Κυριακή 8 Ιουλίου 2018

ΠΡΟΣ ΤΗ ΜΕΤΑΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑΣ: ΜΕΤΑΚΡΙΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ


Β. ΦΙΟΡΑΒΑΝΤΕΣ
ΠΡΟΣ  ΤΗ  ΜΕΤΑΚΡΙΤΙΚΗ  ΤΗΣ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑΣ: ΜΕΤΑΚΡΙΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

Κουλτούρα ολική; Ολική έννοια της κουλτούρας; Το όλον της κουλτούρας.
Η κουλτούρα διαπερνιέται από τις κοινωνικές αντιθέσεις, τις εκφράζει, τις συμπυκνώνει, τις κωδικοποιεί κ.τ.λ. Όμως  μεθοδολογικά, αρχίζοντας πάντοτε από την τέχνη, όπως έλεγε ο Αντόρνο, αν προτάξουμε δηλαδή τη μελέτη της κουλτούρας από τη μελέτη της κοινωνίας, όπως ο Αντόρνο προέτασσε τη μελέτη της τέχνη σε σχέση πάντα με την κοινωνία, θεωρώντας ότι η κοινωνία είναι μέσα στην τέχνη, οδηγούμαστε, φθάνουμε σε μια άλλη, πρωτόγνωρη όσο και μοναδική κατάσταση: Κατανοούμε την κοινωνία με μια μοναδική καθαρότητα. Άρα κουλτούρα-κοινωνία και όχι κοινωνία-κουλτούρα, όπως ενδεχομένως θα φαινόνταν ως πιο λογικό ή και διαλεκτικό. Μέσω της κουλτούρας διαγνώσκουμε τις τάσεις, τις αντιθέσεις, τις αντιφάσεις ακόμη και τις αντινομίες της κοινωνίας (ή τις κοινωνικές τέτοιες) με μια εκπληκτική καθαρότητα, είτε η κουλτούρα και η κοινωνία βρίσκονται σε μια  ανοδική περίοδο είτε βρίσκονται σε καθοδική.
Παρόλα  αυτά η κουλτούρα είναι μια ολότητα, δεδομένης και της πολιτισμικής διαβάθμισης, όπως και της κοινωνικής; Σύμφωνα με τους Λούκατς, Μανχάϊμ, Γκαμπέλ προτάσσουμε την ολική έννοια της κουλτούρας, σε αντίθεση με τους Μπένζαμιν, Αντόρνο, Μαρκούζε, Γκολντμάν, που προτάσσουν το ιδιαίτερο, το ιδιόμορφο, το μερικό, το αποσπασματικό. Και αυτό γιατί ακόμη και στον ελάχιστη εκδήλωση της κουλτούρας προβάλλεται, υπάρχει, διασώζεται η κουλτούρα, κάποιο τμήμα του όλον κουλτούρα στις ποικίλες εκφάνσεις, εκδοχές, μορφές της1.
Εξάλλου από ότι φαίνεται η αποσπασματική προσέγγιση της κουλτούρας δεν αντιβαίνει στην ολότητα της κουλτούρας, στο όλον κουλτούρα και τέχνης ποιότητας, στην υψηλή τέχνη και κουλτούρα γενικά, ιστορική και νεώτερη, και ειδικότερα στην τέχνη και στην κουλτούρα της πρωτοπορίας. Στη μοντέρνα δηλαδή τέχνη και κουλτούρα.
Προ τη σύλληψη και συγκρότηση σύγχρονων Μοντέλων ιδεολογίας, κουλτούρας, θεωρίας, με μετακριτικό τρόπο. Μετακριτική, Μεταφιλοσοφία, Μετα-αισθητική (Μαρκής).
Τh. Adorno: Μετακριτική: Κάντ, Χέγκελ, Μάρξ. Κοινωνικό γεγονός (fait social) και κοινωνικό ιστορικό γίγνεσθαι. Ή πώς μέσα στο συγκεκριμένο κάθε φορά (στιγμή, ιστορική στιγμή) αποτυπώνεται, εμπεριέχεται η κοινωνική δυναμική, οι δυνατότητες ή τουλάχιστον οι πιθανότητες του ιστορικού ξεπεράσματος: γίγνεσθαι. Δυναμική, ιστορικογενετική σύλληψη του κοινωνικού γίγνεσθαι. Λ. Γκολντμάν: Γενετικός στρουκτουραλισμός (structuralιsme génetique).
Προς μια δομική, συστηματική αντι-οντολογική-οντολογιστική σύλληψη, θεώρηση του κοινωνικού προτσές, επικεντρωμένο στην έννοια του ξεπεράσματος (Η.L.).
Κριτική της κουλτούρας-κριτική της κοινωνίας: Κριτική του πρίγκιπα (Α. Γκράμσι). Η κουλτούρα είναι ευγενής, υψηλή (noble), κάτι το ανώτερο. Το πρόταγμα του Γκράμσι για την απόλυτη ανάγκη αναβάθμισης της κουλτούρας και της τέχνης κατά τα πρότυπα του Χέντερλιν και του Νοβάλις. Ο αισθητισμός του Ρίλκε. Η ιστορική μοναδικότητα των μεγάλων φιλοσοφικών σχολών της Αρχαιότητας: Επίκουρος, Κυνικοί, Σκεπτικοί, Γνωστικοί, Στοϊκιστές, κ.α., των μεγάλων Ανθρωπιστών και Διαφωτιστών, των μεγάλων επαναστατικών κινημάτων του 19ου και του 20ου αι., των μεγάλων καλλιτεχνικών ρευμάτων της πρωτοπορίας και των μεγάλων φιλοσοφικών Σχολών του ΧΧου αι.
Ο σύγχρονος ξεπεσμός της κουλτούρας.
Κριτική της βιομηχανίας της κουλτούρας: Το μέγα ζητούμενο είναι πως η τέχνη και η κουλτούρα θα ξεφύγουν από τη νόρμα, της τεϋλορικής έμπνευσης  και αφετηρίας πολιτισμική νόρμα και  θ’αυτοκαθορισθούν, δημιουργώντας έτσι νέες αυθόρμητες, δυναμικές, δημιουργικές, αυτόνομες μορφές. Πως θα ξεφύγουν δηλαδή από τη νόρμα κάθε μορφής. Και εδώ αναδεικνύεται η μέγιστη εισφορά των αισθητικών πρωτοποριών που πολέμησαν, αντιπάλεψαν κάθε μορφή νόρμας, δημιουργώντας ένα νέο, μοντέλο αισθητικό (και μορφικό-μορφολογικό) χώρο αυτονομίας, αυτόνομης ύπαρξης και δημιουργίας. Που αυτονόμησαν τη δημιουργία και τη δημιουργικότητα  από την αλλοτρίωση, και πρώτιστα την αλλοτρίωση της νόρμας, του συστήματος, της ορθολογοποίησης κ.α.
Από μια ορισμένη άποψη ο πολιτισμός είναι μια μόνιμη θετικότητα, ως προϊόν της άρνησης της αλλοτρίωσης στις διάφορες ιστορικές μορφές της (ή στις μορφές που έχει πάρει δια μέσω της ιστορίας. Ο πολιτισμός είναι δηλαδή κατάφαση.  Αυτή η ιστορικής σημασίας θέση-διαπίστωση οφείλεται στον νεαρό Λούκατς (1916-23). Όσο πιο πολύ διαδίδονται η αλλοτρίωση και η πραγμοποίηση, τόσον περισσότερο η κουλτούρα γίνεται θετική-καταφατική. Η  μεγάλη αυτή ανακάλυψη-εισφορά του νεαρού επαναστάτη Λούκατς επηρέασε τη διαμόρφωση της Σχολής της Φρανκφούρτης από τα πρώτα βήματά της. Στη συνέχεια οι φρανκφουρτιανοί θεωρητικοί διεύρυναν, συστηματοποίησαν, επέκτειναν την λουκατσική αυτή προβληματική. Γενικότερα όλο το έργο της Σχολής της Φρανφκούρτης προσδιορίστηκε από αυτή τη διαπίστωση-θέση, που απορρέει από τη συνειδητοποίηση εκ μέρους του νεαρού Λούκατς των βαθιών, των δομικών αλλαγών που επέφερε στην σκέψη, την τέχνη, την κουλτούρα κ.α. η μετατροπή του καπιταλισμού σε μονοπωλιακό-ιμπεριαλιστικό (1900-1910 και εδώ).
Mία μεθοδολογία παρόμοια θέση για την αξία της τέχνης, της κουλτούρας και ιδίως της οργανικής κουλτούρας συλλαμβάνει και αναπτύσσει και ο Γκράμσι την ίδια εποχή χωρίς να γνωρίζει ουσιαστικά τον Λούκατς2. Και στον Γκράμσι, υπάρχει η ίδια θετική και κυρίως αναβαθμιστική σύλληψη της τέχνης και της κουλτούρας, ενώ καταστρέφεται η οργανική κουλτούρας που υπήρχε πριν το μονοπωλιακό καπιταλισμό.
Η τέχνη και η κουλτούρα της άρνησης, ως αρνητική στάση θεωρητικοποιούνται μόνο από τους φρανκφουρτιανούς ως προσεκτικοί μελετητές της πρωτοπορίας, και στη συνέχεια της πρακτικής και των νέων ρηξικέλευθων προταγμάτων της. Η Σχολή της Φρανκφούρτης αντιλαμβάνεται ριζικά διαφορετικά -αρνητικά- το θέμα και προσπαθεί να δημιουργήσει μια νέα θετικότητα μέσα από το ριζοσπαστικό έργο της.
Στη σημερινή εποχή ολικής κυριάρχησης των διαφόρων συστημάτων και υποσυστημάτων γενικά και ειδικότερα πάνω στον άνθρωπο, την τέχνη και  την κουλτούρα μόνον η ολική και καθορισμένη άρνηση μπορεί ν’αποτελέσει μια διέξοδο, να συγκροτήσει μια εναλλακτική πρόταση απέναντι στην κρίση της κουλτούρας, που απορρέει από αυτές τις ολικά αντιανθρώπινες  συνθήκες.
Στην εποχή της μεταπαγκοσμιοποίησης η όποια απελευθερωτική πρακτική, η όποια προσπάθεια χειραφέτησης της τέχνης, της κουλτούρας και της κοινωνίας θα μπορέσει θα προκύψει μόνο με καθορισμένο, ολικό, καθολικό τρόπο. Δηλαδή ούτε η όποια προσπάθεια απελευθέρωσης της εργασίας, όπως έλεγε ο Πλεχάνωφ, αρκεί, καθόσον το υποσύστημα εργασία είναι ολικά πραγμοποιημένο. Η συνείδηση απελευθέρωσης θα προκύψει από τις νέες παγκόσμιες πρωτοπορίες, που θα στηριχθούν στο έργο των ιστορικών πρωτοπορειών, αισθητικών και κοινωνικών, που κατά το Χάμπερμας3 συνδέονταν διαλεκτικά. Και σε κάθε περίπτωση θα προκύψουν από καταστάσεις ξένες προς το σύστημα, που θα έλθουν έξω από αυτό και ενάντιά του, ριζικά – ριζοσπαστικά ενάντιά του.
Κατά τον Μανχάϊμ δεν πρέπει να ξεχωρίζουμε το πεδίο της φιλοσοφίας από αυτό της κοινωνιολογίας, και αντίστροφα (Βλ. και Β. Φιοραβάντες «Προς τη μετακριτική της κουλτούρας…», Θεωρία Πολιτισμού Τ. Ι, σσ. 37-58). Αυτή η ενωτική-ενωποιητική-ενωμένη υπόσταση χαρακτήρισε εφεξής όλο το έργο της Σχολής της Φρανκφούρτης μέχρι και την Θεωρία της επικοινωνιακής δράσης4 του Χάμπερμπας.
Η ενιαία αυτή σύλληψη έχει ως αφετηρία τις ομάδες που θεωρητικοποιούνται μέσα στο συγκεκριμένο ιστορικό-κοινωνικό «αστερισμό» (constellation).
Στην ουσία πρόκειται για ένα νεομαρξισμό που πριμοδοτεί τις ομάδες, αντί των τάξεων, θέμα, όπως και αυτό του ατόμου και των σχέσεών του που ο Σάρτρ5 θα το θεωρητικοποιήσει στην ολότητά του, υπό την επήρρεια του νεαρού Λούκατς: άτομο-ομάδα-τάξη, στις μεταξύ τους διαλεκτικές σχέσεις. Ο Μανχάϊμ οδηγείται έτσι σε ένα νέο φιλελευθερισμό, όχι ατομικής-ατομοκεντρικής έμπνευσης, όπως ήταν στους σύγχρονους μεγάλους αστούς  θεωρητικούς και ιδεολόγους, αλλά θεωρητικοποιώντας μια ενδιάμεση θέση, αυτή της ομάδας, θεωρητικοποίηση που θα τον οδηγήσει αργότερα εντελώς στον φιλελευθερισμό.
Η ενωτική – ενιαία – ενιαιακή όμως σύλληψή του της σχέσης κοινωνιολογίας-φιλοσοφίας, αποτελεί μια από τις προϋποθέσεις-βάσεις της νέα κριτικής κοινωνικής θεωρίας, όπως αυτή θα συλληφθεί και θα αναπτυχθεί αργότερα από τους θεωρητικούς της Σχολής της Φρανκφούρτης, ως μια προσπάθεια για να αρθούν μερικά μεθοδολογικά αδιέξοδα, μέσα σε συνθήκες κρίσης, ήττας του κινήματος, υποχώρησης γενικότερα των ριζοσπαστικών ιδεολογιών. Ακόμη και η πριμοδότηση της δράσης των φωτισμένων  ατόμων, μέσα στη γενικότερη καταστροφή (désaste), από τη Σχολή της Φρανκφούρτης: Βλ. Πρωτοπόροι καλλιτέχνες και άλλα φωτισμένα πνεύματα όταν και όσο λειτουργούσαν ατομικά, δεν φθάνει ποτέ σε ατομικοκεντρικές – φιλελεύθερες –ουσιαστικά συλλήψεις ή θεωρητικοποιήσεις. Μόνον οι Κταστασιακοί οδηγήθηκαν σε ατομικοκεντρικές συλλήψεις – απελευθερωμένων όμως πρωτοπόρων καλλιτεχνών, και ως εκ τούτου διέβλεπαν μια διέξοδο μέσα από τη γενικευμένη ατομική – ατομικής βάσης – πρακτική χειραφέτησης. Όμως, παρά τη μέγιστη εισφορά τους στο κίνημα του ’68, η ιστορία στη συνέχεια έδειξε άλλα. Και σε κάθε περίπτωση όλες οι θεωρητικοποιήσεις έχουν κάποια όρια σε στενή συνάφεια και συνάρτηση πάντοτε με τη συγκυρία,  όπως μας δίδαξε ο Πουλατζάς. Υποχωρεί το κίνημα, όλες οι πρωθύστερες θεωρητικοποιήσεις γίνονται ανεδαφικές, ανεπίκαιρες, ξεπερασμένες.
Μόνο  η ενότητα σύλληψης της κοινωνιολογίας με τη φιλοσοφία, η ολότητα, η ολότητα άνθρωπος και πολιτισμός παραμένουν, έστω και ως ζητούμενα, ειδικά σήμερα μέσα στο αρχιπέλαγος της πλήρους διάλυσης των πάντων που έχει προκαλέσει και επιβάλλει η μεταπαγκοσμιοποίηση: άτομο, ομάδα, τάξεις, κράτη, ιδεολογίες και υπ’ αυτές τις συνθήκες η θεωρία και η πρακτική της απελευθέρωσης έχει ανάγκη από μια επικαιροποίηση – ανασυγκρότηση.
Σε κάθε περίπτωση η απελευθέρωση δεν θα έλθει από την δράση ούτε ατόμων, ούτε ομάδων, ούτε τάξεων, θέμα που τόσο απασχόλησε την κριτική σκέψη σ’ όλο τον ΧΧο αι. Αντίθετα με δεδομένο τη γενική καταστροφή της κοινωνίας, που έχει επιβάλλει η παγκοσμιοποίηση, στην εποχή της κρίσης και της αποσύνθεσής της μόνο μέσα από μια γενικευμένη, καθολική, παγκόσμια καθορισμένη άρνηση μπορεί να προκύψει μια εναλλακτική λύση με επίκεντρο τον άνθρωπο.
Σε κάθε περίπτωση η μελέτη της κουλτούρας σήμερα, ακόμη και η μετακριτική της κουλτούρας είναι  θέμα αντινομικό. Στην εποχή που χαρακτηρίζεται κυρίως από αντινομίες, ενώ πάντοτε υπάρχουν αντιθέσεις ή ακόμη και αντιφάσεις, δεν μπορεί και η κουλτούρα να παραμείνει αμετάβλητη. Από μια ορισμένη άποψη θα πρέπει μάλιστα να θεωρήσουμε την κουλτούρα ως ένα σύνολο αντινομιών, αντινομικών σχέσεων, πολύ συχνά κρυμμένων ή καλυμμένων έντεχνα, ως έκφραση και συγκεκριμενοποίηση των σχεδόν απόλυτων αντινομιών της μεταπαγκοσμιοποίησης – σε κρίση. Από την άλλη η κουλτούρα ως ενιαία υπόσταση θα πρέπει να θεωρηθεί ως η σύνθεση των αντιθέσεων από τις οποίες διαπερνιέται, ακόμη και ως ξεπέρασμά τους, ή τουλάχιστον ως ένας χώρος σύνθεσης (ή καλύτερα συνθέσεων) και ξεπεράσματος.
Οπότε η μετακριτική της κουλτούρας πρέπει να αναδείξει, να θεωρητικοποιήσει διαλεκτικά τις αντιθέσεις που εμπεριέχει η κουλτούρα, υπό την προοπτική αναζήτησης του ξεπεράσματός τους, του ξεπεράσματος της αποτρόπαιας κυριάρχησης, ιστορικά μοναδικής ως προς τη βαρβαρότητα, τον κυνισμό της κ.α., και που ως τέτοια είναι ακριβώς προϊόν, αποτέλεσμα του μη ξεπεράσματος ακριβώς μέχρι σήμερα των σχεδόν απόλυτων και ακραίων αντινομιών του συστήματος. Ξεπέρασμα που θα γίνει και δια της κουλτούρας, μέσα από τη σύλληψη και επεξεργασία μιας νέας κουλτούρας, της κουλτούρας της ανθρώπινης συναδέλφωσης, συντροφικότητας, αλληλεγγύης, απελευθέρωσης και χειραφέτησης. Ξεπέρασμα που θα γίνει και μέσα από την αναβάθμιση της κουλτούρας, πριμοδοτώντας ότι ποιοτικό και ανώτερο έχει δημιουργήσει ο ανθρώπινος πολιτισμός. Δημιουργώντας την κουλτούρα  της έρευνας του ποιοτικού, του ανθρώπινου, του  ανώτερου, και απαλλάσσοντας την έρευνα και την κουλτούρα από το οικονομίστικο, το εργαλειακό, το ποσοτικό, την αλλοτρίωση, την εργαλειοποίηση, την ορθολογικοποίηση. Αναζητώντας συνεχώς την ανθρώπινη αναβάθμιση και πρόοδο. Η γενικότερη πολιτισμική πρόοδος δεν αντιβαίνει στην ανθρώπινη απελευθέρωση. Αντίθετα αποτελεί προϋπόθεσή της.
Υπάρχει η αρνητική σύλληψη περί κουλτούρας, φρανκφουρτιανής προέλευσης, κυρίως κεντραρισμένη στις αναλύσεις των Αντόρνο και Χορκχάϊμερ  περί βιομηχανίας της κουλτούρας, ενσωμάτωσης της κουλτούρας κ.τ.λ.  Χωρίς να θέλουμε ν’αμφισβητήσουμε αυτή τη θέση – κάθε άλλο μάλιστα – αυτό που θέλουμε να υπογραμμίσουμε εδώ, είναι ότι παρά τον αλλοτριωτικό χαρακτήρα της κουλτούρας, τον οποίο έχει αποκτήσει μέσα στις κοινωνίες του ύστερου καπιταλισμού, ακόμη δε και το βάρβαρο χαρακτήρα της που πολλές φορές έχει προσλάβει, μόνο μέσα από την κουλτούρα και δια της κουλτούρας ίσως, ίσως δημιουργηθούν κάποιες έστω και ελάχιστες δυνατότητες απελευθέρωσης. Άρα ένας από τους κύριους, αν όχι ο κύριος στόχος είναι, παραφράζοντας τον Πλεχάνωφ (: «απελευθέρωση της εργασίας»), η απελευθέρωση της κουλτούρας.
Και αυτό γιατί η κουλτούρα, παρά τον έντονα ενσωματωσιακό χαρακτήρα της, δεν έχει κατορθώσει να εξαφανίσει από το εσωτερικό της την αντίθεση, κάθε αντίθεση. Στο βαθμό που διατηρείται αυτή η αντιθετική φύση της, είναι δυνατή η επεξεργασία και η ανάπτυξη ενός εναλλακτικού σχεδίου, κεντραρισμένου στην δημιουργία μιας απελευθερωτικής – με τάσεις ηγεμόνευσης – κουλτούρας. Διαφορικά… Σε κάθε περίπτωση η απελευθέρωση της κουλτούρας αποτελεί τη συνθήκη sine que non για την όποια απελευθέρωση. Άρα μπορούμε να μιλούμε και για απελευθερωτική κουλτούρα, ή και για κουλτούρα της απελευθέρωσης.
Επιβάλλεται μια συνειδητά απαισιόδοξη στάση απέναντι στη σύγχρονη γενικευμένη κατάπτωση της κουλτούρας, που προσπαθεί να επιβάλλει (και ως ένα σημαντικό βαθμό το έχει επιτύχει) μεθοδικά το σύστημα, για να διαιωνίσει την κυριαρχία, και ακόμη χειρότερα την υποδούλωση του κόσμου, την κυριάρχησή του, από το σύστημα, την υποταγή του σε αυτό. Από την άλλη, μέσω της μεθοδευμένης και μεθοδικής κυριάρχησης μέσω της κυριάρχησης της κουλτούρας και της εξώθησής της στον ξεπεσμό, στην ανυποληψία κ.α., μεθοδεύεται ο εξανδραποδισμός των λαών. Αυτό είναι το στρατηγικό σχέδιο του συστήματος, και μάλιστα δυστυχώς χωρίς σοβαρές αντιστάσεις. Λύση: Η κουλτούρα της αντίστασης, η αντίσταση και δια μέσω της κουλτούρας. Η ολική αντίσταση και η καθορισμένη άρνηση, η οποία πρέπει να γίνει και πολιτισμική, δηλαδή όχι μόνο ιδεολογική και κοινωνική. Δηλαδή υλική δύναμη, καθολική και παγκόσμια.
Παρά τις θεωρητικοποιήσεις κυρίως της Σχολής της Φρανκφούρτης για την κουλτούρα, σήμερα βιώνοντας τη φοβερή υποβάθμιση της κουλτούρας λόγω της κρίσης από το σύστημα τίθεται με ιδιαίτερη οξύτητα το θέμα της αναγκαίας και επιβαλλόμενης αναβάθμισης της κουλτούρας. Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, που συγχρόνως είναι και συνθήκη, προϋπόθεση  για την απελευθέρωση του ανθρώπου γενικότερα, πρέπει να διερευνηθούν και οι σχέσεις μεταξύ των υποσυστημάτων της τέχνης, της κουλτούρας και της επικοινωνίας. Με άλλα λόγια πρέπει να διερευνηθεί αν υπάρχουν μεταξύ τους σχέσεις αρμονικής συνεργασίας, σχέσεις έντασης ή και αντίθεσης. Ή μήπως η γενικευμένη κρίση στην εποχή της αβέβαιης μεταπαγκοσμιοποίησης διαπερνά αυτές τα σχέσεις, διασπείροντας παντού κρίση, μετατρέποντάς τες έτσι σε προβληματικές. Και εδώ αναδεικνύεται και πάλι ο ιστορικός ρόλος της πρωτοπορίας. Ιστορικά εξετάζοντας το θέμα, μόνον η πρωτοπορία μπορεί να συλλάβει και να επεξεργαστεί μοντέλα ξεπεράσματος της γενικευμένης κρίσης, και της κρίσης της κουλτούρας ειδικότερα. Άρα επιβάλλεται η συστηματική θεωρητικοποίηση της πρωτοπορίας, περί πρωτοπορίας κ.α.
Κατά τον Αντόρνο, η απο-υποκειμενοποίηση, για να χρησιμοποιήσουμε ένα  νεολογισμό, του υποκειμένου, σύμφωνα με τα σταλινικά πρότυπα, οδηγεί εκ των πραγμάτων στο θάνατο της τέχνης, και ιδίως της αφηρημένης και της πρωτοποριακής. Απ’ αυτή την άποψη, ο Αντόρνο ήταν προφητικός, αν σκεφτεί κανείς τη θανατολογία των μεταμοντέρνων που αναπτύχθηκε αργότερα, στη δεκαετία του 1980-1990. Γενικότερα, είναι εξαιρετικά δύσκολο, έως και αδύνατο για την αισθητική, αν θέλει να παραμείνει τέτοια και να μη ξεπέσει σ’ ένα πλατιασμό περί τέχνης, να βγει από τη φιλοσοφία του υποκειμένου.
Και αυτό περά την πρόοδο που έχει κάνει η φιλοσοφία και η αισθητική ειδικότερα,  κυρίως με την επεξεργασία της θεωρίας του υλικού (matériau) από τον Αντόρνο. Διαφορετικά, η αισθητική κινδυνεύει να ξεπέσει, εκτός από τον  πλατιασμό, και σε μια χυδαιο-υλιστική αντίληψη, κυρίως όσον αφορά τη γένεση του έργου τέχνης της πρωτοπορίας, σταλινικής, στρουκτουραλιστικής ή άλλης προέλευσης – δεν έχει σημασία. Και ειδικότερα σήμερα η αισθητική έχει ανάγκη να παραμείνει φιλοσοφική  περισσότερο παρά ποτέ, θεωρητικοποιώντας διαλεκτικά την έννοια της υποκειμενικότητας.
Η διάλυση, η αποσύνθεση της κάποτε ενιαίας κοινωνικής υποκειμενικότητας είναι αποτέλεσμα της διάλυσης, της αποσύνθεσης  της κάποτε ενιαίας μορφής της κοινωνικής εργασίας. Από την άποψη αυτή οι επιπτώσεις αυτής της διάλυσης της υποκειμενικότητας σήμερα στην εποχή της μεταπαγκοσμιοποίησης, εποχή βαθειών και έντονων αποσυνθέσεων κάθε μορφής, είναι πολύ σοβαρές. Δεν υπάρχει πλέον καμία κοινή βάση ή αναφορά, έστω και περιορισμένη. Η κοινωνικότητα και η συλλογικότητα κάθε μορφής είναι ανύπαρκτες. Και απέναντι σε αυτή την κατάσταση είναι πολύ δύσκολη πλέον η σύλληψη και η ανάπτυξη του όποιου ενωτικού, ενωποιητικού λόγου (όπως ήθελε ο Γκράμσι), της όποιας κριτικής ιδεολογικής μορφής, άρα και τέχνης και κουλτούρας. Χωρίς όμως κοινωνική, έστω και στοιχειωδώς, υποκειμενικότητα, παύει να υπάρχει και η όποια επαναστατική προοπτική. Και γενικότερα το πρόβλημα της υποκειμενικότητας είναι κεντρικό, καθοριστικό για την όποια κριτική ή μετακριτική θεωρητικοποίηση σήμερα. Ακόμη και συνθήκη  sine qua non για αυτή τη θεωρητικοποίηση και την πράξη.
Ένα άλλο θέμα, που η διερεύνηση του σήμερα για τη φιλοσοφία ης τέχνης και της κουλτούρας έχει ιδιαίτερη σημασία, είναι η αντίθεση μεταξύ μοντερνισμού και μεταμοντερνισμού, η επεξεργασία των ιδεατών τύπου τους, καθώς η μελέτη των σχέσεων τους με την τεχνική και την τεχνολογία, οι οποίες είναι αρκετά προβληματικές. Στην  προκειμένη περίπτωση, η κριτική του μεταμοντερνισμού, μέσα πάντα στο γενικότερο πλαίσιο της μοντερνιστικής «μη παραδοσιακής παράδοσης» (Αντόρνο) και της χαμπερμασιανής πολεμικής ενάντια στο μεταμοντερνισμό, στο βαθμό που στοχεύει το ξεπέρασμα του αδιέξοδου που είχε προκαλέσει τεχνητά ο μεταμοντερνισμός, εισάγει μερικές νέες έννοιες: το έργο τέχνης ως απόσπασμα-ολότητα και η νέα μονερνιτέ, η οποία βασίζεται ακριβώς στην προηγούμενη έννοια, και η οποία τείνει να γενικεύσει και να συστηματοποιήσει μια σύγχρονη και ριζοσπαστική δημιουργία αυτής της μορφής: αποσπασματική και συγχρόνως ολική, όσο αντιφατική και αν φαίνεται αυτή η σύλληψη. Εξάλλου η πρωτοπόρα δημιουργία ήταν πάντοτε αντιθετική, ριζοσπαστικά αποδομητική και συγχρόνως συνιστούσε μια θετική απάντηση στην κρίση και στην προϊούσα αποσύνθεση του λόγου και του είναι.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1.       Βλ. την κριτική από τον Γκολντμάν της ολικής έννοιας της ιδεολογίας του Μανχάϊμ. Η κουλτούρα όμως δεν είναι μια ολική έννοια.
2.       Βλ. Α. Γκράμσι, Οι διανοούμενοι, Στοχαστής, Οργάνωση της κουλτούρας, Στοχαστής.
3.       Βλ. J. Habermas, Après Marx, Fayard.
4.       Εκδ. Fayard.
5.       Βλ. J. P. Sartre, Critique de la raison dialectique, Gallimard.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΛΗΣΠΕΡΑ ΣΑΣ ΓΙΑ ΣΧΟΛΙΑ, ΑΡΘΡΑ, ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ BLOG ΜΑΣ ΜΠΟΡΕΙΤΕ ΝΑ ΜΑΣ ΤΑ ΣΤΕΛΝΕΤΕ ΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ E-MAIL ΔΙΟΤΙ ΤΟ ΕΧΟΥΜΕ ΚΛΕΙΣΤΟ ΓΙΑ ΕΥΝΟΗΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ.

Hλεκτρονική διεύθυνση για σχόλια (e-mail) : fioravantes.vas@gmail.com

Σας ευχαριστούμε

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.