυπαρξία της, θα ενσωματωθεί εξίσου εύκολα σαν ένας ακίνδυνος κλάδος μεταξύ άλλων». Σύμφωνα με τον γερμανό φιλόσοφο, η αυτονομία της μοντέρνας τέχνης καθίσταται το κατεξοχήν χαρακτηριστικό της αισθητικής κατάστασης στις συνθήκες της νεωτερικότητας.  
Κρίνουμε απαραίτητη μία αναφορά στη μοντέρνα τέχνη των αρχών του 20ου αιώνα, η οποία κοινωνικοποιείται, ξεπερνά τον μεταφυσικό χαρακτήρα της τέχνης των προηγούμενων αιώνων και ταυτόχρονα παράγει μία άρνηση ως προϊόν της αντίθεσή της με την καινούργια τάξη της καπιταλιστικής παραγωγής. Σε αυτή την δυνατότητα, άλλωστε, της άρνησης θεμελιώνεται και ο αυτόνομος χαρακτήρας της μοντέρνας τέχνης. Είναι γεγονός, ότι η τέχνη της πρωτοπορίας, η μοντέρνα τέχνη των δύο πρώτων δεκαετιών του 20ού αιώνα, παρήγαγε αισθητικές  αξίες με απόλυτα τεχνικά μέσα. Αυτή η προσπάθεια  των καλλιτεχνών της πρωτοπορίας βρίσκει  υποστηρικτή τον Adorno, ο οποίος μιλά για μια τέχνη ως προϊόν της ανθρώπινης χειραφέτησης. Μιλά  για μια τέχνη που πρέπει  να είναι μέσον κοινωνικής αναμόρφωσης. Πρόκειται για μια τέχνη αυτόνομη.
Υπάρχει μία αδήριτη συνάφεια της «τέχνης για την τέχνη» με την « ύπαρξη για την ύπαρξη». Όταν προβαίνουμε σε μία τέτοια δήλωση κάνουμε σκοπό αυτό που θεωρείτο, μέχρι σήμερα, μέσο. Η τέχνη θεωρείτο μέσο για την ηθική, γνωστική, αισθητική τελείωση. Η ύπαρξη, κι αυτή θεωρείτο μέσο για την αιωνιότητα, για το Θεό, για ένα επέκεινα.
Αίροντας τις μέχρι τώρα δοξασίες, φθάνουμε στην έννοια του Λίλα, των Ινδουιστών, που θα πει «κοσμικό παιχνίδι». Ο κόσμος και τα δρώμενα θεωρούνται αποτέλεσμα της περίσσιας τελειότητας του θεού. Ο θεός ΔΕΝ έχει ανάγκη τον κόσμο ή τη δημιουργία. (ο θεός καθόσον είναι τέλειος ΔΕΝ δρα, «δεν μολύνεται»). Κανείς δεν είναι υπεύθυνος, όλα είναι δικαιολογημένα.
Ο καλλιτέχνης δημιουργεί όπως ο θεός. Αυθαιρετεί. Δημιουργεί όπως αναπνέει. Και κανείς δεν αναπνέει για κάποιον ορισμένο σκοπό. Η διαδικασία της αναπνοής είναι αρκούντως δικαιολογημένη καθ’ αυτήν. Η τέχνη δεν ωφελεί, ούτε η ύπαρξη.
Κάποτε οι φυσικοί μας φιλόσοφοι, επικαλούνταν τη Μούσα, διαθέτοντας, μάλλον, την firm persuasion, του  Blake. Έπειτα, με τους Σοφιστές, και κυρίως τον Σωκράτη, ξεκίνησε ο πυρετός της απόδειξης, και η φιλοσοφία άρχισε να στυφίζει. Θα μπορούσε να πει κάποιος, όμως, πως αποδεικνύοντας κάτι, δημιουργείς απλώς μια ταυτολογία μέσα στο νου. Μία λογική ταυτολογία, όμως, όσο έξοχη κι αν είναι τεχνικά, δεν παύει να είναι απλώς μία σκέψη.
Η ύπαρξη μάς υπερβαίνει. Η πραγματικότητα είναι Nirguna, δηλαδή χωρίς ποιότητες, χωρίς κατηγορήματα. Όλες οι σκέψεις είναι απλώς σκέψεις. Τα λόγια, απλώς λόγια. Η πραγματικότητα είναι άφατη, δεν περιγράφεται, παρά μόνο αρνητικά: «ούτε το ένα, ούτε τ’ άλλο». Η πραγματικότητα είναι απαρέμφατη!
Ο χρόνος είναι ο πιο πιστός σύμμαχος της αλήθειας. Της μόνης αλήθειας που υπάρχει, δηλαδή εκείνης που διαμορφώνεται σιγά-σιγά από τα πολιτιστικά εξαγόμενα της μεγάλης κοινότητας των ανθρώπων κι’  επιβάλλεται παντού σαν υπέρτατη αντικειμενική κρίση. Από τη στιγμή που τα έργα υποβάλλουν την υποψηφιότητά τους στην αιωνιότητα ως τη στιγμή που, με μια λάμψη οριστική, παίρνουν ή όχι την επίδοξη ισχύ τους μέσα στην ιστορία, μεσολαβεί η μοιραία εκείνη απόσταση που κατατυραννεί τους δημιουργούς, και τους βάζει να χτυπιούνται ανάμεσα στη μια και την άλλη εικασία με την ψευδαίσθηση του βεβαίου και του απολύτου.
Η μοίρα μπορεί να πλάθεται από την αδυναμία μας. Αλλά η τέχνη δεν έχει μοίρα – η τέχνη είναι δυνατή! Ακόμα και σήμερα, στο πείσμα του πρακτικού πνεύματος που με τόσην αυταρέσκεια καυχιέται ότι εκπροσωπεί την εποχή μας, η επικοινωνία ανάμεσα στους ανθρώπους εξακολουθεί να γίνεται πολύ καλλίτερα από το δρόμο της καρδιάς και των αισθημάτων παρά από το δρόμο του ορθού λόγου και των αριθμών. Και θα εξακολουθεί – ενόσω το όνειρο και η δράση σ’ αυτό τον κόσμο δε συμβαδίζουν. Γιατί η τέχνη που δεν κρίνεται ποτέ από τις καλές ή κακές της προθέσεις αλλά πάντοτε και μόνο από τα καλά ή κακά της αποτελέσματα, κατέχει ακριβώς αυτή τη δύναμη: να συνενώνει τις αποχωρισμένες από την υλική διάταξη του κόσμου καταστάσεις που με λαχτάρα εντελώς αφιλόκερδη αναζητάει πάντοτε το πνεύμα, και να τις συνθέτει σε μιαν ολόψυχη ενότητα. Έτσι,  και μόνο από τη φύση της λειτουργίας της, η Τέχνη γίνεται η πια αδιάλλαχτη «πράξη λευτεριάς». Είναι αυτή που επιχειρεί να σπάσει τους φραγμούς της συμβατικότητας, κοινωνικής, πολιτικής ή αισθητικής, αδιάφορο. Αυτή που αναλαμβάνει να μιλήσει στον άνθρωπο για τους πόθους, τις ελπίδες, τα όνειρά του, και να τον οδηγήσει πέραν από το «γνωστό», πέραν από κάθε τι που είναι «συρραφή ψεύδους» κι ονομάζεται από τους πολλούς τόσο απατηλά πραγματικότητα, ως πέρα, ως εκεί που ο νους ελεύθερος απλώνεται και δεν γνωρίζει τα όρια καμιάς a priori προσταγής.
Η Τέχνη, είναι λοιπόν στην ουσία της ακόμα κι η πιο ισορροπημένη, ακόμα κι η πιο κλασσική, μια επανάσταση. Αλλά μια επανάσταση που αφορά ολάκαιρη τη ζωή του ανθρώπου πέρα ως πέρα, μιαν επανάσταση που δίνει τη μάχη της στα πιο προχωρημένα φυλάκια της ψυχικής συναισθηματικής πάλης του για απολύτρωση, για καθαρή ζωή, για χαρά και που δεν έχει καμιά σχέση με την άλλη, τη συνονόματή της, αυτή που κάτω από τη μια ή την άλλη σημασία πολεμάει για αιτήματα δίκαια ή άδικα, πάντως αιτήματα, που μόνο και μόνο με το να γίνονται σχέδια προγραμματικά μιας ορισμένης ομαδικής δράσης, τείνουν κι αυτά να μεταβληθούν σε συμβατικότητα.
Η φράση αυτή ας μην παρεξηγηθεί. Δε σημαίνει ότι ο καλλιτέχνης που είναι και πολίτης μιας χώρας και μέλος μιας κοινωνίας πρέπει να την αρνείται αυτή την τελευταία επανάσταση. Σημαίνει ότι είτε την αρνιέται είτε όχι, κι ανεξάρτητα από το γεγονός αυτό, είναι ανάγκη να ‘χει αδιάκοπα μέσα του τη συναίσθηση ότι ομιλεί για λογαριασμό του βαθύτερου πόθου λευτεριάς που κατοικεί κάθε άνθρωπο, κι ότι ο πόθος αυτός δεν ανέχεται να εκδηλώνεται στον εξωτερικό κόσμο με τα διακριτικά σημάδια μιας μόνο παράταξης, που ερμηνεύει τη φύση με αποκλειστικότητα, εντοπισμένη μέσα στο χρόνο και στην ιστορία. Σημαίνει ότι πρέπει να προχωρεί πέραν από την Ανάγκη –  ακόμα κι αν αυτή δεν έχει λυθεί – κι ας φαίνεται αυτό με την πρώτη ματιά σκληρό ή απάνθρωπο. Σημαίνει ότι πρέπει να πείθει. Και πείθει ο καλλιτέχνης μονάχα όταν προχωρεί αποσπασμένος από ατομικό ή ταξικό ή άλλο συμφέρον, όταν προβάλλει ντυμένος με ό,τι τόσον εύστοχα ένας αισθητικός μας ονόμασε ήθος της αφιλοκέρδειας.
Τέλος, η αυτόνομη Τέχνη συμβάλλει αποφασιστικά στην κατάργηση της μοναξιάς. Κι αυτό, γιατί αποτελεί ένα ουσιαστικό μέσο επικοινωνίας ανάμεσα στον καλλιτέχνη και το κοινό του. Ο καλλιτέχνης, αδέσμευτος από οποιουσδήποτε εξωτερικούς παράγοντες και ανεξάρτητος από πιέσεις, δίνει στο έργο του ένα μέρος από την προσωπικότητά του, εκφράζεται μέσα από αυτό χωρίς προσποιήσεις. Έτσι αυτό περιέχει και παρέχει αληθινή ανθρώπινη παρουσία, ζωντανή, δυνατή και συγκεκριμένη.
Επομένως, η Τέχνη πρέπει να είναι αυτόνομη. Μόνο τότε υπάρχουν απαραίτητες προϋποθέσεις για να επιτευχθεί ο τελικός, ουσιαστικός σκοπός της Τέχνης. Μόνο τότε, δηλαδή, η Τέχνη μπορεί μέσα από το δρόμο της αισθητικής συγκίνησης να εκφράσει νοήματα που βρίσκονται πέρα από τη διάνοια, δηλαδή την επιστημονική γνώση, πέρα από τις επιταγές του ηθικού νόμου και ακόμη πέρα από την πολιτεία και τις επιδιώξεις της.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΛΗΣΠΕΡΑ ΣΑΣ ΓΙΑ ΣΧΟΛΙΑ, ΑΡΘΡΑ, ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ BLOG ΜΑΣ ΜΠΟΡΕΙΤΕ ΝΑ ΜΑΣ ΤΑ ΣΤΕΛΝΕΤΕ ΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ E-MAIL ΔΙΟΤΙ ΤΟ ΕΧΟΥΜΕ ΚΛΕΙΣΤΟ ΓΙΑ ΕΥΝΟΗΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ.

Hλεκτρονική διεύθυνση για σχόλια (e-mail) : fioravantes.vas@gmail.com

Σας ευχαριστούμε

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.